(«Ρυθμίσεις για την ίδρυση και λειτουργία κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων »)
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
«Ρυθμίσεις για την ίδρυση και λειτουργία κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων »
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Γενικά
Ο κλάδος της κτηνοτροφίας αποτελεί έναν από τους βασικότερους τομείς ανασυγκρότησης της αγροτικής οικονομίας καθώς παράγει ποιοτικά προϊόντα, υψηλής προστιθέμενης αξίας (π.χ.φέτα, γιαούρτι κλπ). Το έλλειμμα του εμπορικού γεωργικού ισοζυγίου κάθε χρόνο προσεγγίζει τα 2 δις ευρώ με το μεγαλύτερο ποσοστό (80%) να προέρχεται από το ισοζύγιο των κτηνοτροφικών προϊόντων.
Η χαμηλή συμμετοχή της κτηνοτροφίας στους οικονομικούς δείκτες της χώρας επιβάλει τη στήριξη και προώθηση της ως μια από τις βασικές στρατηγικές επιλογές του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, έτσι ώστε ο κλάδος να ξεπεράσει τις δομικές του αδυναμίες και να συμβάλει ουσιαστικά στη μεγέθυνση του αγροτικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ).
Με το Σχέδιο νόμου αντιμετωπίζονται σειρά προβλημάτων που πηγάζουν από τις διοικητικές αδυναμίες εφαρμογής του ν. 4056/2012 και δημιουργούν ασφυκτικές καταστάσεις και κοινωνικά προβλήματα στους κτηνοτρόφους και τις τοπικές κοινωνίες. Συγκεκριμένα ρυθμίζονται θέματα αδειοδότησης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, κυρίως από το νομικό πλαίσιο που ρυθμίζει την περιβαλλοντική αδειοδότηση, την εγκατάσταση τους εντός δασών, δασικών και δημοσίων εκτάσεων, περιοχές με αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Επισημαίνεται ότι το 80% περίπου των υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων συνεχίζουν να λειτουργούν χωρίς τη σχετική άδεια εγκατάστασης.
Η Ελληνική κτηνοτροφία και ιδιαίτερα η αιγοπροβατοτροφία έχουν χαρακτηριστικά που συνοψίζονται στον μικρό αριθμό ζωικού κεφαλαίου ανά μονάδα, στον συνδυασμό γεωργίας και κτηνοτροφίας, στο ανάγλυφο του εδάφους με ορεινούς και νησιωτικούς όγκους, την έλλειψη διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης και με μεγάλο εύρος μικρο-κλιματικών διακυμάνσεων. Οι ιδιαιτερότητες αυτές επιβάλλουν την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας με ένα συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης, συμβατικής ή βιολογικής κτηνοτροφίας και ένα πλαίσιο λειτουργίας με καθορισμένους στόχους. Ο κτηνοτρόφος πρέπει να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του δασικού οικοσυστήματος γιατί ο καλύτερος τρόπος προστασίας του δάσους είναι η ανάπτυξη μιας βιώσιμης αγρο-δασικής οικονομίας.
Το ποσοστό του αγροτικού εισοδήματος που προέρχεται από την κτηνοτροφία αποτελεί μόνο το 30% αυτό πρέπει να αλλάξει.
Η παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου σε πολλές μεγάλες χώρες (π.χ Κίνα, η Ινδία) δημιουργούν αύξηση στην κατανάλωση κρέατος και γάλακτος, η οποία προβλέπεται να αυξάνει συνεχώς τα προσεχή χρόνια.. Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου επιδιώκει στο να συμβάλλει τα ελληνικά ζωικά προϊόντα να αποκτήσουν ένα διαρκές ισχυρό διαβατήριο για τις αγορές όλου του κόσμου.
Το γραφειοκρατικό σύστημα στην αδειοδότηση ίδρυσης και λειτουργίας κτηνοτροφικής εγκατάστασης που εμπλέκει πολλές συναρμόδιες υπηρεσίες και μια δυσκίνητη επιτροπή σταβλισμού, έχει ως αποτέλεσμα χρονοβόρες διαδικασίες, μεγάλο κόστος και αβέβαιο αποτέλεσμα , για όποιον θέλει να επενδύσει στην κτηνοτροφία.
Για τον εκσυγχρονισμό και την απλούστευση του νομικού πλαισίου λειτουργίας των σταβλικών εγκαταστάσεων ώστε να πληρούν τους προβλεπόμενους υγειονομικούς όρους και τις συνθήκες υγιεινής και καλής διαβίωσης των ζώων,
Το προτεινόμενο νομοσχέδιο προβλέπει την απλούστευση των διαδικασιών έκδοσης των νέων αδειοδοτήσεων, με όλες τις διαδικασίες να ολοκληρώνονται μία στάση για την φυσική παρουσία του κτηνοτρόφου , ενώ επίσης ορίζει ελάχιστη κτηνοτροφική εγκατάσταση και εισάγει την δυνατότητα μιας επιπλέον επιλογής κατασκευής ελαφρού τύπου «πολλαπλής εφαρμογής βασική κατασκευαστική μονάδα κτηνοτροφικής εγκατάστασης» με χαμηλό κόστος .
Στόχοι του προτεινόμενου νομοσχεδίου είναι :
1. Η δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την ενίσχυση της ελληνικής κτηνοτροφίας, με τον εκσυγχρονισμό των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και αύξηση του αριθμού των ζώων ανά μονάδα ώστε να καθίσταται βιώσιμη και να συνδέεται με την μεταποίηση για παραγωγή προϊόντων κρέατος και γάλακτος με ταυτότητα.
2. Η είσοδος νέων κτηνοτρόφων αλλά και η δυνατότητα αδειοδότησης των μεγαλύτερης ηλικίας κτηνοτρόφων, πρέπει να γίνεται σε μικρό χρονικό διάστημα, με μία ή και καμία φυσική παρουσία (ανάπτυξη ηλεκτρονικής πλατφόρμας). Στόχος μας είναι η αύξηση του ζωικού τους κεφαλαίου, καθώς και η πρόσβαση τους σε αναπτυξιακά κοινοτικά προγράμματα, για να καλυφθούν μεσοπρόθεσμα οι ανάγκες της αγοράς
3. Στην απλοποίηση των διαδικασιών και στη μείωση της γραφειοκρατικής επιβάρυνσης και του χρόνου που απαιτείται για την ίδρυση και λειτουργία των κτηνοτροφικών μονάδων με τη θεσμοθέτηση απλών, γρήγορων, οικονομικών και διάφανων διαδικασιών, με την προώθηση ελαφρού τύπου «βασικής κατασκευαστικής μονάδας κτηνοτροφικής εγκατάστασης» , καθώς και την ανάδειξη του «παραδοσιακού τύπου κτηνοτροφικής εγκατάστασης»
4. Στην ενοποίηση, επικαιροποίηση και απλούστευση της ισχύουσας πολυνομίας και του δαιδαλώδους νομικού πλαισίου και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού για την επιχειρηματικότητα και υγιή ανταγωνισμό , έτσι ώστε να εξαλειφθεί η συστηματική αβεβαιότητα της επένδυσης και να προστατευτεί το αντίστοιχο κεφάλαιο των αγροτικών εκμεταλλεύσεων της χώρας, προκειμένου οι μονάδες ζωικής παραγωγής να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
5. Στη τακτοποίηση των υπαρχουσών πραγματικών καταστάσεων των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων με δυνατότητα επιλογών για τους κτηνοτρόφους που επιθυμούν να αναπτύξουν συνεργατικά σχήματα ή για να αυξήσουν το ζωικό τους κεφάλαιο.
6. Η προώθηση μιας βιώσιμης, οικονομικά και θεσμικά, πολιτικής πρότασης για την εξυγίανση και τον εκσυγχρονισμό του συστήματος αδειοδότησης και λειτουργίας των κτηνοτροφικών επιχειρήσεων θεωρείται άμεσα επιβεβλημένη προτεραιότητα που θα βοηθήσει κατά το λόγο της συμμετοχής της στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.
Οι αλλαγές που εισάγονται με το προτεινόμενο νομοσχέδιο είναι:
1. Η δημιουργία υπηρεσίας μιας στάσης – στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, εντός των ορίων της οποίας είναι εγκατεστημένη η κτηνοτροφική μονάδα – που θα είναι το μοναδικό σημείο επαφής του κτηνοτρόφου με Δημόσια υπηρεσία. Επίσης το νομοσχέδιο προβλέπει την ηλεκτρονική υποβολή αιτήσεων ώστε να ελαχιστοποιηθεί ακόμα περισσότερο το κόστος και να μην απαιτείται η φυσική παρουσία του κτηνοτρόφου
1. Η έλεγχοι προβλέπονται να γίνονται από τα ΑΑΤΕ του ΥΠΑΑΤ , σχετικά με τη νόμιμη ίδρυση και λειτουργία των κτηνοτροφικών μονάδων, αντί των δυσκίνητων επιτροπών σταβλισμού και τα πρόστιμα επιβάλλονται από το ΥΠΑΑΤ.
2. Η αλλαγή του μοντέλου αδειοδότησης από το καθεστώς «πρώτα ελέγχω και μετά αδειοδοτώ», στο καθεστώς «αδειοδοτώ την εγκατάσταση (έχοντας θέσει τις απαιτήσεις και τις προϋποθέσεις) και μετά ελέγχω». Αδειοδοτεί πρώτα την εγκατάσταση για ίδρυση (κτηριακές εγκαταστάσεις που πληρούν τους όρους ευζωίας και υγιεινής εγκατάστασης των ζώων) και μετά για λειτουργία , ώστε τα ζώα να εγκατασταθούν σε κατάλληλο περιβάλλον με συγκεκριμένο αριθμό και διακριτό μητρώο σταβλικής εγκατάστασης (κτηριακών υποδομών) από το μητρώο λειτουργίας κτηνοτροφικής μονάδας (διαχείριση ζωικού κεφαλαίου)
2. Παρέχει την δυνατότητα σε υφιστάμενες μονάδες με δυναμικότητα της Κατηγορίας Β και κάτω των ορίων αυτής να εκδώσουν άδεια διατήρησης , υπό προϋποθέσεις, όπως, χωρίς να είναι απαραίτητη η τήρηση των ελάχιστων αποστάσεων μεταξύ κτηνοτροφικής εγκατάστασης και χώρων ή δραστηριοτήτων και ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης να καταβάλλει μικρό ετήσιο τέλος διατήρησης , υπέρ των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης
3. Αναπροσαρμόζονται τα κριτήρια των αποστάσεων μεταξύ
κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και χώρων ή δραστηριοτήτων που
χρήζουν προστασίας, λαμβάνοντας υπόψη αντικειμενικές δυσκολίες που
προκύπτουν από το γεωγραφικό και γεωμορφολογικό τοπίο.
4. Για την απλοποίηση της υποβολής αιτήσεων , αδειοδοτήσεων, ελέγχων και άλλων διοικητικών πράξεων δημιουργείται στο ΥΠΑΑΤ ηλεκτρονική πλατφόρμα για τον «Έλεγχο και Λειτουργία των Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων»
5. Για τα Ανεπιτήρητα παραγωγικά ζώα με σήμανση τα πρόστιμα γίνονται αυστηρότερα. Για τα ζώα χωρίς σήμανση την ευθύνη για περισυλλογή, μεταφορά, φύλαξη, διατροφή και διατήρηση των ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων αναλαμβάνουν οι Περιφέρειες σε συνεργασία με τους Δήμους και όπου απαιτείται η αστυνομία, το Πυροσβεστικό Σώμα, η οικεία Δασική Υπηρεσία κλπ.
Συγκεκριμένα :
Στο άρθρο 1 περιγράφονται όλοι οι απαραίτητοι ορισμοί οι οποίοι χρησιμοποιούνται στο σώμα του παρόντος Σ/Ν.
Στο άρθρο 2 αναφέρονται οι κατηγορίες των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων για τις οποίες είναι δυνατή η ίδρυση και η λειτουργία. Εισάγονται δύο επιπλέον νέοι τύποι εγκαταστάσεων και συγκεκριμένα οι Ελαφρού τύπου και οι παραδοσιακού τύπου εγκαταστάσεις. Με αυτούς τους τύπους κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων μπορούν οι κτηνοτρόφοι να επιλέξουν την εντατική ή (ημι) εκτατική εκτροφή, με παραδοσιακό ή σύγχρονο τρόπο εκτροφής των ζώων, ενταγμένων στους κανόνες ευζωίας, ασφάλειας και υγιεινής, με θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Οι δυνατότητες επιλογής των κτηνοτρόφων για τον τύπο κτηνοτροφικής εγκατάστασης διευρύνονται.
Στο άρθρο 3 περιγράφεται αναλυτικά η διαδικασία χορήγησης άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας (νέων) ή υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων. Στο συγκεκριμένο άρθρο περιγράφονται ανά κατηγορία δυναμικότητας όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά τα οποία απαιτούνται για την ίδρυση και λειτουργία των κτηνοτροφικών μονάδων. Γίνεται σαφής διαχωρισμός των δύο σταδίων, δηλαδή της χορήγησης άδειας ίδρυσης και της χορήγησης άδειας λειτουργίας. Επιπλέον, η σχετική αδειοδότηση αποκτά χαρακτήρα «μίας στάσης» στην αδειοδοτούσα αρχή η οποία ελέγχει την πληρότητα των δικαιολογητικών και στη συνέχεια εκδίδει τη σχετική ανά περίπτωση άδεια.
Στο άρθρο 4 περιγράφεται η διαδικασία χορήγησης άδειας διατήρησης σε υφιστάμενες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις για μικρότερη ή ίση των ορίων
δυναμικότητας της κατηγορίας Β’. Με την ρύθμιση αυτή παρέχεται η δυνατότητα σε μεγάλο ποσοστό κτηνοτρόφων, που διαθέτουν μικρό αριθμό ζώων και εκτρέφουν με παραδοσιακό τρόπο βόσκησης σε ορεινές, ημιορεινές ή νησιωτικές περιοχές, σε δασικούς βοσκότοπους με ιδιαίτερη χλωρίδα, να συνεχίσου νόμιμα να παρέχουν προϊόντα υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας,
Στο άρθρο 5 περιγράφονται οι θέσεις, η ελάχιστη έκταση, οι ελάχιστες αποστάσεις κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και ο τρόπος μέτρησης των προβλεπόμενων αποστάσεων, προκειμένου να αδειοδοτηθούν.
Επίσης λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες των υφιστάμενων μονάδων, η νησιωτικότητα, προβλήματα που πηγάζουν από φυσικά όρια, κοίτες ποταμών, λιμνών κλπ.
Στο άρθρο 6 περιγράφονται όλες οι απαραίτητες διαδικασίες που αφορούν στην Τροποποίηση ή μεταβίβαση της άδειας λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης καθώς και θέματα που αφορούν την συστέγαση κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
Στο άρθρο 7 περιγράφονται οι διαδικασίες της διακοπής λειτουργίας μίας κτηνοτροφικής εγκατάστασης στην περίπτωση γεγονότων ανωτέρας βίας. Στο άρθρο 8 καθορίζονται οι αρχές ελέγχου και η διαδικασία ελέγχου των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων. Ο έλεγχος διενεργείται από υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ, καταργείται η επιτροπή σταβλικών εγκαταστάσεων που λειτουργούσε στις ΔΑΟΚ.
Στο άρθρο 9 περιγράφονται οι διοικητικές κυρώσεις καθώς και τα πρόστιμα από τη μη σύννομη διαδικασία εφαρμογής του παρόντος νόμου και παρέχονται οι σχετικές εξουσιοδοτήσεις για τον σκοπό αυτό.
Στο άρθρο 10 γίνεται αναφορά στη διαδικασία και τον τρόπο ανάκλησης των άδειων ίδρυσης, λειτουργίας ή διατήρησης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
Στο άρθρο 11 περιγράφεται η διαδικασία διακοπής της λειτουργίας μιας κτηνοτροφικής εγκατάστασης και ρυθμίζονται θέματα τα οποία απορρέουν από τη διακοπή της λειτουργίας της.
Στο άρθρο 12 γίνεται αναφορά στον τρόπο διαχείρισης των ανεπιτήρητων παραγωγικών ζώων, αυστηροποιούνται τα πρόστιμα για παραβάσεις, ορίζονται οι αρμόδιοι φορείς και ιδιαίτερα ο ρόλος των Περιφερειών για την αντιμετώπιση και διαχείριση των θεμάτων που απορρέουν από τα
ανεπιτήρητα ζώα.
Στο άρθρο 13 περιγράφεται η δημιουργία και η τήρηση ηλεκτρονικής πλατφόρμας για τη λειτουργία και τον έλεγχο των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων. Η λειτουργία της πλατφόρμας θα συμβάλλει αφενός στην πλήρη καταγραφή των κτηνοτροφικών μονάδων, αφετέρου στη διευκόλυνση των ελέγχων στον κτηνοτροφικό τομέα. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα παρέχει την δυνατότητα ψηφιακής υποβολής των αιτήσεων και δικαιολογητικών, μειώνει το χρόνο έκδοσης των σχετικών αδειών, είναι οικονομική για τον κτηνοτρόφο και συντελεί στην εξοικονόμηση ανθρώπινου δυναμικού στις ΑΑ.
Στο άρθρο 14 περιγράφονται όλες εκείνες οι διατάξεις με τις οποίες ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την έναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου και αφορούν περιπτώσεις εκκρεμοτήτων που απορρέουν από προηγούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Στο άρθρο 15 αναφέρονται ρητά τα παραρτήματα που αφορούν τις ελάχιστες αποστάσεις κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων από σημεία ενδιαφέροντος καθώς και προεγκεκριμένα σχέδια κτηνοτροφικών εγκατατστάσεων.
Στο άρθρο 16 ρυθμίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, καθώς και επιμέρους διατάξεών του.
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
«Ρυθμίσεις για την ίδρυση και λειτουργία κτηνοτροφικών
εγκαταστάσεων »
Άρθρο 1
Ορισμοί
Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Κτηνοτροφική εγκατάσταση είναι το σύνολο των οριοθετημένων και περιφραγμένων εγκαταστάσεων, κτηρίων, γηπέδων και αποθηκών, στις οποίες περιλαμβάνονται τα συστήματα αποχέτευσης, επεξεργασίας αποβλήτων και βιολογικού καθαρισμού, εγκαταστάσεων μεταφοράς και παροχής ύδατος, που εξυπηρετούν το σκοπό και τη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης συγκεκριμένου είδους ζώου και συγκεκριμένης δυναμικότητας.
2. Άδεια ίδρυσης κτηνοτροφικής εγκατάστασης είναι η άδεια που αφορά στις υποδομές κάθε κατηγορίας κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2, με την οποία επιτρέπεται η λειτουργία τους. Η εν λόγω άδεια χορηγείται αποκλειστικά σε όλες τις εγκαταστάσεις όπου εκτρέφονται βοοειδή, αιγοπρόβατα, χοιροειδή, ιπποειδή, πτηνά (όρνιθες, ινδόρνιθες, νήσσες, χήνες, ορτύκια, πέρδικες, μελεαγρίδες, στρουθοκάμηλοι, φασιανοί), κόνικλοι, σαλιγκάρια, αγριόχοιροι και γουνοφόρα ζώα.
3. Άδεια λειτουργίας κτηνοτροφικής εγκατάστασης είναι η άδεια που χορηγείται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για την εκτροφή των ζώων σύμφωνα με τις προβλεπόμενες συνθήκες ευζωίας, υγιεινής και ασφάλειας του ζωικού κεφαλαίου
4. Πρόχειρα καταλύματα ζώων είναι οι υφιστάμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις με κατασκευές οι οποίες δεν έχουν φέροντα δομικό σκελετό από οπλισμένο σκυρόδεμα ή δομικό χάλυβα. Είναι κατασκευασμένες από υλικά όπως πέτρες ή τσιμεντόλιθους ή ξυλεία ή κλαδιά ή λαμαρίνες ή συνδυασμό αυτών που μπορούν να αποσυναρμολογηθούν και να απομακρυνθούν από το σημείο λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Μεμονωμένα δομικά υλικά που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες αυτών των κατασκευών, δεν συνιστούν φέροντα δομικό σκελετό και είναι αποδεκτά. Η χρήση συνδετικών υλικών (π.χ. λάσπη) ή επιχρισμάτων (π.χ. ασβέστωμα) είναι αποδεκτή.
5. Παραδοσιακού τύπου κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις: είναι τα τεχνητά ή φυσικά διαμορφωμένα καταλύματα που είναι εναρμονισμένα στο τοπίο και στην παραδοσιακή χωρική οργάνωση των αγροκτηνοτροφικών κοινοτήτων και αφορούν δυναμικότητα μικρότερη των ορίων της κατηγορίας Β του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 όπως ισχύει.
6. Προεγκεκριμένου τύπου σταβλικές εγκαταστάσεις είναι
α) Οι Ελαφρού τύπου και αποσυναρμολογούμενες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις μοναδιαίας ή πολλαπλής εφαρμογής της ίδιας βασικής κατασκευαστικής μονάδας.
β) Οι Θερμοκηπιακού τύπου κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις στέγαστρα με σκελετό θερμοκηπίου και τα κινητά στέγαστρα
γ) Οι Πρότυπες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που κατασκευάζονται με δομικές εργασίες μικρής κλίμακας και σύμφωνα με προεγκεκριμένες μελέτες του ΥΠΑΑΤ
7. Αδειοδοτούσα Αρχή (AA) είναι η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, εντός των ορίων της οποίας βρίσκεται εγκαταστημένη ή πρόκειται να εγκατασταθεί η κτηνοτροφική εγκατάσταση. Αν η κτηνοτροφική εγκατάσταση εκτείνεται εντός των ορίων αρμοδιότητας δύο ή περισσοτέρων Περιφερειακών Ενοτήτων, αρμόδια είναι η υπηρεσία, στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται το μεγαλύτερο τμήμα του λειτουργικού χώρου της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
8. Ισοδύναμη ζωική μονάδα είναι η μονάδα με βάση την οποία υπολογίζεται η δυναμικότητα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης σε ζωικό κεφάλαιο, που επιτυγχάνει τους ίδιους στόχους για διαφορετική κατηγορία ζώων και χρησιμοποιείται για την κατάταξη των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων σε κατηγορίες, με βάση την υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 (Α’209), καθώς και για τον καθορισμό των αποστάσεων, με βάση το Παράρτημα 1 του άρθρου 16 του παρόντος νόμου
9. Φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχει εκδοθεί η άδεια ίδρυσης κτηνοτροφικής εγκατάστασης , σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, και το οποίο είναι υπόχρεο και υπεύθυνο για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος νόμου, καθώς και των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για τη νόμιμη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
10. Επέκταση και εκσυγχρονισμός της εγκατάστασης και λειτουργίας της κτηνοτροφικής εκμετάλευσης είναι κάθε επαύξηση, αλλαγή ή συμπλήρωση του αριθμού των ισοδυνάμων ζώων, μετά την αρχική εγκατάσταση και λειτουργία της δραστηριότητας, ή η προσθήκη κτηριακών ή λοιπών εγκαταστάσεων, ή η μεταβολή του μηχανολογικού εξοπλισμού, ή η αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας, περιλαμβανομένης και της προσθήκης νέων ειδών εκτρεφόμενων ζώων , που πραγματοποιείται είτε μέσα στο γήπεδο όπου λειτουργεί η εγκατάσταση είτε σε όμορό του.
11. Λειτουργικός χώρος της κτηνοτροφικής εγκατάστασης είναι το τμήμα του οικοπέδου που ορίζεται από το περίγραμμα που περιλαμβάνει τις εγκαταστάσεις αυτής, όπως χώροι στέγασης ζώων, αποθήκες, εγκαταστάσεις χειρισμού αποβλήτων.
Άρθρο 2
Κατηγορίες κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων
1. Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις κατατάσσονται, ανάλογα με τη δυναμικότητα τους και σύμφωνα με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 (Α’209), όπως ισχύει, ως εξής :
α) κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις των υποκατηγοριών Α1 και Α2,
β) κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις της κατηγορίας Β,
γ) κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις δυναμικότητας κάτω των ορίων της κατηγορίας Β.
2. Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις κατατάσσονται, ανάλογα με τον τρόπο κατασκευής τους, στις ακόλουθες κατηγορίες:
Α) Κατηγορία κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων χωρίς έκδοση οικοδομικής άδειας :
αα) Υφιστάμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις με πρόχειρα καταλύματα ζώων όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
ββ) Ελαφρού τύπου κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις όπως αυτές ορίζονται στο εδαφ. α) της παρ. 6 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου. Οι λεπτομέρειες κατασκευής, οι προδιαγραφές υλικών και λοιπά κατασκευαστικά στοιχεία της ανωτέρω βασικής μονάδας θα καθοριστούν με ΚΥΑ.
γγ) Παραδοσιακού τύπου κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις οι οποίες αφορούν εγκαταστάσεις σε δυναμικότητα κάτω των ορίων της κατηγορίας Β της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
Οι προδιαγραφές των παραδοσιακού τύπου κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και η διαδικασία έκδοσης άδειας λειτουργίας τους καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Πολιτισμού, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατόπιν εισήγησης του Υπουργείου Πολιτισμού.
δδ) Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, οι οποίες κατασκευάζονται σύμφωνα με εγκεκριμένους τύπους κτηνοτροφικών στεγάστρων με σκελετό θερμοκηπίου, σύμφωνα με την αριθμ. 5888/3.2.2004 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Γεωργίας (Β’ 355), για τις οποίες απαιτείται θεωρημένη έγκριση του τύπου κατασκευής από την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης
εε) Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, οι οποίες έχουν μέγεθος μέχρι 300 τ.μ. και κατασκευάζονται σύμφωνα με εγκεκριμένα πρότυπα κατασκευών, κατά την αριθμ. 281273/27.8.2004 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Γεωργίας (Β’ 1396), για τις οποίες απαιτείται θεωρημένη έγκριση των προτύπων κατασκευής από την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης.
Η όψη, η τομή και η κάτοψη του αρχιτεκτονικού σχεδίου κάθε εγκεκριμένου προτύπου κατασκευής περιλαμβάνονται στο Παράρτημα 2 του άρθρου 16 του παρόντος νόμου.
Β) Κατηγορία με έκδοση οικοδομικής άδειας: Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις μεγάλου κυρίως μεγέθους για τις οποίες απαιτείται απαραίτητα η έκδοση οικοδομικής άδειας.
Άρθρο 3
Διαδικασία χορήγησης άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με την δυναμικότητα τους
Α. Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις των Υποκατηγοριών Α1 και Α2
1. Για την έκδοση της άδειας ίδρυσης, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση, η οποία συνοδεύεται από τα εξής δικαιολογητικά :
α) Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.) της κτηνοτροφικής εγκατάστασης σύμφωνα με τον ν. 4014/2011, όπως ισχύει. β) Έγγραφα που αποδεικνύουν την ιδιοκτησία ή τις νόμιμες προϋποθέσεις χρήσης του γηπέδου της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία.
γ) Γεωτεχνική μελέτη η οποία περιλαμβάνει :
αα) Το είδος και τον αριθμό των ζώων που θα εκτρέφονται στην κτηνοτροφική εγκατάσταση.
ββ) Τον τύπο σταυλισμού των ζώων.
γγ) Τοπογραφικό διάγραμμα του γηπέδου με σκαρίφημα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης
δδ) Αρχιτεκτονικά σχέδια και διάγραμμα κάλυψης των κτιριακών εγκαταστάσεων χωρίς έγκριση Αρχιτεκτονικής επιτροπής εε) Περιγραφή της παραγωγικής κατεύθυνσης και διαδικασίας και του τρόπου διαχείρισης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
στστ) Περιγραφή του τρόπου διαχείρισης των αποβλήτων που προκύπτουν από τη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. δ) Στην περίπτωση κατά την οποία αιτείται άδεια ίδρυσης εντός δασικών εκτάσεων κατατίθενται επί πλέον τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
αα) Καταβολή του κόστους δαπάνης αναδάσωσης για έκταση μικρότερη των 4 στρ., για έκταση μεγαλύτερη των 4 στρεμ. θα υποβάλει μελέτη δάσωσης ή αναδάσωσης ή δασοτεχνικών εργασιών και εφαρμογή αυτής
ββ) Εγγύηση αποκατάστασης υπολογιζόμενο στο ύψος του απαιτητού κόστους αποκατάστασης
γγ) Καταβολή ανταλλάγματος χρήσης
ε) Φάκελος με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες για έργα που εμπίπτουν στις διατάξεις του ν. 3028/2002. Τα δικαιολογητικά αυτά είναι :
αα) Καθορισμός της ακριβούς θέσης του γηπέδου σε διάγραμμα κλίμακας 1:5.000 της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ.). ββ) Εξαρτημένο τοπογραφικό διάγραμμα κατά ΕΓΣΑ 87 του γηπέδου που θα αναπτυχθεί η εγκατάσταση.
γγ) Ο φάκελος της γεωτεχνικής μελέτης.
Η ΑΑ διενεργεί έλεγχο για πληρότητα στα δικαιολογητικά και εκδίδει την άδεια ίδρυσης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η άδεια ίδρυσης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης έχει ισχύ για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών με δυνατότητα παράτασης ισχύος ενός (1) επιπλέον έτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Α.3 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων και η έναρξη της κτηνοτροφικής δραστηριότητας μετά και την ενδεχόμενη παράταση του ενός (1) επιπλέον έτους, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης προβαίνει σε αίτηση έκδοσης νέας άδειας ίδρυσης.
2. Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των εγκαταστάσεων και πριν την είσοδο του ζωικού κεφαλαίου σε αυτές, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση για κωδικό εκμετάλλευσης, όπου απαιτείται, καθώς και αίτηση για άδεια λειτουργίας. Η αίτηση για άδεια λειτουργίας συνοδεύεται από :
α) Οικοδομική άδεια των κτιριακών εγκαταστάσεων ή έγκριση τύπου κατασκευής ή βεβαίωση απαλλαγής από την υποχρέωση έκδοσης οικοδομικής άδειας ή απόφαση εξαίρεσης από την κατεδάφιση,
β) υπεύθυνη δήλωση πολιτικού μηχανικού ή άλλες ειδικότητες μηχανικών που καθορίζονται με εγκύκλιο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, για την περάτωση των εργασιών κατασκευής.
Η ΑΑ ζητά από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή την έκδοση κωδικού εκμετάλλευσης για την κτηνοτροφική εγκατάσταση και μετά την έκδοση του κωδικού προβαίνει σε διοικητικό έλεγχο των υποβληθέντων για την άδεια λειτουργίας δικαιολογητικών. Επιπλέον, η ΑΑ, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, δύναται για την ολοκλήρωση των διοικητικών ελέγχων να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η έκδοση της άδειας λειτουργίας πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
Β. Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις της Κατηγορίας Β
1. Για την έκδοση της άδειας ίδρυσης, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση, η οποία συνοδεύεται από τα εξής δικαιολογητικά :
α) Δήλωση υπαγωγής σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (Π.Π.Δ.) σύμφωνα με την αριθμ. 46296/8-8-2013 κοινή απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής (Φ.Ε.Κ. 2002/Β714-8-2013), όπως ισχύει. Με τη δήλωση υπαγωγής σε Π.Π.Δ. δεν υποβάλλονται η έγκριση επέμβασης από την αρμόδια δασική υπηρεσία και οι εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες για έργα που εμπίπτουν στις διατάξεις του ν. 3028/2002. β) Βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας Δόμησης περί υπαγωγής ή μη της έκτασης, στην οποία βρίσκεται το γήπεδο όπου θα κατασκευαστεί η κτηνοτροφική εγκατάσταση, σε συγκεκριμένες δεσμεύσεις του χωρικού σχεδιασμού.
γ) Για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που χωροθετούνται σε περιοχές του Δικτύου Natura 2000, απόφαση του Περιφερειάρχη με τυχόν πρόσθετους όρους σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 10 του ν. 4014/2011, όπως ισχύει.
δ) Έγγραφα που αποδεικνύουν την ιδιοκτησία ή τις νόμιμες προϋποθέσεις χρήσης του γηπέδου της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία.
ε) Γεωτεχνική μελέτη η οποία περιλαμβάνει : αα) Το είδος και τον αριθμό των ζώων που θα εκτρέφονται στην κτηνοτροφική εγκατάσταση.
ββ) Τον τύπο σταυλισμού των ζώων.
γγ) Τοπογραφικό διάγραμμα του γηπέδου με σκαρίφημα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης
δδ) Αρχιτεκτονικά σχέδια και διάγραμμα κάλυψης των κτιριακών εγκαταστάσεων χωρίς έγκριση Αρχιτεκτονικής επιτροπής
εε) Περιγραφή της παραγωγικής κατεύθυνσης και διαδικασίας και του τρόπου διαχείρισης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
στστ) Περιγραφή του τρόπου διαχείρισης των αποβλήτων που προκύπτουν από τη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
στ) Φάκελος με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης επέμβασης από την αρμόδια δασική υπηρεσία.
Με τον περιορισμό των περ. β’ και δ’ της παρ. 1 και της περ. α’ της παρ.2 του άρθρου 4 ν.998/1979 ως ισχύει:
αα) Σε περιοχές όπου δεν υφίσταται αναρτημένος και θεωρημένος δασικός χάρτης, κατατίθεται αίτημα για έκδοση πράξης χαρακτηρισμού στην ΑΑ, και η οποία θα διαβιβάσει στο οικείο Δασαρχείο με τα αντίστοιχα δικαιολογητικά. Η αρμόδια δασική υπηρεσία προβαίνει στην έκδοση πράξης χαρακτηρισμού, η οποία εκδίδεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 6 μηνών από τη διαβίβαση του αιτήματος, και εν παραλλήλω ακολουθείται η αδειοδοτική διαδικασία εγκατάστασης, σύμφωνα με την υπο έκδοση πράξη χαρακτηρισμού.
Η πράξη χαρακτηρισμού, μετά τη νόμιμη δημοσιοποίησή της έχει το τεκμήριο νομιμότητας και εκτελείται ακόμα και αν με αυτή η υπόψη έκταση χαρακτηρισθεί ως μη δασική.
ββ) Σε περιοχές όπου υφίσταται αναρτημένος και θεωρημένος δασικός χάρτης δεν απαιτείται πράξη χαρακτηρισμού και ακολουθείται η αδειοδοτική διαδικασία εγκατάστασης.
Και για τις δύο παραπάνω περιπτώσεις υποβάλλονται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Ο φάκελος της γεωτεχνικής μελέτης
β) Έγγραφη συναίνεση ιδιοκτήτη σε περίπτωση ιδιωτικής έκτασης, διεπόμενης από τις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας γ) Καταβολή του κόστους δαπάνης αναδάσωσης για έκταση μικρότερη των 4 στρ., για έκταση μεγαλύτερη των 4 στρεμ. θα υποβάλει μελέτη δάσωσης ή αναδάσωσης ή δασοτεχνικών εργασιών και εφαρμογή αυτής
δ) Εγγύηση αποκατάστασης υπολογιζόμενο στο ύψος του απαιτητού κόστους αποκατάστασης
ε) Καταβολή ανταλλάγματος χρήσης
στ) Φάκελος με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες για έργα που εμπίπτουν στις διατάξεις του ν. 3028/2002. Τα δικαιολογητικά αυτά είναι :
αα) Καθορισμός της ακριβούς θέσης του γηπέδου σε διάγραμμα κλίμακας 1:5.000 της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ.). ββ) Εξαρτημένο τοπογραφικό διάγραμμα κατά ΕΓΣΑ 87 του γηπέδου που θα αναπτυχθεί η εγκατάσταση.
γγ) Ο φάκελος της γεωτεχνικής μελέτης.
Η ΑΑ ελέγχει την πληρότητα του φακέλου με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης επέμβασης. Εφόσον ο φάκελος είναι πλήρης, η ΑΑ τον διαβιβάζει στην αρμόδια δασική υπηρεσία και αιτείται την έκδοση έγκρισης επέμβασης.
Ομοίως, η ΑΑ ελέγχει την πληρότητα του φακέλου με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες και εφόσον ο φάκελος είναι πλήρης τον διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες και αιτείται την έκδοση των σχετικών εγκρίσεων.
Η αρμόδια δασική υπηρεσία και οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες διαβιβάζουν τις αντίστοιχες εγκρίσεις στην ΑΑ εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός προκειμένου να συμπληρωθεί ο φάκελος με τα απαραίτητα δικαιολογητικά του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
Μετά τη διαβίβαση των εγκρίσεων της δασικής υπηρεσίας και των αρχαιολογικών υπηρεσιών στην ΑΑ, η ΑΑ προβαίνει στην υπαγωγή σε Π.Π.Δ. της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
Η ΑΑ εκδίδει την άδεια ίδρυσης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η άδεια ίδρυσης έχει ισχύ για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών με δυνατότητα παράτασης ισχύος ενός (1) επιπλέον έτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Β.3 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων και η έναρξη της κτηνοτροφικής δραστηριότητας μετά και την ενδεχόμενη παράταση του ενός (1) επιπλέον έτους, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης προβαίνει σε αίτηση έκδοσης νέας άδειας ίδρυσης.
Σε περιοχές αρμοδιότητας της δασικής υπηρεσίας η αρμόδια δασική υπηρεσία εκδίδει πρωτόκολλο εγκατάστασης εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την έκδοση της άδειας ίδρυσης.
2. Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των εγκαταστάσεων και πριν την είσοδο του ζωικού κεφαλαίου σε αυτές, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση για κωδικό εκμετάλλευσης, όπου απαιτείται και αίτηση για άδεια λειτουργίας. Η αίτηση για άδεια λειτουργίας συνοδεύεται από:
α) Οικοδομική άδεια των κτιριακών εγκαταστάσεων ή έγκριση τύπου κατασκευής ή βεβαίωση απαλλαγής από την υποχρέωση έκδοσης οικοδομικής άδειας στις περιπτώσεις παρ.4 και 5 αρθ.1 ή απόφαση εξαίρεσης από την κατεδάφιση,
β) υπεύθυνη δήλωση πολιτικού μηχανικού για την περάτωση των εργασιών κατασκευής,
γ) βεβαίωση μελετητή ότι κατά την κατασκευή των εγκαταστάσεων τηρήθηκαν οι προδιαγραφές της γεωτεχνικής μελέτης.
Η ΑΑ αιτείται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή την έκδοση κωδικού εκμετάλλευσης για την κτηνοτροφική εγκατάσταση και μετά την έκδοση του κωδικού προβαίνει σε διοικητικό έλεγχο των υποβληθέντων για την άδεια λειτουργίας δικαιολογητικών. Επιπλέον, η ΑΑ, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, δύναται για την ολοκλήρωση του διοικητικού ελέγχου να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η έκδοση της άδειας λειτουργίας πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
Γ. Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις δυναμικότητας κάτω των ορίων της Κατηγορίας Β
1. Για την έκδοση της άδειας ίδρυσης, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση, η οποία συνοδεύεται από τα εξής δικαιολογητικά : α) Βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας Δόμησης περί υπαγωγής ή μη της έκτασης, στην οποία βρίσκεται το γήπεδο όπου θα κατασκευαστεί η κτηνοτροφική εγκατάσταση, σε συγκεκριμένες δεσμεύσεις του χωρικού σχεδιασμού.
β) Έγγραφα που αποδεικνύουν την ιδιοκτησία ή τις νόμιμες προϋποθέσεις χρήσης του γηπέδου της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία.
γ) Γεωτεχνική μελέτη η οποία περιλαμβάνει :
αα) Το είδος και τον αριθμό των ζώων που θα εκτρέφονται στην κτηνοτροφική εγκατάσταση.
ββ) Τον τύπο σταυλισμού των ζώων.
γγ) Τοπογραφικό διάγραμμα του γηπέδου με σκαρίφημα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης
δδ)Αρχιτεκτονικά σχέδια και διάγραμμα κάλυψης των κτιριακών εγκαταστάσεων χωρίς έγκριση Αρχιτεκτονικής επιτροπής
εε) Περιγραφή της παραγωγικής κατεύθυνσης και διαδικασίας και του τρόπου διαχείρισης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
στστ) Περιγραφή του τρόπου διαχείρισης των αποβλήτων που προκύπτουν από τη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
δ) Φάκελος με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης επέμβασης από την αρμόδια δασική υπηρεσία.
Με τον περιορισμό των περ. β’ και δ’ της παρ. 1 και της περ. α’ της παρ.2 του άρθρου 4 ν.998/1979 ως ισχύει:
α) Σε περιοχές όπου δεν υφίσταται αναρτημένος και θεωρημένος δασικός χάρτης, κατατίθεται αίτημα για έκδοση πράξης χαρακτηρισμού στην ΑΑ και η οποία θα την διαβιβάσει στο οικείο Δασαρχείο με τα αντίστοιχα δικαιολογητικά. Η αρμόδια δασική υπηρεσία προβαίνει αρχικά σε προέγκρισης χωροθέτησης εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός με καταβολή του μέγιστου προβλεπόμενου ανταλλάγματος χρήσης επί του περιφραγμένου χώρου και εν παραλλήλω στην έκδοση πράξης χαρακτηρισμού, η οποία εκδίδεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 6 μηνών από τη διαβίβαση του αιτήματος και το καταβληθέν ποσό του ανταλλάγματος χρήσης τελικά συμψηφίζεται.
β) Σε περιοχές όπου υφίσταται αναρτημένος και θεωρημένος δασικός χάρτης δεν απαιτείται πράξη χαρακτηρισμού και ακολουθείται η αδειοδοτική διαδικασία εγκατάστασης .Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις υποβάλλονται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Ο φάκελος της γεωτεχνικής μελέτης
β) Έγγραφη συναίνεση ιδιοκτήτη σε περίπτωση ιδιωτικής έκτασης, διεπόμενης από τις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας
γ) Στην κατηγορία αυτή ο φορέας της εγκατάστασης απαλλάσσεται από την καταβολή του κόστους δαπάνης αναδάσωσης για έκταση περιφραγμένου χώρου μικρότερη των 4 στρ., σε όλες τις περιοχές , καθώς και σε περιοχές NATURA)
δ)Τέλος αποκατάστασης ως εγγύηση επί του περιφραγμένου χώρου, υπολογιζόμενο στο ύψος του απαιτητού κόστους αποκατάστασης
ε) Καταβολή ανταλλάγματος χρήσης
στ) Φάκελος με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες για έργα που εμπίπτουν στις διατάξεις του ν. 3028/2002.
Τα δικαιολογητικά αυτά είναι:
αα) Καθορισμός της ακριβούς θέσης του γηπέδου σε διάγραμμα κλίμακας 1:5.000 της Γ.Υ.Σ.
ββ) Εξαρτημένο τοπογραφικό διάγραμμα κατά ΕΓΣΑ 87 του γηπέδου που θα αναπτυχθεί η εγκατάσταση.
γγ) Ο φάκελος της γεωτεχνικής μελέτης.
Η ΑΑ προβαίνει σε διοικητικό έλεγχο εξετάζοντας την πληρότητα του φακέλου με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης επέμβασης. Εφόσον ο φάκελος είναι πλήρης, η ΑΑ τον διαβιβάζει στην αρμόδια δασική υπηρεσία και αιτείται την έκδοση έγκρισης επέμβασης.
Ομοίως, η ΑΑ ελέγχει την πληρότητα του φακέλου με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση έγκρισης από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες και εφόσον ο φάκελος είναι πλήρης τον διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες και αιτείται την έκδοση των σχετικών εγκρίσεων.
Η αρμόδια δασική υπηρεσία και οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες διαβιβάζουν τις αντίστοιχες εγκρίσεις στην ΑΑ εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός προκειμένου να συμπληρωθεί ο φάκελος με τα απαραίτητα δικαιολογητικά του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
Η ΑΑ διενεργεί έλεγχο στα υπόλοιπα δικαιολογητικά και εφόσον συντρέχουν οι όροι και προϋποθέσεις εκδίδει την άδεια ίδρυσης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η άδεια ίδρυσης έχει ισχύ για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών με δυνατότητα παράτασης ισχύος ενός (1) επιπλέον έτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Γ.3 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων και η έναρξη της κτηνοτροφικής δραστηριότητας μετά και την ενδεχόμενη παράταση του ενός (1) επιπλέον έτους, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης προβαίνει σε αίτηση έκδοσης νέας άδειας ίδρυσης.
Σε περιοχές αρμοδιότητας της δασικής υπηρεσίας η αρμόδια δασική υπηρεσία εκδίδει πρωτόκολλο εγκατάστασης εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την έκδοση της άδειας ίδρυσης.
2. Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των εγκαταστάσεων και πριν την είσοδο του ζωικού κεφαλαίου σε αυτές, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση για κωδικό εκμετάλλευσης, όπου απαιτείται και αίτηση για άδεια λειτουργίας. Η αίτηση για άδεια λειτουργίας συνοδεύεται από:
α) Οικοδομική άδεια των κτιριακών εγκαταστάσεων ή έγκριση τύπου κατασκευής ή βεβαίωση απαλλαγής από την υποχρέωση έκδοσης οικοδομικής άδειας στις περιπτώσεις παρ.4 και 5 αρθ.1 ή απόφαση εξαίρεσης από την κατεδάφιση
β) υπεύθυνη δήλωση πολιτικού μηχανικού για την περάτωση των εργασιών κατασκευής,
γ) βεβαίωση μελετητή ότι κατά την κατασκευή των εγκαταστάσεων τηρήθηκαν οι προδιαγραφές της γεωτεχνικής μελέτης.
Η ΑΑ ζητά από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή την έκδοση κωδικού εκμετάλλευσης για την κτηνοτροφική εγκατάσταση και μετά την έκδοση του κωδικού προβαίνει σε διοικητικό έλεγχο των υποβληθέντων για την άδεια λειτουργίας δικαιολογητικών. Επιπλέον, η ΑΑ, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, δύναται για την ολοκλήρωση του διοικητικού ελέγχου να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η έκδοση της άδειας λειτουργίας πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
1. Ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση για την έκδοση άδειας λειτουργίας, η οποία συνοδεύεται από τα εξής δικαιολογητικά:
α) Ανάλογα με τη δυναμικότητα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, τα δικαιολογητικά που ορίζονται ως απαραίτητα για την έκδοση της άδειας ίδρυσης στις ανωτέρω παραγράφους Α, Β και Γ αντίστοιχα του παρόντος άρθρου.
β) Οικοδομική άδεια των κτιριακών εγκαταστάσεων ή έγκριση τύπου κατασκευής ή βεβαίωση απαλλαγής από την υποχρέωση έκδοσης οικοδομικής άδειας ή απόφαση εξαίρεσης από την κατεδάφιση.
Η ΑΑ προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες, όπως αυτές ορίζονται στις ανωτέρω παραγράφους Α, Β και Γ του παρόντος άρθρου, για την έκδοση έγκρισης επέμβασης από την αρμόδια δασική υπηρεσία και την έκδοση έγκρισης από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες.
Η αρμόδια δασική υπηρεσία και οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες διαβιβάζουν τις αντίστοιχες εγκρίσεις στην ΑΑ προκειμένου να συμπληρωθεί ο φάκελος με τα απαραίτητα δικαιολογητικά του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
Στην περίπτωση κτηνοτροφικής εγκατάστασης της Κατηγορίας Β, μετά τη διαβίβαση των εγκρίσεων της δασικής υπηρεσίας και των αρχαιολογικών υπηρεσιών στην ΑΑ, η ΑΑ προβαίνει στην υπαγωγή σε Π.Π.Δ. της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
2. Η ΑΑ διενεργεί διοικητικό έλεγχο για πληρότητα στα δικαιολογητικά της ανωτέρω παραγράφου Δ.1 και εκδίδει την άδεια λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η ΑΑ, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, δύναται για την ολοκλήρωση του διοικητικού ελέγχου να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η έκδοση της άδειας λειτουργίας πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
3. Ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης γνωστοποιεί εγγράφως στην ΑΑ την έναρξη της κτηνοτροφικής δραστηριότητας.
4. Η άδεια λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ισχύει χωρίς χρονικό περιορισμό για τον αριθμό και το είδος ή τα είδη των εκτρεφόμενων ζώων, τις εγκαταστάσεις και τους χώρους για τα οποία έχει εκδοθεί, εφόσον δεν έχει διακοπεί στο μεταξύ η δραστηριότητα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης πέραν του ενός (1) έτους, με εξαίρεση τη διακοπή λειτουργίας στην περίπτωση γεγονότων ανωτέρας βίας.
5. Κατά των αποφάσεων έκδοσης άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας που ορίζονται στο παρόν άρθρο, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης μπορεί να υποβάλλει αίτηση θεραπείας σύμφωνα με το νόμο 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
6. Η άδεια ίδρυσης και άδεια λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης , όπου απαιτείται, είναι υποχρεωτική για τη λήψη κάθε είδους οικονομικής ενίσχυσης, η οποία συνδέεται με το ζωικό κεφάλαιο ή και την κτηνοτροφική εγκατάσταση. Η εν λόγω διάταξη έχει ισχύ μετά την 31/12/2020.
Άρθρο 4
Διαδικασία χορήγησης άδειας διατήρησης υφισταμένων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων
1. Σε υφιστάμενες, μέχρι 31/12/2017, κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις με δυναμικότητα της Κατηγορίας Β και κάτω των ορίων αυτής, οι οποίες δεν διαθέτουν άδεια εγκατάστασης ή άδεια λειτουργίας , υπό την προϋπόθεση ορθής διαχείρισης αποβλήτων όπως αποτυπώνεται στην Γεωτεχνική μελέτη , χορηγείται άδεια διατήρησης από την ΑΑ με την καταβολή ετήσιου τέλους διατήρησης από τον φορέα της εγκατάστασης.
2. Η άδεια διατήρησης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης δεν μεταβιβάζεται, δεν τροποποιείται και αφορά στη συγκεκριμένη δυναμικότητα και τις συγκεκριμένες κτιριακές εγκαταστάσεις και υποδομές για τις οποίες εκδίδεται.
3. Σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής, αύξησης της προβλεπόμενης δυναμικότητας των εγκαταστάσεων ή των κτιριακών εγκαταστάσεων και υποδομών, η άδεια διατήρησης παύει να ισχύει και ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης οφείλει να αποκτήσει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Η άδεια διατήρησης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης παύει να ισχύει και ανακαλείται όταν για οποιονδήποτε λόγο διακοπεί η λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, με εξαίρεση την περίπτωση ανωτέρας βίας.
5. Για την έκδοση της άδειας διατήρησης δεν είναι απαραίτητη η τήρηση των ελάχιστων αποστάσεων μεταξύ κτηνοτροφικής εγκατάστασης και χώρων ή δραστηριοτήτων που χρήζουν προστασίας, όπως ορίζονται στο Παράρτημα 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, εκτός αν ισχύουν ειδικότερες διατάξεις σχετικές με την τήρηση των ελαχίστων αποστάσεων από συγκεκριμένους χώρους ή δραστηριότητες.
6. Η άδεια διατήρησης εκδίδεται ανεξάρτητα από τις δεσμεύσεις του χωρικού σχεδιασμού για την περιοχή στην οποία βρίσκεται το γήπεδο της κτηνοτροφικής εγκατάστασης και των περιορισμών της αρχαιολογίας
7. Για την έκδοση της άδειας διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης πρέπει, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) Η κτηνοτροφική εγκατάσταση πρέπει στις 31/12/2017 να διαθέτει κωδικό εκμετάλλευσης από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή ή νόμιμη απαλλαγή β) Ο λειτουργικός χώρος της κτηνοτροφικής εγκατάστασης πρέπει να βρίσκεται εκτός των ορίων του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου ή της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης των πάσης φύσεως οικισμών, χωριών, κωμοπόλεων, πόλεων και λουτροπόλεων.
γ) Η δυναμικότητα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης με βάση τον κωδικό εκμετάλλευσης πρέπει να είναι της Κατηγορίας Β και κάτω των ορίων αυτής. δ) Η άδεια διατήρησης μπορεί να εκδοθεί για αριθμό εκτρεφομένων ζώων μέχρι τον μέγιστο επιτρεπτό με βάση τις συγκεκριμένες κτιριακές εγκαταστάσεις και υποδομές και τους όρους υγιεινής και καλής διαβίωσης των ζώων.
8. Για την έκδοση της άδειας διατήρησης, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, στο όνομα του οποίου έχει εκδοθεί ο κωδικός εκμετάλλευσης από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή, υποβάλλει στην ΑΑ αίτηση, η οποία συνοδεύεται από τα εξής δικαιολογητικά :
α) Έγγραφα που αποδεικνύουν την ιδιοκτησία ή τις νόμιμες προϋποθέσεις χρήσης του γηπέδου της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης.
β) Γεωτεχνική μελέτη υπογεγραμμένη από γεωτεχνικό μελετητή εγκεκριμένο από το ΓΕΩΤ.Ε.Ε. η οποία περιλαμβάνει :
αα) Το είδος και τον αριθμό των ζώων που εκτρέφονται στην κτηνοτροφική εγκατάσταση.
ββ) Τον τύπο σταυλισμού των ζώων.
γγ) Τοπογραφικό διάγραμμα ή σκαρίφημα του γηπέδου στο οποίο βρίσκεται η κτηνοτροφική εγκατάσταση.
δδ) Περιγραφή των υφισταμένων κτιριακών εγκαταστάσεων ή καταλυμάτων στέγασης ζώων και των επιμέρους χώρων αυτών.
εε) Περιγραφή της παραγωγικής διαδικασίας και του τρόπου διαχείρισης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
στστ) Περιγραφή του τρόπου διαχείρισης των αποβλήτων που προκύπτουν από τη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
γ) Υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/1986, στην οποία ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης και ο γεωτεχνικός μελετητής δηλώνουν ότι τα δηλούμενα στοιχεία της εκμετάλλευσης είναι αληθή και ότι η εκμετάλλευση λειτουργεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με:
αα) την υγιεινή και καλή διαβίωση των εκτρεφόμενων ζώων,
ββ) τις ελάχιστες αποστάσεις μεταξύ κτηνοτροφικής εγκατάστασης και πηγών ύδατος,
γγ) τους όρους της εργατικής νομοθεσίας για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων και τις σχετικές υγειονομικές διατάξεις.
δ) Δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την λειτουργία της μονάδας το τελευταίο έτος (αίτηση ΕΑΕ, παραστατικά οικονομικής δραστηριότητας )
9. Η ΑΑ διενεργεί διοικητικό έλεγχο στα δικαιολογητικά της ανωτέρω παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου για τη διαπίστωση της συνδρομής των όρων και προϋποθέσεων έκδοσης άδειας διατήρησης. Επιπλέον, η ΑΑ, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, δύναται παράλληλα με τον διοικητικό έλεγχο των δικαιολογητικών να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
Η ΑΑ ενημερώνει εγγράφως τον φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης για την καταβολή του τέλους διατήρησης σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
Ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης καταβάλλει το ετήσιο τέλος διατήρησης και αποστέλλει το αποδεικτικό καταβολής στην ΑΑ.
Το τέλος διατήρησης αποτελεί πόρο της Περιφέρειας υπέρ των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.).
Η ΑΑ εκδίδει την άδεια διατήρησης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης στο όνομα του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η έκδοση της άδειας διατήρησης πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης. Μετά την έκδοση της άδειας διατήρησης η κτηνοτροφική εγκατάσταση τίθεται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών για τη διενέργεια τακτικών και εκτάκτων ελέγχων.
10. Το ύψος του τέλους διατήρησης καθορίζεται σε δύο (2) ευρώ ετησίως ανά Μονάδα Ζωικού Κεφαλαίου με βάση τη δυναμικότητα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
Οι συντελεστές μετατροπής ζωικού κεφαλαίου σε μονάδες ζωικού κεφαλαίου (ΜΖΚ) έχουν ως ακολούθως:
α) Ταύροι, αγελάδες και άλλα βοοειδή ηλικίας άνω των δύο ετών, και ιπποειδή ηλικίας άνω των έξι μηνών: 1,0 MZK
β) Βοοειδή ηλικίας από έξι μηνών έως δύο ετών: 0,6 MZK
γ) Βοοειδή ηλικίας κάτω των έξι μηνών: 0,4 MZK
δ) Αιγοπρόβατα: 0,15 MZK
ε) Χοιρομητέρες αναπαραγωγής > 50Kg: 0,5 MZK
στ) Λοιποί χοίροι: 0,3 MZK
ζ) Όρνιθες ωοπαραγωγής: 0,014 MZK
η) Άλλα πουλερικά : 0,03 MZK
θ) Νεοσσοί Εκκολαπτηρίων 45gr : 0,00022 MZK
ι) Κρεοπαραγωγές όρνιθες 2,2κ.ζβ: 0,004 MZK
Με απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων οι συντελεστές μετατροπής μπορεί να αυξηθούν ή να μειωθούν και εφόσον προκύψει ανάγκη να προστεθούν άλλες κατηγορίες ζώων.
11. Η άδεια διατήρησης υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, όπου απαιτείται, είναι υποχρεωτική για τη λήψη κάθε είδους οικονομικής ενίσχυσης, η οποία συνδέεται με το ζωικό κεφάλαιο ή και την κτηνοτροφική εγκατάσταση. Η εν λόγω διάταξη έχει ισχύ μετά την 31/12/2020.
Άρθρο 5
Θέσεις, ελάχιστη έκταση, ελάχιστες αποστάσεις κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και τρόπος μέτρησης αυτών.
1. Οι κάθε είδους νέες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις ιδρύονται και λειτουργούν πέρα από κατοικημένες περιοχές (πόλεις, κωμοπόλεις, χωριά, οικισμούς), καθώς επίσης και από λουτροπόλεις, παραδοσιακούς οικισμούς, εθνικούς και επαρχιακούς δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές, ποτάμια, λίμνες, αιγιαλούς, παραλίες, τη ζώνη Α’ κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων ή χαρακτηρισμένους τουριστικούς χώρους, νοσοκομεία, ευαγή ιδρύματα, εκπαιδευτήρια, καθώς και από ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, στρατόπεδα, εργοστάσια, βιοτεχνίες, κατασκηνωτικούς χώρους, μοναστήρια με αυξημένη επισκεψιμότητα και άλλους αντίστοιχους χώρους.
2. Η ελάχιστη έκταση γηπέδου που απαιτείται για την κατασκευή κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων καθορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 6, 7 και 8 του ν. 1577/1985 «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός» (Α’140) και τις ειδικότερες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας που ισχύουν κάθε φορά.
3. Οι ελάχιστες αποστάσεις, μεταξύ κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και χώρων ή δραστηριοτήτων που χρήζουν προστασίας, αναφέρονται στο Παράρτημα 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου και έχουν αμφίδρομη ισχύ, με την έννοια ότι εφαρμόζονται κατά τον ίδιο τρόπο στις περιπτώσεις που στην περιοχή, όπου ήδη λειτουργεί νόμιμα κτηνοτροφική εγκατάσταση, πρόκειται να γίνει ανάληψη νέου έργου ή δραστηριότητας.
Στην περίπτωση κατά την οποία μία κτηνοτροφική εγκατάσταση οποιασδήποτε κατηγορίας λειτουργεί νόμιμα και στην περιοχή εκδοθούν οικοδομικές άδειες για κατοικίες, ξενοδοχεία, σχολεία, στρατόπεδα ή άλλη δραστηριότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρόντος άρθρου, η κτηνοτροφική εγκατάσταση δεν επηρεάζεται από τις νεότερες δραστηριότητες. Αν η εγκατάσταση των λοιπών δραστηριοτήτων χωρεί βάσει χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδίου, το οποίο δεν περιέχει μεταβατικές ρυθμίσεις, υφίσταται στην περίπτωση αυτή υποχρέωση μετεγκατάστασης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, η οποία πραγματοποιείται υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης και πλήρους αποζημίωσης του ιδιοκτήτη της κτηνοτροφικής εγκατάστασης από τον φορέα, υπέρ του οποίου επιβάλλεται η μετεγκατάσταση. Οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία της μετεγκατάστασης, καθώς και το ύψος της αποζημίωσης καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού, ύστερα από εισήγηση της AA.
Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω:
α) για τα νησιά οι αποστάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, ισχύουν μειωμένες κατά 50%
β) σε υφιστάμενες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις (κατηγορίας Δ , αρθ3 του παρόντος νόμου) έως 31/12/2017, οι οποίες πληρούν όλες τις περιβαλλοντικές δεσμεύσεις , οι αποστάσεις μειώνονται κατά 50%.
4. α) Για την μέτρηση των ελάχιστων αποστάσεων της παρ.3 λαμβάνεται υπ’ όψη το σημείο τομής των διαγωνίων του μικρότερου παραλληλογράμμου που προκύπτει από την σύνδεση των επίκεντρων των κτιρίων που βρίσκονται στην περιφέρεια του λειτουργικού χώρου
β) Η μέτρηση των ανωτέρω ελάχιστων αποστάσεων γίνεται από το πλησιέστερο σημείο της νοητής γραμμής του ορίου του λειτουργικού χώρου της κτηνοτροφικής εγκατάστασης μέχρι:
αα) Τον άξονα εθνικών δρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών.
Κατ’ εξαίρεση στις περιπτώσεις υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, που ευρίσκονται πλησίον εθνικού ή επαρχιακού οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου και δεν πληρούν τις ελάχιστες αποστάσεις του Πίνακα 2 του Παραρτήματος 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, χορηγείται άδεια λειτουργίας. Στις περιπτώσεις αυτές ως υφιστάμενη κτηνοτροφική εγκατάσταση νοείται η κτηνοτροφική εγκατάσταση, η οποία κατά την 31/12/2017, λειτουργεί στις συγκεκριμένες κτιριακές υποδομές και με το ίδιο είδος εκτρεφόμενων ζώων για τα οποία ο φορέας της εγκατάστασης αιτείται την έκδοση άδειας λειτουργίας. H άδεια λειτουργίας μπορεί να εκδοθεί για αριθμό εκτρεφομένων ζώων μέχρι τον μέγιστο επιτρεπτό με βάση τις υφιστάμενες κτιριακές υποδομές και σύμφωνα με τους όρους υγιεινής και ευζωίας των ζώων.
ββ) Τις όχθες φυσικών και τεχνητών λιμνών, ταμιευτήρων πόσιμου νερού και ποταμών. Κατ’ εξαίρεση στις περιπτώσεις υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων σε σημείο χαμηλότερο από το επίπεδο των λιμνών οι αποστάσεις μειώνονται στο 50%
γγ) Την κατά το ν. 2971/2001 (Α’285) προσδιοριζόμενη γραμμή αιγιαλού ή παραλία, στις περιπτώσεις ακτών.
δδ) Τα όρια του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου ή της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης των πάσης φύσεως οικισμών, χωριών, κωμοπόλεων, πόλεων και λουτροπόλεων.
Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω, στις περιπτώσεις υφιστάμενων έως 31/12/2017 κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων ( κατηγορίας Δ , αρθ3 του παρόντος νόμου ), η μέτρηση των ελάχιστων αποστάσεων γίνεται από το πλησιέστερο σημείο του ορίου του λειτουργικού χώρου της κτηνοτροφικής εγκατάστασης μέχρι την πλησιέστερη κατοικία των πάσης φύσεως οικισμών, χωριών, κωμοπόλεων, πόλεων και λουτροπόλεων και στην περίπτωση στάσιμου οικισμού μέχρι το συνεκτικό τμήμα αυτού, αλλά η απόσταση της μονάδας από τα πολεοδομικά όρια δεν μπορεί να είναι μικρότερη του 20% της συνολικής ελάχιστης απόστασης
εε) Την πλησιέστερη κτηριακή ή άλλου είδους εγκατάσταση εκπαιδευτηρίων, νοσοκομείων, ευαγών ιδρυμάτων, τουριστικών χώρων, ξενοδοχείων, τουριστικών καταλυμάτων, κατασκηνωτικών χώρων, στρατοπέδων, βιομηχανιών και βιοτεχνιών.
5. Οι ελάχιστες αποστάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου πρέπει να τηρούνται και στις περιπτώσεις που πρόκειται να δημιουργηθούν εγκαταστάσεις, χώροι ή δραστηριότητες που εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και χρήζουν προστασίας. Ενδεικτικά αναφέρονται εκείνες που σχετίζονται με την άμυνα της χώρας, τη δημόσια ασφάλεια και την υγεία. Στην περίπτωση που επιβάλλεται οι αποστάσεις να είναι μεγαλύτερες, τότε απαιτείται μετεγκατάσταση της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, η οποία πραγματοποιείται υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης και πλήρους αποζημίωσης του ιδιοκτήτη της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, από τον φορέα, υπέρ του οποίου επιβάλλεται η μετεγκατάσταση. Οι όροι, η διαδικασία της μετεγκατάστασης, ο τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσης καθορίζονται με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών και μετά από εισήγηση της Δ/νσης Ζωικών Γενετικών Πόρων και Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων του ΥΠΑΑΤ. Σύμφωνα με την ανωτέρω ΚΥΑ εκδίδεται από την ΑΑ απόφαση μετεγκατάστασης .
6. Με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της AA, που εκδίδεται μετά από γνώμη της ΑΑ, επιτρέπεται σε συγκεκριμένη περίπτωση να μειωθούν μέχρι και 25% οι αποστάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου. Τη μείωση των αποστάσεων μέχρι και 25% είναι δυνατόν να ζητήσουν μόνο για συγκεκριμένη περίπτωση κτηνοτροφικής εγκατάστασης τόσο οι αρμόδιες υπηρεσίες, όσο και ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Κριτήρια για την έκδοση της παραπάνω απόφασης είναι η προστασία της δημόσιας υγείας, οι ειδικές γεωγραφικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν γύρω από τη συγκεκριμένη μονάδα, καθώς και η κύρια απασχόληση των κατοίκων της περιοχής.
7. Με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της AA, επιτρέπεται να μειωθούν μέχρι και 50% οι αποστάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, όταν ανάμεσα στους χώρους ή δραστηριότητες που χρήζουν προστασίας και στις κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις μεσολαβούν λόφοι, χαράδρες, κοιλάδες ή άλλες σοβαρές μεταβολές του ανάγλυφου του εδάφους.
8. Επιτρέπεται η ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεων επεξεργασίας ζωικών προϊόντων, εντός ή σε όμορο ακίνητο με τις εγκαταστάσεις των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων για την επεξεργασία αποκλειστικά ομοειδών προϊόντων ιδιοπαραγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις της εκάστοτε ισχύουσας υγειονομικής ή άλλης νομοθεσίας για τις επιχειρήσεις αυτές και ότι εξασφαλίζονται όλες οι απαραίτητες συνθήκες για την ασφάλεια των παραγόμενων προϊόντων.
Οι επιχειρήσεις αυτές πρέπει να λειτουργούν υπό τον ίδιο με την κτηνοτροφική εγκατάσταση φορέα και μεταβιβάζονται συνολικά/ενιαία. Κατά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου η άδεια λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης δεν υποκαθιστά την ενδεχόμενη απαραίτητη άδεια για τη νόμιμη λειτουργία της επιχείρησης επεξεργασίας ζωικών προϊόντων. Στις επιχειρήσεις επεξεργασίας ζωικών προϊόντων περιλαμβάνονται τα τυροκομεία και τα αλλαντοποιεία. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορούν να ορίζονται και άλλα είδη επιχειρήσεων για τις ανάγκες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.
9. Με Υπουργική Απόφαση του ΥΠΑΑΤ και τυχόν συναρμόδιων υπουργών δύναται να καθορίζονται οι ελάχιστες αποστάσεις μεταξύ των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και των μετακινήσεων για βόσκηση του ζωικού τους κεφαλαίου, καθώς και των εκτροφών βιολογικής κτηνοτροφίας
Άρθρο 6
Τροποποίηση ή μεταβίβαση της άδειας λειτουργίας της κτηνοτροφικής
εγκατάστασης και συστέγαση κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
1. Οι άδειες λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων δύνανται να:
α) Τροποποιούνται, όταν επέλθει αλλαγή στην επωνυμία του φορέα, φυσικού ή νομικού προσώπου.
β) Μεταβιβάζονται στο σύνολό τους, όταν περιέλθει, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, η κυριότητα ή το δικαίωμα εκμετάλλευσης του ζωικού κεφαλαίου, των υποδομών και του εξοπλισμού σε νέο φορέα. Στην περίπτωση αυτή η άδεια λειτουργίας μετά την μεταβίβαση αντικαθίσταται υποχρεωτικά στην επωνυμία του νέου φορέα. Η μεταβίβαση είναι δυνατή μόνο σε περίπτωση που η άδεια λειτουργίας είναι σε ισχύ.
γ) Μεταβιβάζονται εν μέρη όταν περιέλθει, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, μέρος της κυριότητα ή μέρος του ζωικού κεφαλαίου ή μέρος της επιτρεπτής δυναμικότητας της εκμετάλλευσης σε άλλο φορέα . Σε κάθε περίπτωση δεν ξεπερνάει την μέγιστη επιτρεπτή δυναμικότητα όπως αυτή αποτυπώνεται στην άδεια λειτουργίας της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης και η λειτουργία του νέου φορέα πραγματοποιείται στις υφιστάμενες υποδομές
2. α) Μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου στην AA, συνοδευόμενη από τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα, η τροποποιημένη ή μεταβιβαζόμενη άδεια χορηγείται:
αα) εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, όταν η αρχική άδεια έχει εκδοθεί στα πλαίσια του παρόντος νόμου ή
ββ) εντός τριάντα (30) εργασίμων ημερών, μετά από αυτοψία της ΑΑ, όταν η αρχική άδεια έχει εκδοθεί στα πλαίσια προγενέστερου νομικού πλαισίου. β) Προϋπόθεση για την τροποποίηση ή τη μεταβίβαση άδειας είναι να μην έχει επέλθει αύξηση της δυναμικότητας ή επέκταση ή μεταφορά ή αλλαγή του είδους της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή ουσιώδης τροποποίηση των όρων λειτουργίας της. Η συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων βεβαιώνεται με υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος, σύμφωνα με το ν.1599/1986. Σε κάθε περίπτωση, η ΑΑ μπορεί να ελέγξει την ορθότητα των όσων δηλώνονται.
3. Ο νέος φορέας ευθύνεται, για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος νόμου από το χρόνο που περιέρχεται σε αυτόν η κυριότητα της άδειας λειτουργίας ή του δικαιώματος εκμετάλλευσης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
4. Επιτρέπεται η συστέγαση κτηνοτροφικών μονάδων στην ίδια εγκατάσταση, εφόσον η δυναμικότητα της το επιτρέπει. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται:
α) νόμιμο συμφωνητικό κατατεθειμένο στην ΔΟΥ μέρους ή όλου του παραχωρηθέντος χώρου στέγασης , από τον φορέα της άδειας ίδρυσης, β) έκδοση των αντίστοιχων νέων αδειών λειτουργίας στο όνομα των φορέων που συστεγάζονται ή πρόκειται να συστεγαστούν
γ) τροποποίηση της άδειας λειτουργίας του αρχικά εγκατασταθέντος δ) υπεύθυνη δήλωση που θα κατατεθεί στο φάκελο της αίτησης για άδεις λειτουργίας του νέου φορέα με την οποία ρητά θα δηλώνει ότι θα τηρεί όλα τα προβλεπόμενα σύμφωνα με την αρχική άδεια λειτουργίας
Άρθρο 7
Διακοπή λειτουργίας κτηνοτροφικής εγκατάστασης στην περίπτωση
γεγονότων ανωτέρας βίας.
1. Προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, ανεξάρτητα της τήρησης όλων των όρων και προϋποθέσεων που τίθενται από τις οικείες άδειες εγκατάστασης, επιβάλλεται, όταν από τη λειτουργία της, ως απόρροια εκτάκτου και μη προβλεπόμενου σε κανονικές συνθήκες γεγονότος, ιδίως σε περίπτωση εμφάνισης επιδημίας ζωονόσου ή επιζωοτίας, προκαλείται άμεσος κίνδυνος για:
α) Τη δημόσια υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών.
β) Την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων.
γ) Την ασφάλεια των περιοίκων.
δ) Την προστασία του περιβάλλοντος.
2. Μετά από απόφαση του αρμόδιου για το έκτακτο γεγονός Υπουργού, διακόπτεται η λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης από τα όργανα της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών ή από τις ίδιες τις αστυνομικές αρχές, με τη σφράγιση του παραγωγικού εξοπλισμού της εγκατάστασης ή σε περίπτωση αποθήκης ή επικινδύνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών, χωρίς προηγούμενη ακρόαση των εκπροσώπων της επιχείρησης, για ορισμένο χρόνο, που μπορεί να παραταθεί για όσο διάστημα διαρκεί το έκτακτο και απρόβλεπτο γεγονός που επέβαλε τη σφράγιση.
Άρθρο 8
Αρχές ελέγχου και έλεγχος κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
1. Ως αρχές ελέγχου των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων ορίζονται τα κατά τόπους τμήματα Αγροτικής Ανάπτυξης και Ελέγχου και τα Κέντρα Ζωικών Γενετικών Πόρων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
2. Ο έλεγχος είναι επιτόπιος και διενεργείται ετησίως βάσει δείγματος ελέγχου που εξάγεται από το Τμήμα Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων της Δ/νσης Ζωικών Γενετικών Πόρων και Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων του ΥΠΑΑΤ, με χρήση μεθοδολογίας ανάλυσης κινδύνου και τυχαία επιλογή ή εκτάκτως κατόπιν καταγγελιών.
3. Ο προσδιορισμός και η παραμετροποίηση της μεθοδολογίας ανάλυσης κινδύνου, τα ποσοστά ελέγχου, οι διαδικασίες ελέγχου και κάθε λεπτομέρεια για τον έλεγχο των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων καθορίζονται με απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κατόπιν εισήγησης της Δ/νσης Ζωικών Γενετικών Πόρων και Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων και της Γενικής Δ/νσης Αποκεντρωμένων Δομών του ΥΠΑΑΤ. Με την ίδια απόφαση του ΥΠΑΑΤ καθορίζονται και άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες ελέγχων
Άρθρο 9
Κυρώσεις και επιβολή προστίμων.
1. Σε κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που διαπιστώνεται παράβαση των διατάξεων, μετά από έλεγχο των αρμόδιων αρχών του ΥΠΑΑΤ, του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, επιβάλλονται σε βάρος του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης οι παρακάτω κυρώσεις:
α) προσωρινή ή οριστική ανάκληση της άδειας ίδρυσης ή λειτουργίας ή διατήρησης. Στην περίπτωση οριστικής ανάκλησης παρέχεται η αναγκαία κατά περίπτωση χρονική προθεσμία για την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου,
β) διοικητικό πρόστιμο το ύψος του οποίου κυμαίνεται από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ.
2. Με απόφαση των αρμόδιων αρχών του ΥΠΑΑΤ, στους υπεύθυνους μηχανικούς ή γεωτεχνικούς που υπογράφουν υπεύθυνες δηλώσεις ή σχετικές βεβαιώσεις, οι οποίες υποβάλλονται στην ΑΑ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, επιβάλλεται πρόστιμο που κυμαίνεται από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εφόσον ύστερα από έλεγχο των αρμόδιων οργάνων, διαπιστώνεται ότι το περιεχόμενο των εγγράφων που υποβλήθηκαν είναι ψευδείς.
3. Πριν από την επιβολή οποιασδήποτε διοικητικής κύρωσης ή διοικητικού προστίμου που προβλέπεται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές του ΥΠΑΑΤ, καλούν εγγράφως, με αποδεικτικό επίδοσης, σε ακρόαση, τον κάτοχο της άδειας ή τον νόμιμο εκπρόσωπό του, καθώς και τον μηχανικό ή γεωτεχνικό που υπέγραψε τη ψευδή υπεύθυνη δήλωση ή βεβαίωση, οι οποίοι μπορούν να αναπτύξουν εγγράφως τις απόψεις τους εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών, από την ημέρα της επίδοσης. Μετά την ανάπτυξη των απόψεων των ενδιαφερομένων, οι αρμόδιες αρχές του ΥΠΑΑΤ αποφαίνονται εντός μέσα σε ένα μήνα για την επιβολή του προστίμου.
4. Η οριστική διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας πραγματοποιείται, μετά την παρέλευση της προθεσμίας απομάκρυνσης του ζωικού κεφαλαίου, από όργανα της Περιφέρειας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, με τη σφράγιση του παραγωγικού εξοπλισμού της εγκατάστασης. Μπορεί επιπρόσθετα να ζητηθεί η διακοπή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στη συγκεκριμένη εγκατάσταση από τον διαχειριστή του δικτύου ή του συστήματος ηλεκτροδότησης.
5. Οι πιο πάνω διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα επιβάλλονται πέραν των οποιωνδήποτε ποινικών, αστικών ή άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις. Τα πρόστιμα αποτελούν πόρο της οικείας Περιφέρειας υπέρ των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) .
6. Κατά των αποφάσεων της ΑΑ με τις οποίες χορηγούνται άδειες ίδρυσης εγκατάστασης, λειτουργίας ή διατήρησης, καθώς και κατά των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, χωρεί ειδική διοικητική ένσταση του ενδιαφερομένου στη Διεύθυνση Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η οποία και αποφασίζει αμετακλήτως εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού, κατόπιν εισήγησης της Διεύθυνσης Ζωικών Γενετικών Πόρων και Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εξειδικεύονται ή συμπληρώνονται τα κριτήρια και η διαδικασία επιβολής των πιο πάνω κυρώσεων, ο τρόπος κλιμάκωσης των κυρώσεων και προστίμων των παραγράφων 1 και 2.
Άρθρο 10
Ανάκληση άδειας ίδρυσης , άδειας λειτουργίας ή άδειας διατήρησης.
1. Η ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή της άδειας διατήρησης επιβάλλει την διακοπή της λειτουργίας, ολικώς ή μερικώς, της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
2. Η ολική διακοπή της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, επιβάλλεται όταν διαπιστώνονται παραβάσεις από τις Αρχές Ελέγχου του αρθ. 10, για τις οποίες υπάρχει αντικειμενική αδυναμία άρσης τους και οι παραβάσεις αυτές αφορούν στο σύνολο των υποδομών της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή σε τμήμα των υποδομών τόσο ουσιώδες που επηρεάζεται αποφασιστικά η νόμιμη λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών, που προβλέπονται στο άρθρο 13, διακόπτεται η λειτουργία στο σύνολο της εγκατάστασης.
3. Η μερική διακοπή της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, επιβάλλεται όταν διαπιστώνονται παραβάσεις που αφορούν σε τμήμα των υποδομών της κτηνοτροφικής εγκατάστασης χωρίς να επηρεάζεται ουσιαστικά η λειτουργία της ώστε το εναπομείναν τμήμα να δύναται να λειτουργήσει αυτοτελώς και να πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις. Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών, που προβλέπονται στο άρθρο 13, διακόπτεται η λειτουργία στο σύνολο της εγκατάστασης.
4. Πριν από την επιβολή της ανάκλησης της άδειας η ΑΑ, αποστέλλει έγγραφο με την διαπίστωση των παραβάσεων και τις κυρώσεις που επιφέρουν, καλώντας σε ακρόαση, με αποδεικτικό επίδοσης, από όργανο της ΑΑ, τον φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή τον νόμιμο εκπρόσωπο του ή τον υπογράφοντα ή τους υπογράφοντες τις υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, προκειμένου να εκθέσει τις τυχόν αντιρρήσεις και τις απόψεις του και να καταθέσει σχετικό υπόμνημα εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την ημέρα επίδοσης σε αυτόν του σχετικού εγγράφου.
5. Η ΑΑ αφού λάβει υπόψη τις αντιρρήσεις και τις απόψεις του ενδιαφερόμενου εισηγείται στον Περιφερειάρχη την έκδοση απόφασης με την οποία είτε απορρίπτει είτε κάνει αποδεκτές ολικώς ή μερικώς τις αντιρρήσεις του ενδιαφερόμενου.
6. Στην περίπτωση που η ΑΑ, κατά την κρίση της, διαπιστώσει ότι είναι εφικτή η αποκατάσταση της νόμιμης λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων με την εκτέλεση βελτιωτικών εργασιών και ότι η συνέχιση της λειτουργίας τους υπό τις ίδιες συνθήκες, δεν απειλεί άμεσα τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, τότε στην απόφαση της παραγράφου 5 καθορίζονται επακριβώς οι απαιτούμενες βελτιώσεις και η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να υλοποιηθούν. Η προθεσμία αυτή, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες που μπορεί να παραταθεί σε περιπτώσεις καθυστερήσεων στην υλοποίηση των απαιτούμενων βελτιωτικών εργασιών, εξαιτίας εξωγενών παραγόντων, που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του ενδιαφερόμενου και η οποία δεν μπορεί να ξεπερνά το ήμισυ της αρχικής. Σε περίπτωση που παρέλθει το ως άνω χρονικό διάστημα και ο ενδιαφερόμενος δεν εκτελέσει τις απαιτούμενες βελτιώσεις τότε η ΑΑ ενεργεί για έκδοση απόφαση ανάκλησης της άδειας.
7. Στην περίπτωση που η ΑΑ κάνει αποδεκτή τις αντιρρήσεις του ενδιαφερόμενου ενεργεί για την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 5 στην οποία αναφέρεται η αποδοχή των αντιρρήσεων του ενδιαφερόμενου χωρίς καμία περαιτέρω συνέπεια για αυτόν.
8. Στην περίπτωση που η ΑΑ κατά την κρίση της διαπιστώσει ότι δεν είναι εφικτή η άρση των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν, τότε ενεργεί για την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 5 και στη συνέχεια για την έκδοση απόφαση ανάκλησης της άδειας.
9. Η απόφαση ανάκλησης είναι οριστική, εκδίδεται από τον Περιφερειάρχη κατόπιν εισήγησης της ΑΑ και κοινοποιείται στη Διεύθυνση Ζωικών Γενετικών Πόρων και Κτηνοτροφικών Εγκαταστάσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στην αρχή που διενήργησε τον έλεγχο και στις σχετικές εμπλεκόμενες δημόσιες αρχές.
Άρθρο 11
Διακοπή λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
1. Στις περιπτώσεις που επιβληθεί η κύρωση της διακοπής της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, στη σχετική απόφαση αναστολής της άδειας τίθεται ορισμένη προθεσμία απομάκρυνσης του ζωικού κεφαλαίου που τυχόν υπάρχει σε αυτή. Η προθεσμία για την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου ορίζεται μέχρι τρεις (3) μήνες με δυνατότητα παράτασης μέχρι ένα (1) μήνα επιπλέον σε περιπτώσεις εξωγενών παραγόντων που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου γίνεται εντός της ορισθείσας προθεσμίας με την αποκλειστική ευθύνη και δαπάνη του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Αν μετά την παρέλευση της σχετικής προθεσμίας και της παράτασης αυτής ο φορέας δεν έχει απομακρύνει από τη μονάδα το ζωικό κεφάλαιο, τότε τα ζώα θεωρούνται ως ανεπιτήρητα και για τη διαχείριση τους εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου.
2. Η διακοπή της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης πραγματοποιείται μετά από υπόδειξη της Αρχής Ελέγχου προς την ΑΑ και με
επίσπευση του προϊσταμένου της ΑΑ μετά την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου, η οποία διενεργείται από τα συνεργεία περισυλλογής ανεπιτήρητων ζώων του άρθρου 15 του παρόντος νόμου, υπό την εποπτεία της ΑΑ, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών.
3. Η ΑΑ, μετά την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου και αφού ενημερώσει τον φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, ζητά τη διακοπή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στη συγκεκριμένη εγκατάσταση από τον διαχειριστή του δικτύου ή του συστήματος ηλεκτροδότησης, ο οποίος υποχρεούται να προβεί στη ζητούμενη διακοπή εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη σχετική ειδοποίηση. Μετά και τη διακοπή της ηλεκτροδότησης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης σφραγίζει, παρουσία της αστυνομικής αρχής και του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή του νομίμου εκπροσώπου του, τον παραγωγικό εξοπλισμό της, την αποθήκη και τις λοιπές εγκαταστάσεις και συντάσσει σχετικό πρωτόκολλο.
Άρθρο 12
Διαχείριση ανεπιτήρητων παραγωγικών ζώων.
1. Ανεπιτήρητο αγροτικό ζώο είναι το βοοειδές ή προβατοειδές ή αιγοειδές ή Ιπποειδές ή χοίρος , που εντοπίζεται εκτός της οριοθετημένης κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης του κατόχου του, συμπεριλαμβανομένου του βοσκότοπου αυτής, άνευ επιτήρησης και είτε φέρει είτε δεν φέρει σήμανση.
2. Οι Περιφέρειες της χώρας, με τη συνδρομή των οικείων Δήμων, υποχρεούνται να μεριμνούν για την περισυλλογή, μεταφορά, φύλαξη, διατροφή και διατήρηση των ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών για την καθ’ οιοδήποτε τρόπο εκποίηση ή σφαγή ή επιστροφή στον ιδιοκτήτη τους. Με απόφαση του Περιφερειάρχη, ύστερα από διαβούλευση με τους οικείους Δήμους, καθορίζεται το πλαίσιο συνδρομής των Δήμων (προσωπικό, χώροι φύλαξης, διαχείριση, συλλογή, μεταφορά κλπ).
3. Για τον παραπάνω σκοπό, οι Περιφέρειες ιδρύουν και λειτουργούν, σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, μία η περισσότερες κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, επιτρεπομένης της συνεργασίας με άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα, σε ιδιόκτητους ή μισθωμένους ή παραχωρούμενους από το Δημόσιο ή από ιδιώτες χώρους.
Για τις ανωτέρω κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις δεν απαιτείται έκδοση άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας.
4. Με απόφαση του Περιφερειάρχη συγκροτούνται συνεργεία ή ανατίθεται σε συνεργεία η περισυλλογή των ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων. Τα εν λόγω συνεργεία αποτελούνται από άτομα έμπειρα στο χειρισμό των αγροτικών ζώων και κατά τη διάρκεια της περισυλλογής επιβλέπονται από τις οικείες περιφερειακές κτηνιατρικές αρχές σε ότι αφορά τον έλεγχο τήρησης των κανόνων προστασίας των ζώων. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο υπεύθυνος του κάθε συνεργείου και δύναται να καθορίζονται, κατόπιν διαβούλευσης με τους αρμόδιους φορείς, και λοιποί όροι της περισυλλογής (π.χ. συνδρομή του Σώματος της αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος, της οικείας Δασικής Υπηρεσίας κλπ).
5. Όλα τα ανεπιτήρητα αγροτικά ζώα περισυλλέγονται, οδηγούνται στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις της παραγράφου 3 και βρίσκονται υπό κτηνιατρική παρακολούθηση κατά την παραμονή τους εκεί. Μετά την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας συντάσσεται «πρακτικό περισυλλογής ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων» που υπογράφεται από τον υπεύθυνο του συνεργείου και στο οποίο καταγράφονται κατ’ ελάχιστον η ημερομηνία περισυλλογής, το είδος των ζώων που περισυλλέγονται, ο αριθμός και ο ατομικός κωδικός αριθμός αναγνώρισης των ζώων που φέρουν σήμανση, ο αριθμός των ζώων που δεν φέρουν σήμανση, η περιοχή απ’ όπου τα ζώα περισυλλέχθηκαν, ο τρόπος περισυλλογής και μεταφοράς των ζώων και η εκμετάλλευση προορισμού των περισυλλεχθέντων ζώων. Όσα από αυτά δεν φέρουν σήμανση αναγνωρίζονται κατάλληλα, μετά την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 6. Επιπλέον, τα περισυλλεχθέντα ανεπιτήρητα παραγωγικά ζώα καταχωρούνται στο μητρώο της εκμετάλλευσης και στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα της Κτηνιατρικής.
6. Τα ανεπιτήρητα αγροτικά ζώα περιέρχονται στην ιδιοκτησία της Περιφέρειας, εφόσον, μετά την παρέλευση 10 (δέκα) ημερολογιακών ημερών από την περισυλλογή τους, ο κάτοχός τους δεν αιτηθεί την επιστροφή τους. Δεν επιτρέπεται η επιστροφή ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων που κατά την περισυλλογή τους δεν φέρουν σήμανσή τους, εφόσον ο ισχυριζόμενος την κατοχή των εν λόγω ζώων δεν μεριμνήσει, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, για την κατάλληλη σήμανσή τους, παρέχοντας στην επιβλέπουσα οικεία περιφερειακή κτηνιατρική αρχή την απαραίτητη τεκμηρίωση σχετικά με την ιχνηλασιμότητά τους. Κατά την επιστροφή των ανεπιτήρητων παραγωγικών ζώων από τις εκμεταλλεύσεις της παραγράφου 3 στις εκμεταλλεύσεις των κατόχων τους, η μεταφορά των ζώων αποτελεί ευθύνη τους και βαρύνει αποκλειστικά αυτούς.
7. Η εκποίηση των προϊόντων που προέρχονται από τα περισυλλεχθέντα ζώα πραγματοποιείται από τον προϊστάμενο της οικείας Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής μετά από απόφαση του Περιφερειάρχη. Με όμοια απόφαση γίνεται και η εκποίηση των ζώων, μετά την παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 6 και εφόσον ο κάτοχός τους δεν αιτηθεί την επιστροφή. Στην περίπτωση των περισυλλεχθέντων Ιπποειδών δύναται η απόφαση αυτή να αναθέτει την φροντίδα τους σε συνεργαζόμενους ιππικούς ομίλους ή φορείς που διαθέτουν εγκαταστάσεις ιπποειδών. Τα έξοδα φροντίδας βαρύνουν την Περιφέρεια και καθορίζονται από την ανωτέρω απόφαση
Ο προϊστάμενος της οικείας Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής μετά από απόφαση του Περιφερειάρχη δύναται να διαθέτει δωρεάν άνευ δημοπρασίας τα ζώα ή και τα προϊόντα που προέρχονται από το ζωικό κεφάλαιο της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης της παραγράφου 3 σε αγαθοεργά ή άλλα κοινωφελή ιδρύματα ή στον οικείο Δήμο για την κάλυψη των αναγκών ατόμων που αποδεδειγμένα υπάγονται σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες.
8. Σε κάθε Περιφέρεια συγκροτείται και ορίζεται, με απόφαση του Περιφερειάρχη, τριμελής επιτροπή παρακολούθησης της διαχείρισης ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων, με υποχρεωτική συμμετοχή ενός τουλάχιστον κτηνιάτρου.
9. Σε κάθε περίπτωση, στον κάτοχο του ανεπιτήρητου παραγωγικού ζώου, ο οποίος ταυτοποιείται από το σύστημα σήμανσης και καταγραφής, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, ύψους εξήντα (60) ευρώ ανά ζώο για τα αιγοπρόβατα , τριακόσια εξήντα (360) ευρώ ανά ζώο για τα βοοειδή, εκατόν ογδόντα (180) ευρώ ανά ζώο για τους χοίρους και οκτακόσια (800) ευρώ ανά ζώο για τα
Ιπποειδή. Αντίστοιχα, στον κάτοχο μη σημασμένου ανεπιτήρητου αγροτικού ζώου επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, ύψους εκατό (100) ευρώ ανά ζώο για τα αιγοπρόβατα και πεντακόσια (500) ευρώ ανά ζώο για τα βοοειδή, τρακόσια (300) ευρώ ανά ζώο για τους χοίρους και χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ ανά ζώο για τα Ιπποειδή. Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση Περιφερειάρχη, κατόπιν σχετικής εισήγησης της οικείας τριμελούς επιτροπής της παραγράφου 8, η οποία ενεργεί λαμβάνοντας υπόψη το «πρακτικό περισυλλογής ανεπιτήρητων παραγωγικών ζώων» της παραγράφου 5, το τυχόν αίτημα επιστροφής περισυλλεχθέντων ζώων από τον κάτοχό τους και την εισήγηση της επιβλέπουσας οικείας περιφερειακής κτηνιατρικής αρχής, με την οποία βεβαιώνεται η ταυτοποίηση του κατόχου.
10. Στην περίπτωση που ο κάτοχος ανεπιτήρητου αγροτικού ζώου αιτηθεί την επιστροφή του, εντός των πρώτων πέντε ημερών της προθεσμίας της παραγράφου 6, τότε το πρόστιμο της παραγράφου 9 μειώνεται στο ήμισυ. Διαφορετικά το πρόστιμο επιβάλλεται εξολοκλήρου για την επιστροφή του ζώου στον ιδιοκτήτη του. Τα διοικητικά πρόστιμα αποπληρώνονται και βεβαιώνονται ως έσοδα της οικείας Περιφέρειας, εισπράττονται σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ με τη σύνταξη χρηματικού καταλόγου από τη βεβαιούσα αρχή και με αναφορά της αρχής υπέρ της οποίας κατατίθενται και αποδίδονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ανταποδοτικά για τους σκοπούς του προγράμματος διαχείρισης των ανεπιτήρητων αγροτικών ζώων. Με απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και τυχόν συναρμόδιων Υπουργών καθορίζονται περαιτέρω κυρώσεις στην περίπτωση επαναλαμβανόμενων παραβάσεων.
11. Ο όρος «εγκεκριμένος κτηνίατρος» που απαντάται στο Παράρτημα 2 του ν. 4039/2012 (Α’ 15) αντικαθίσταται από τον όρο «κτηνίατρος».
Ηλεκτρονική πλατφόρμα διαχείρισης ελέγχου και λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
1. Στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δημιουργείται ηλεκτρονική πλατφόρμα διαχείρισης για τον έλεγχο, διαχείριση και έκδοση αδειών ίδρυσης, λειτουργίας ή διατήρησης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων με τα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά:
α) Υποβολή αιτήσεων.
β) Έκδοση αδειοδοτήσεων.
γ) έλεγχος κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
2. Διαχειριστής της ηλεκτρονικής πλατφόρμας είναι το Τμήμα Κτηνοτροφικών
Εγκαταστάσεων της Δ/νσης Ζωικών Γενετικών Πόρων και Κτηνοτροφικών
Εγκαταστάσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
3. Η δημιουργία και η τεχνική υποστήριξη της ηλεκτρονικής πλατφόρμας
γίνεται με την υποστήριξη της Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του
Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
4. Πρόσβαση στην πλατφόρμα με τα ανάλογα δικαιώματα έχουν όλες οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ και οι ΔΑΟΚ.
6. Με απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες για τη δημιουργία και λειτουργία της ηλεκτρονικής
πλατφόρμας ελέγχου και λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
Άρθρο 14
1. Κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που έχουν αδειοδοτηθεί με άδεια λειτουργίας εκμετάλλευσης, ισχύει η άδειά τους και οφείλουν εντός έξι (6) μηνών να υποβάλλουν αίτηση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα ελέγχου και λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
2. Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις όλων των κατηγοριών του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου λειτουργούν χωρίς άδεια ίδρυσης, λειτουργίας ή άδεια εγκατάστασης, υποχρεούνται μέχρι 31/12/2020 να λάβουν άδεια λειτουργίας ή άδεια διατήρησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Για την έκδοση της άδειας λειτουργίας ή της άδειας διατήρησης, σύμφωνα με το ανωτέρω εδάφιο, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης οφείλει να υποβάλει αντίστοιχα αίτηση για άδεια ίδρυσης ή αίτηση για άδεια διατήρησης εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας μέχρι την οποία οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις οφείλουν να λάβουν άδεια λειτουργίας ή άδειας διατήρησης, δηλαδή μέχρι 31/12/2020, αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής, επιβολής προστίμων, κατεδάφισης, που τυχόν έχουν εκδοθεί, και ανακαλούνται οριστικά, εφόσον εκδοθεί η άδεια λειτουργίας ή η άδεια διατήρησης.
Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, η άδεια λειτουργίας ή η άδεια διατήρησης χορηγείται μόνο αν υποβληθεί η αίτηση, με τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά και αφού καταβληθεί οποιοδήποτε χρηματικό πρόστιμο έχει επιβληθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, στις οποίες έχουν καταγραφεί από τις αρμόδιες αρχές παραβάσεις της συναφούς και παράλληλης σχετικής νομοθεσίας, για τις οποίες υπάρχει αντικειμενική αδυναμία άρσης των παραβάσεων.
3. Οι άδειες λειτουργίας ή οι άδειες εγκατάστασης, που έχουν εκδοθεί για ορισμένη χρονική διάρκεια, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους. Κατά τη διάρκεια της ισχύος τους εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο της έκδοσης τους.
4. Αιτήματα για ανανέωση άδειας λειτουργίας ή άδειας εγκατάστασης, που έχει εκδοθεί με ορισμένη διάρκεια βάσει προηγούμενου νομικού πλαισίου και της οποίας έχει λήξει ο χρόνος ισχύος, εξετάζονται ως αιτήματα για τη συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας, με την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση διατηρεί οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα και εκδίδεται άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο.
5. Η υπ’ αριθμ. 940/81279/26-7-2017 (ΦΕΚ 2741 Β’) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την έκδοση των αδειών διατήρησης για τις αιτήσεις που έχουν κατατεθεί εντός της ορισθείσας προθεσμίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Άρθρο 15
Παραρτήματα
Στον παρόντα νόμο προσαρτώνται τα παραρτήματα 1 και 2, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτού. Το Παράρτημα 2 δύναται να τροποποιείται και να συμπληρώνεται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός της παρ.6 του αρθ. 3 και της παρ.11 του αρθρ. 4 που ισχύουν μετά την 31-12-2020. Παραγγέλλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Ο παρών ιστοχώρος και όλα τα κείμενα και δεδομένα που εμπεριέχονται σε αυτόν, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά των νομοθετικών και διοικητικών κειμένων (Νόμοι, Διατάγματα, Υπουργικές Αποφάσεις, ΠΟΛ., Διοικητικές Πράξεις και Λύσεις κ.α.), των νομολογιακών κειμένων (Δικαστικές Αποφάσεις κ.α.), των περιλήψεων αυτών και της τήρησής τους σε βάση δεδομένων, των συσχετίσεων μεταξύ τους και των ειδικών εργαλείων αναζήτησης, αποτελούν αντικείμενο ειδικής επεξεργασίας και πνευματικής δημιουργίας και προστατεύονται από την νομοθεσία περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων και δη από τους νόμους 2121/1993, 2557/1997, 2819/2000, τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (ν. 100/1975), τη Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης (ν. 2054/1992) και τις Οδηγίες 91/100/ΕΟΚ, 92/100/ΕΟΚ, 93/83/ΕΟΚ, 93/98/ΕΟΚ ΚΑΙ 96/9/ΕΟΚ.
Η ιδιοκτησία επ’ αυτών αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ: Η αναδημοσίευση και η με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγή, εξ’ ολοκλήρου, τμηματικά ή περιληπτικά, των οιωνδήποτε κειμένων ή δεδομένων περιλαμβάνονται στον παρόντα ιστοχώρο, χωρίς την έγγραφη άδεια της δικαιούχου εταιρείας.