ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο «Μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άλλες διατάξεις»
ΜΕΡΟΣ Α’
Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
Μείωση ασφαλιστικών εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών,
αυτοαπασχολούμενων και αγροτών
Άρθρο 1
Αντικατάσταση του άρθρου 39 του ν. 4387/2016
Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζονται τα ποσοστά της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης που καταβάλουν οι αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες, παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης των ασφαλισμένων που προέρχονται από τον τ. ΟΑΕΕ και τον τ. ΕΤΑΑ (άνω πενταετίας), μειώνεται από 1.1.2019 έναντι του αρχικώς προβλεφθέντος ποσοστού 20% σε ποσοστό 13,33%. Το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να υπολογίζεται επί του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, πλην όμως τελεί υπό την επιφύλαξη της υποχρεωτικής ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς.
Σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, η κατά τα ανωτέρω υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης των παραπάνω ασφαλισμένων δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Άρθρο 2
Προσθήκη άρθρου 39Α στον ν. 4387/2016
Με την προτεινόμενη διάταξη συγκεντρώνονται όλες οι ειδικότερες διατάξεις που αφορούν τα ποσοστά μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που καταβάλουν οι ασφαλισμένοι που προέρχονται από το τ. ΕΤΑΑ και οι αυτοαπασχολούμενοι απόφοιτοι σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά την πρώτη 5ετία από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση. Ειδικότερα, για τα ανωτέρω πρόσωπα προβλέπεται ότι από 1.1.2019 το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό 13,33%.
Επιπροσθέτως, για τα ανωτέρω πρόσωπα ορίζεται ότι η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού τόσο για το διάστημα από 1.1.2017 έως 31.12.2018 όσο και για το διάστημα από 1.1.2019 και εντεύθεν αντιστοιχεί στο 70% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Επειδή ο ΕΦΚΑ αποτελεί ενιαίο φορέα ασφαλισμένων, ευμενέστερη μεταχείριση σε μία κατηγορία ασφαλισμένων θα συνεπαγόταν μεταφορά πόρων προς αυτή από τις υπόλοιπες κατηγορίες, με συνέπεια την παραβίαση των αρχών της ισονομίας του συστήματος. Για το λόγο αυτό, προβλέπεται η επιστροφή της ανωτέρω ασφαλιστικής ελάφρυνσης των ανωτέρω νέων ασφαλισμένων. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της κατά τα ανωτέρω μειωμένης μηνιαίας εισφοράς σε σχέση με την αναφερόμενη στο άρθρο 39 υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά που θα ισχύει από 1.1.2019 (ποσοστού 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών) συνιστά ασφαλιστική οφειλή.
Επιπροσθέτως, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζονται αναδρομικά από 1.1.2017 τα ποσά της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα ανωτέρω πρόσωπα στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών και στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, ανεξαρτήτως εισοδήματος.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών των ανωτέρω προσώπων ορίζεται σε ποσοστό 4% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Επίσης, προβλέπεται ότι το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, ορίζεται από 1.1.2017 έως 31.5.2019, σε ποσοστό 7%, από 1.6.2019 έως 31.5.2022 σε ποσοστό 6,5% και από 1.6.2022 σε ποσοστό 6%, υπολογιζόμενων όλων των ανωτέρω ποσοστών επί της ίδιας ως άνω μειωμένης βάσης υπολογισμού.
Άρθρο 3
Αντικατάσταση του άρθρου 40 του ν. 4387/2016
Με την προτεινόμενη διάταξη επαναπροσδιορίζεται το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους που ασφαλίζονταν ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του πρώην ΟΓΑ από 1.1.2019 και εντεύθεν. Ειδικότερα, στην παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπεται πως το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς, όπως διαμορφώνεται τελικά από την 1.1.2022 και εντεύθεν, μειώνεται από ποσοστό 20% σε ποσοστό 13,33% επί του εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.
Παράλληλα, και υπό το πρίσμα της ανωτέρω μείωσης, στη μεταβατική περίοδο που έχει ήδη προβλεφθεί από την 1.1.2017 και μέχρι την 1.1.2022, οπότε και διαμορφώνεται τελικά το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς στο νέο αυτό, μειωμένο, ποσοστό, το ύψος της μηνιαίας εισφοράς ανακαθορίζεται και διαμορφώνεται ως εξής:
α. από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ορίζεται σε ποσοστό 10%, επί των υφισταμένων κατά την δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών.
β. Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παρ. 1. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παρ. 2 του άρθρου 38.
γ. Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017 το άνω ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε 14%.
δ. Από 1.1.2018 έως 31.12.2018 το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%.
ε. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 της προτεινόμενης διάταξης, το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε 12% από 1.1.2019 έως 31.12.2019, σε ποσοστό 12,67% από 1.1.2020 έως 31.12.2020, σε ποσοστό 13% από 1.1.2021 έως 31.12.2021 και σε ποσοστό 13,33%, από 1.1.2022 και εντεύθεν.
Η πάγια ρύθμιση με την οποία ορίζεται πως το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα για τους αγρότες θα είναι το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25%, εξακολουθεί και ισχύει.
Περαιτέρω, με την παρ. 3 της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται ότι η ελάχιστη μηνιαία εισφορά από 1.1.2019 και έως 31.12.2019 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος, από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος, από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19,5% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος και από 1.1.2022 και εντεύθεν δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.
Οι ασφαλισμένοι διατηρούν τη δυνατότητα για προαιρετική καταβολή υψηλότερης εισφοράς από την κατά τα ανωτέρω οριζόμενη. Ειδικότερα, δύνανται με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, να μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις παρ. 1.
Άρθρο 4
Τροποποίηση του άρθρου 97 του ν. 4387/2016
Με την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιείται η βάση υπολογισμού της εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης και συγκεκριμένα πλέον όλοι οι αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες θα καταβάλουν τα αναφερόμενα ποσοστά ανά περίοδο αναφοράς επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ανεξαρτήτως δηλαδή εισοδήματος. Περαιτέρω, ειδικά για τους ασφαλισμένους στον τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων και του τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών του τ. ΟΑΕΕ του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, το συγκεκριμένο ποσό εισφοράς ισχύει από 1.12.2012 και από 1.1.2015 αντίστοιχα. Η ρύθμιση των περιπτώσεων του προηγούμενου εδαφίου αναδρομικά από τις παραπάνω ημερομηνίες κρίθηκε αναγκαία, καθώς οι προβλεπόμενες από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς διαδικασίες θέσπισης της εισφοράς αυτών των κατηγοριών δεν είχαν ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα να μην είναι ορισμένο το ποσό εισφοράς που όφειλαν οι ασφαλισμένοι.
Προβλέπεται, επιπλέον, η δυνατότητα για όποιον από τους ασφαλισμένους το επιθυμεί να υποβάλει αίτηση στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε και να επιλέξει τα παραπάνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη παροχή επικουρικής σύνταξης. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους. Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφασή του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της προαιρετικής καταβολής εισφοράς επί μεγαλύτερης βάσης υπολογισμού.
Άρθρο 5
Τροποποίηση του άρθρου 35 του ν. 4387/2016
Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι για τους αυτοτελώς απασχολούμενους το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ θα υπολογίζεται αναδρομικά από την 1.1.2017 στην ελάχιστη βάση υπολογισμού, δηλαδή επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει. Ορίζεται ως μηνιαία εισφορά ποσοστό 4%, επί της παραπάνω ελάχιστης βάσης υπολογισμού, ανεξαρτήτως εισοδήματος.
Προβλέπεται, επιπλέον, η δυνατότητα για όποιον από τους ασφαλισμένους το επιθυμεί να υποβάλει αίτηση στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε και να επιλέξει τα παραπάνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη εφάπαξ παροχή. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους. Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφασή του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της προαιρετικής καταβολής εισφοράς επί μεγαλύτερης βάσης υπολογισμού.
Άρθρο 6
Τροποποίηση του άρθρου 98 του ν. 4387/2016
Με την διάταξη του άρθρου 98 του ν. 4387/2016 είχε εισαχθεί μεταβατική ρύθμιση για μειωμένες εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από το ΕΤΑΑ για το χρονικό διάστημα από 1.1.2017 έως και 31.12.2020. Δεδομένου ότι με νεότερη ρύθμιση από 1.1.2017 οι εισφορές υπέρ επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής είναι ποσοστά επί σταθερής βάσης υπολογισμού και συγκεκριμένα επί του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, οι αναφερόμενες στο άρθρο προσαρμογές δεν ισχύουν για τις εισφορές υπέρ επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής.
Άρθρο 7
Τροποποίηση του άρθρου 28 του ν. 4387/2016
Με την προτεινόμενη διάταξη προσαρμόζεται ο ορισμός των συντάξιμων αποδοχών στην νέα μεταρρύθμιση σχετικά με τις εισφορές αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών και ασφαλισμένων του άρθρου 40. Ορίζεται ότι συντάξιμες αποδοχές αποτελεί το ποσό που αντιστοιχεί στο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν η καταβεβλημένη μηνιαία εισφορά ως εισφορά ύψους 20%. Αντίστοιχα ρυθμίζονται και οι συντάξιμες αποδοχές που προκύπτουν έπειτα από εξαγορά πλασματικού χρόνου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
Λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις
Άρθρο 8
Έναρξη και λήξη συνταξιοδοτικού δικαιώματος στο ΕΤΕΑΕΠ
Η έναρξη του δικαιώματος της επικουρικής σύνταξης, μέχρι σήμερα, καθορίζεται από τις καταστατικές διατάξεις κάθε ενταχθέντος στον ΕΤΕΑΕΠ τομέα ή κλάδου, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαφορετική έναρξη του δικαιώματος σύνταξης ανά τομέα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το τ. ΤΕΑΔΥ η ημερομηνία έναρξης ακολουθεί την ημέρα συνταξιοδότησης στον κύριο φορέα, στο τ. ΤΕΑΠΟΚΑ η σύνταξη καταβάλλεται από την ημέρα παύσης της μισθοδοσίας του Δημοσίου Ταμείου, ενώ στο τ. ΤΕΑΠΑΠ-ΔΕΗ η επικουρική σύνταξη άρχεται την πρώτη του επομένου μηνάς από το μήνα που επήλθε η αποχώρηση του ασφαλισμένου από την υπηρεσία. Το ισχύον πλαίσιο με τις πολλές και διαφορετικές ημερομηνίες έναρξης του δικαιώματος σύνταξης γήρατος δεν δικαιολογείται μετά την ένταξη όλων των φορέων στο ΕΤΕΑΕΠ, γιατί αφενός μεν η έναρξη καταβολής της σύνταξης δεν αντιμετωπίζεται με ενιαίο τρόπο για όλους τους ασφαλισμένους, αφετέρου δε, δημιουργούνται διοικητικές δυσλειτουργίες κατά τη διαδικασία έκδοσης των συνταξιοδοτικών αποφάσεων. Ακόμη, η ενοποίηση των αντίστοιχων κανόνων στον ΕΦΚΑ με το ν. 4554/2018 (Α’ 130) καθιστά αναγκαία την αντίστοιχη ρύθμιση των επικουρικών συντάξεων.
Στο πλαίσιο των ενιαίων κανόνων που θέτει ο ν. 4387/2016 (Α’ 85) για το σύνολο των ασφαλισμένων και συνταξιούχων όλων των φορέων που εντάχθηκαν στον ΕΤΕΑΕΠ, στους οποίους κανόνες συμπεριλαμβάνεται και ο κοινός τρόπος υπολογισμού της σύνταξης, κρίνεται σκόπιμη η καθιέρωση ενιαίας ρύθμισης έναρξης του δικαιώματος σύνταξης.
Συγκεκριμένα και προκειμένου για την άσκηση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου από τους ασφαλισμένους των ενταχθέντων στο ΕΤΕΑΕΠ τομέων, ορίζεται ως προϋπόθεση η υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης στον ΕΤΕΑΕΠ. Το δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος αρχίζει από την πρώτη του επόμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την ημερομηνία αυτή πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, σε αντίθετη δε περίπτωση, από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις. Περαιτέρω, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατά περίπτωση για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος υποβάλλονται μέχρι την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα που έπεται του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Σημαντική διαφοροποίηση που επέρχεται με τη νέα ρύθμιση είναι ότι πλέον δεν απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας, προκειμένου να αρχίσει η συνταξιοδότηση. Έτσι, σε όσες περιπτώσεις ο ασφαλισμένος επιθυμεί να συνεχίσει τη μισθωτή δραστηριότητά του ή την αυτοαπασχόληση, αρκεί να το δηλώσει στην αίτηση συνταξιοδότησής του, χωρίς πλέον να απαιτείται διακοπή δραστηριότητας από την οικεία Δ.Ο.Υ., προκειμένου για ελεύθερους επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενους.
Κοινή ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος σύνταξης ορίζεται και για τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου. Ομοίως, ορίζεται και το χρονικό σημείο λήξης σε συντάξεις γήρατος και λόγω θανάτου.
Η νέα ρύθμιση για την ενιαία έναρξη του δικαιώματος σύνταξης αρχίζει να εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, καταργούμενων από την ίδια ανωτέρω ημερομηνία όλων των ειδικών ή γενικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΤΕΑΕΠ τομέων που ρυθμίζουν διαφορετικά το θέμα της έναρξης και λήξης συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και θανάτου.
Με τη διάταξη αυτή ενοποιείται και απλοποιείται η αντιμετώπιση των περιπτώσεων έναρξης και λήξης του δικαιώματος σύνταξης από το ΕΤΕΑΕΠ, κατ’ αναλογία της διάταξης του ΕΦΚΑ, με τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η ισότιμη αντιμετώπιση όλων των ασφαλισμένων.
Άρθρο 9
Τεχνικό ζήτημα για την απονομή επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών στο ΕΤΕΑΕΠ
Με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται ότι σε περίπτωση υποβολής δήλωσης των ασφαλισμένων του ΕΤΕΑΕΠ που υπάγονταν στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ, περί εξόφλησης των εισφορών των συνεισπραττόμενων κλάδων επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών, για το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2016 για το οποίο έχουν εξοφληθεί οι εισφορές για τον κλάδο κύριας ασφάλισης και έχει διενεργηθεί έλεγχος του χρόνου ασφάλισης, η επικουρική σύνταξη και εφάπαξ παροχή απονέμεται, επικουρικά ως προς τα στοιχεία του ταμείου, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του προτεινόμενου άρθρου. Σύμφωνα με την παρ. 2, το ΕΤΕΑΕΠ ελέγχει τα στοιχεία της παρ. 1 εντός δύο (2) ετών από την έκδοση των σχετικών αποφάσεων. Σε περίπτωση που η διαδικασία της παρ. 1 δεν συμπίπτει με τα επαληθευμένα στοιχεία, εκτός από τις άλλες έννομες συνέπειες, αναζητούνται από το ΕΤΕΑΕΠ οι αχρεωστήτως καταβληθείσες συντάξεις και παροχές.
Άρθρο 10
Αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές από το τ. ΤΑΔΚΥ και το τ. ΤΠΔΚΥ
Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται κατά τις γενικές αρχές του δικαίου, ιδίως της χρηστής διοίκησης, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στη Διοίκηση καθώς και της αρχής της επιείκειας προς τον διοικούμενο, η μη αναζήτηση από το τ. ΤΑΔΚΥ και τ. ΤΠΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ, ως αχρεωστήτως καταβληθέντων των επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών, οι οποίες καταβλήθηκαν στους ασφαλισμένους του τ. ΤΑΔΚΥ και τ. ΤΠΔΚΥ χωρίς υπαιτιότητά τους.
Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3232/2004 προβλεπόταν ότι:
«3. Ασφαλισμένοι επικουρικών ταμείων που συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο ή συνταξιοδοτούνται με καθεστώς κύριας ασφάλισης ίδιο ή εξομοιούμενο με αυτό του Δημοσίου βάσει ιδιαίτερων νομοθετημάτων μπορούν να αναγνωρίσουν κάθε προϋπηρεσία τους που συμπίπτει με συντάξιμο χρόνο στο Δημόσιο ή το φορέα κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της στρατιωτικής υπηρεσίας, εφόσον για τον χρόνο αυτόν ο ασφαλισμένος δεν είχε άλλη επικουρική ασφάλιση με εξαίρεση το Μ.Τ.Π.Υ. Η αναγνώριση γίνεται με απόφαση του Ταμείου μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου…»
Πολλοί, αξιοποιώντας την ανωτέρω διάταξη, εξαγόρασαν στο επικουρικό ταμείο χρόνο ασφάλισης και έτσι θεμελίωσαν δικαίωμα και έλαβαν από το τ. ΤΑΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ, επικουρικό βοήθημα και από το τ. ΤΠΔΚΥ εφάπαξ παροχή. Εκ των υστέρων, όμως, διαπιστώθηκε από το Ταμείο η λάθος ερμηνεία της παραπάνω διάταξης και πλέον το ΕΤΕΑΕΠ ανακαλεί τις αποφάσεις απονομής επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών σε όσους έκαναν εξαγορά χρόνου σύμφωνα με τα παραπάνω. Περαιτέρω το τ. ΤΑΔΚΥ και το τ. ΤΠΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ ανακαλεί πράξεις απονομής επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών λόγω μεταγενέστερης της χορήγησής τους ανάκλησης της απόφασης του Φορέα κύριας ασφάλισης αλλά και λόγω μεταγενέστερης της χορήγησής τους απορριπτικής απόφασης του Φορέα κύριας ασφάλισης.
Λόγω της παραπάνω δύσκολης ερμηνείας των διατάξεων του νόμου και της παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας του ασφαλισμένου, στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Διοίκηση, κρίνεται σκόπιμη η προτεινόμενη διάταξη προκειμένου να μην αναζητηθούν τα ποσά ως αχρεωστήτως καταβληθέντα και να αποφευχθεί η ανατροπή του οικονομικού προγραμματισμού των ασφαλισμένων σε βάρος τους.
Άρθρο 11
Αναγνώριση πλασματικών χρόνων πριν την 1.1.2017 και αύξηση των συνταξίμων αποδοχών
Σύμφωνα με το προϊσχύσαν καθεστώς οι ασφαλισμένοι εξαγόραζαν πλασματικό χρόνο ασφάλισης με εισφορά υπολογιζόμενη επί της κατώτατης βάσης υπολογισμού χωρίς αυτό να επηρεάζει το ποσό της οριστικής τους σύνταξης. Ωστόσο, σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο ο πλασματικός χρόνος εξαγοράζεται με εισφορά υπολογιζόμενη επί του τελευταίου μηνιαίου εισοδήματος. Ανάλογα το ποσό της καταβαλλόμενης εισφοράς επηρεάζονται και οι συντάξιμες αποδοχές. Επειδή οι αναγνωριζόμενοι μήνες ασφάλισης στο νέο σύστημα υπολογισμού της σύνταξης στα πλαίσια της ανταποδοτικότητας των εισφορών έχουν αντίκτυπο στο τελικό ποσό της σύνταξης και επειδή όσοι εξαγόρασαν με το προϊσχύον καθεστώς χωρίς να έχουν αξιοποιήσει ακόμη αυτό το χρόνο θα μπορούσαν να θίγονται λόγω μεταγενέστερης μεταβολής του νομοθετικού πλαισίου, κρίνεται σκόπιμο να δοθεί η δυνατότητα σε αυτούς να υπαχθούν στο ευνοϊκότερο καθεστώς του ν. 4387/2016, καταβάλλοντας τη διαφορά.
Άρθρο 12
Εκκαθάριση και πληρωμή ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των ΦΚΑ που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ
Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται η διαδικασία εκκαθάρισης και πληρωμής από τον ΕΦΚΑ των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ -ήτοι εκείνων που αφορούν τα έτη από το 2006 και εντεύθεν για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση παραστατικά- προς τα φαρμακεία, λοιπούς συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας, φαρμακευτικές εταιρείες, προμηθευτές υγειονομικού και λοιπού υλικού κλπ., καθώς και προς ασφαλισμένους των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.
Στην παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπονται κάποια ποσοστά εκπτώσεων αναφορικά με τις οφειλές προς ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας, ενώ αναφορικά με τις οφειλές προς ασθενείς ασφαλισμένους ορίζεται ότι θα εξοφληθούν σε ποσοστό 100%.
Μέσω του προβλεπόμενου πρόχειρου λογιστικού ελέγχου που διενεργείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ για την έκδοση των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων επιταχύνεται η διαδικασία εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων ως άνω υποχρεώσεων. Ομοίως, για την επιτάχυνση της ανωτέρω διαδικασίας, ορίζεται ότι εξαιρετικώς, για την οριστικοποίηση των ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων, τη δέσμευση, τη μεταφορά πιστώσεων και κεφαλαίων απαιτείται και αρκεί, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, σύνταξη και υποβολή εντύπου συγκεντρωτικής κατάστασης ανά παραστατικό ή προμηθευτή ή πάροχο ή κατηγορία δαπάνης.
Η παρ. 5 της προτεινόμενης διάταξης αποσαφηνίζει ζητήματα αρμοδιοτήτων των οργανικών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης Καταβολής Παροχών Υγείας του ΕΦΚΑ καθώς επίσης και των τμημάτων Οικονομικού των Περιφερειακών Διευθύνσεων του ΕΦΚΑ στη διενέργεια της διαδικασίας εκκαθάρισης και πληρωμής των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του τ. ΕΤΑΑ. Ομοίως στην παρ. 6 της προτεινόμενης διάταξης καθορίζεται η αρμοδιότητα των οργανικών μονάδων των Διευθύνσεων Ασφάλισης Παροχών ΟΠΑΔ, αναφορικά με την εκκαθάριση και εξόφληση των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του τ. ΤΥΔΚΥ.
Επιπλέον, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται η διαδικασία εκκαθάρισης και πληρωμής και των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης εκτός συμβατικής σχέσης, εφόσον αποδεικνύεται η παροχή των υπηρεσιών ή η παραλαβή προϊόντων από τους τελευταίους.
Επιπροσθέτως, με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι η εκκαθάριση και πληρωμή των ως άνω ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων θα γίνεται κατά παρέκκλιση των περί παραγραφής διατάξεων.
Τέλος, με την προτεινόμενη διάταξη χορηγείται εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών να καθορίζουν με Κοινή Απόφασής τους κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Άρθρο 13
Νομική παράσταση ΕΦΚΑ υπέρ ΕΟΠΥΥ
Η προτεινόμενη ρύθμιση ορίζει ότι ο ΕΦΚΑ παρίσταται νόμιμα σε δίκες που αφορούν τους Κλάδους Υγείας που μεταφέρθηκαν στον ΕΟΠΥΥ. Οι αποφάσεις επ’ αυτών των δικών εκτελούνται υπέρ και σε βάρος του ΕΟΠΥΥ. Η διάταξη εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος δίκες.
Άρθρο 14
Αποδεικτικό ηλικίας ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ
Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 (Α’ 81), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν.δ. 1390/1973 (Α’ 103) και την παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 1140/1981 (Α’ 123), η ηλικία των ασφαλισμένων του τ. ΟΓΑ και των μελών της οικογένειάς τους αποδεικνύεται με ληξιαρχική πράξης γέννησης, η οποία έχει συνταχθεί ή διορθωθεί εντός 90 ημερών από την γέννηση. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ληξιαρχική πράξη γέννησης η ηλικία αποδεικνύεται για τους μεν άντρες από την εγγραφή τους στα Μητρώα Αρρένων και σε περίπτωση που αυτό λείπει από την εγγραφή στα Δημοτολόγια, για δε τις γυναίκες από την εγγραφή στα Δημοτολόγια. Περαιτέρω, σε περίπτωση που έχει επισυμβεί με οποιονδήποτε τρόπο διόρθωση ή μεταβολή του έτους γεννήσεως που αναγράφεται στα Μητρώα Αρρένων ή τα δημοτολόγια , λαμβάνεται υπόψη το προ της διόρθωσης αναγραφόμενο έτος γεννήσεως.
Σε περίπτωση αμφισβήτησης από τους ασφαλισμένους της ορθότητας της εγγραφής του έτους γεννήσεως αυτών ή των μελών της οικογένειάς τους στα Δημοτολόγια, αυτό καθορίζεται μετά από αίτηση των ασφαλισμένων με απόφαση των αρμόδιων Επιτροπών Καθορισμού Ηλικίας του τ. ΙΚΑ.
Τέλος, με τον νόμο 1599/1986 (Α’ 75) καθιερώνεται νέος τύπος δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και στην παρ. 1 του άρθρου 6 ορίζεται ότι η ταυτότητα των ελλήνων πολιτών έναντι πάντων αποδεικνύεται από τα δελτία ταυτότητα που εκδίδονται σύμφωνα με τον νόμο.
Μέχρι σήμερα ο πρώην ΟΓΑ ακολουθούσε την παραπάνω πρακτική του ν. 4169/1961 σε αντίθεση με του λοιπούς εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς, στους οποίους η ηλικία των ασφαλισμένων αποδεικνύεται πλήρως μόνο από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας.
Στα πλαίσια, λοιπόν, της ενιαίας για όλους τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ αντιμετώπιση και προς αποφυγή της χρονοβόρου διαδικασίας των αρμόδιων Επιτροπών του τ. ΙΚΑ που επιλύουν τις σχετικές με το έτος γεννήσεως αμφισβητήσεις, κρίνεται σκόπιμη η κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 και προτείνεται πλέον η ηλικία των ασφαλισμένων του τ. ΟΓΑ να αποδεικνύεται από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας, όπως και συνέβαινε και στους λοιπούς στον ΕΦΚΑ εντασσόμενους φορείς.
Άρθρο 15
Μηχανογραφικό σύστημα ΕΦΚΑ και ΓΓΠΣ του Υπουργείου Οικονομικών
Με την προτεινόμενη διάταξη θεσμοθετείται αναδρομικά ένα μεταβατικό μέχρι την πλήρη ένταξη του πληροφοριακού συστήματος της ΓΓΠΣ στον ΕΦΚΑ στάδιο συνεργασίας μεταξύ τους προκειμένου να προωθούνται με κάθε νόμιμο τρόπο όλες οι διαδικασίες μηχανογράφησης και πληροφορικής με στόχο την απρόσκοπτη χορήγηση των συντάξεων του Δημοσίου Τομέα. Το δε πρωτόκολλο συνεργασίας αναφέρει ενδεικτικά τις αμοιβαίες υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, την υποστήριξη της παραγωγικής λειτουργίας, θέματα διαχείρισης δεδομένων, προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια των συστημάτων και των δεδομένων και την διάρκεια ισχύος του.
Άρθρο 16
Τρόπος υπολογισμού σύνταξης των μονοσυνταξιούχων ασφαλισμένων του πρώην ΤΣΑΥ για αιτήσεις προ του ν. 4387/2016
Μέχρι την ισχύ του ν. 4387/2016 (12.5.2016), σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του πρώην ΕΤΑΑ- ΤΣΑΥ, οι συνταξιούχοι του πρώην Ταμείου που ήταν ασφαλισμένοι και στον κλάδο των Μονοσυνταξιούχων ελάμβαναν, για το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο, προσαύξηση στο ποσό της σύνταξής τους ίση με το 50% του ποσού της κύριας σύνταξης, εφόσον ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ ταυτιζόταν με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο των Μονοσυνταξιούχων, ενώ εάν υπήρχαν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο, δεν καταβαλλόταν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο αυτό.
Κατόπιν αυτού, κρίθηκε αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα και ο τρόπος χορήγησης συνταξιοδοτικής παροχής από τον κλάδο των Μονοσυνταξιούχων αφενός στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ δεν ταυτίζεται με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Ταμείου και αφετέρου στις περιπτώσεις συνταξιούχων που κατά τη συνταξιοδότησή τους δεν έλαβαν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο των Μονοσυνταξιούχων λόγω οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο.
Έτσι, με την παρούσα διάταξη προτείνεται στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ- πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ που ως προς τον υπολογισμό της σύνταξής τους έχουν εφαρμογή οι προγενέστερες του ν. 4387/2016 διατάξεις, όταν ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ δεν ταυτίζεται με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Ταμείου αυτού, οι συνταξιούχοι να λαμβάνουν ως σύνταξη για τα έτη ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης το προβλεπόμενο από τις καταστατικές διατάξεις του πρώην Ταμείου ποσό και για κάθε έτος ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων επιπλέον ποσό ίσο με το 1/25 του ποσού της προσαύξησης που προβλέπεται από τις καταστατικές διατάξεις του πρώην Ταμείου για 25 έτη ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων .
Επίσης, προτείνεται στις περιπτώσεις ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ που έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι 12.5.2016, η οποία βρίσκεται σε εκκρεμότητα, και συνταξιούχων μέχρι την ίδια ως άνω ημερομηνία του Ταμείου αυτού, οι οποίοι κατά τη συνταξιοδότησή τους δεν έλαβαν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο των Μονοσυνταξιούχων λόγω οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο, να λαμβάνουν προσαύξηση σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο μόνο για τα έτη που έχουν καταβάλει εισφορές στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων.
Άρθρο 17
Αντιμετώπιση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών
Η προτεινόμενη διάταξη αποσκοπεί στην αντιμετώπιση και επίλυση ερμηνευτικών αλλά και πρακτικών ζητημάτων που έχουν ανακύψει κατά την αναζήτηση από τον ΕΦΚΑ, ως αχρεωστήτως καταβληθεισών, παροχών της παρ. 3 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179), οι οποίες χορηγήθηκαν κατόπιν θετικής απόφασης Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του τ. ΙΚΑ – ΕΤΑΜ. Για λόγους ισότιμης μεταχείρισης όλων των σχετικών περιπτώσεων, για τις οποίες άλλωστε συντρέχουν οι ίδιες συνθήκες που οδήγησαν στην αρχική χορήγησή τους και στην τελική αναζήτησή τους ως αχρεωστήτως καταβληθεισών, προτείνεται η ενιαία εφαρμογή, σε όλες τις περιπτώσεις, της οικείας διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 103 του ν. 4387/2016 (Α’ 85).
Περαιτέρω, δεδομένου ότι οι σχετικές παροχές χορηγήθηκαν κατόπιν θετικής απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, χορηγήθηκαν άνευ υπαιτιότητας του λαβόντος και επιστρέφονται άτοκα.
Άρθρο 18
Παρακράτηση και συμψηφισμός με οφειλές προς ΦΚΑ που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 72 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) από ληξιπρόθεσμες εισφορές, πρόσθετα τέλη και επιβαρύνσεις, εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ). Κατά τη δε διάταξη του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, σε περίπτωση χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά του ΦΚΑ, ο Φορέας παρακρατεί και συμψηφίζει το ποσό που αντιστοιχεί στην απαίτηση του οφειλέτη έναντι του Φορέα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του.
Ειδικά για την περίπτωση οφειλών που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, εφαρμόζεται η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 4331/2015 (Α’ 69), σύμφωνα με την οποία οι ΦΚΑ προβαίνουν σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη έναντι του φορέα, μέχρι του ύψους των οφειλών του, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, τα δε παρακρατούμενα ποσά συμψηφίζονται με τις τελευταίες δόσεις της ρύθμισης.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, ορίζεται ότι, στις περιπτώσεις οφειλών που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι ΦΚΑ παρακρατούν πλέον ποσοστό της απαίτησης του οφειλέτη, το οποίο συμψηφίζουν με τις οφειλές, ενώ διατηρείται η πρόβλεψη ότι τα παρακρατούμενα ποσά συμψηφίζονται με τις τελευταίες δόσεις της ρύθμισης. Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζεται μια εύλογη ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και των συμφερόντων των προσώπων με οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι όροι της οποίας τηρούνται κανονικά, τα οποία έχουν χρηματική απαίτηση κατά των ΦΚΑ. Τα ποσοστά της παρακράτησης θα οριστούν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με κριτήρια που θα εξασφαλίζουν την εύλογη αυτή ισορροπία.
Παρεμφερής εύλογη ισορροπία προβλέπεται και εφαρμόζεται ήδη σε περιπτώσεις χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας για την είσπραξη χρημάτων από το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) και της κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσας ΠΟΑ 1274/2013 (Β’ 3398), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
Άρθρο 19
Παράταση ισχύος της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107)
Με την περ. 1 της υποπαρ. Ε1 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α’ 94) τροποποιήθηκε η υποπαρ. ΙΑ.1 του ν. 4152/2013 (Α’ 107) που προβλέπει την πάγια ρύθμιση των οφειλομένων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης. Ο ν. 4336/2015, λαμβάνοντας υπόψη το εν γένει οικονομικό περιβάλλον για τους οφειλέτες που επρόκειτο να ενταχθούν στην πάγια ρύθμιση, καθώς αυτή αποτελούσε τότε το μόνο σχήμα ρύθμισης ληξιπροθέσμων οφειλών και προκειμένου να διευκολύνει την υπαγωγή τους σε αυτό, προέβλεψε διετή αναστολή για την παροχή εγγυήσεων, διασφαλίσεων ή εμπράγματων βαρών. Με την προτεινόμενη διάταξη παρατείνεται η αναστολή των υποπερ. ββ’ και γγ’ της παρ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013. Η θέσπιση της προτεινόμενης διάταξης κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να αρθούν τα εμπόδια υπαγωγής στην πάγια ρύθμιση και να διευκολυνθούν οι οφειλέτες να εξοφλήσουν ή να τακτοποιήσουν με νόμιμο τρόπο τις οφειλές τους προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
Άρθρο 20
Τροποποίηση του άρθρου 22 του υ. 4529/2018
Με την παρ 2 του άρθρου 22 του ν. 4529/2018 (Α’ 56) προσδιορίσθηκαν τα πρόσωπα που θεωρούνται μέλη οικογένειας των άμεσα ασφαλισμένων, των συνταξιούχων λόγω αναπηρίας ή γήρατος και των δικαιούχων εξωιδρυματικού επιδόματος, τα οποία υπάγονται για παροχές υγειονομικής περίθαλψης στον ΕΦΚΑ.
Με την προτεινόμενη προσθήκη στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 και στο πρώτο εδάφιο της περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4529/2018 ως μέλη οικογένειας, εκτός του συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος και των δικαιούχων εξωιδρυματικού επιδόματος που υπάγονται για παροχές υγειονομικής περίθαλψης στον ΕΦΚΑ, θα θεωρούνται πλέον και τα μέλη οικογένειας συνταξιούχου λόγω θανάτου.
Ειδικότερα, δεδομένου ότι τα άγαμα τέκνα του θανόντος (και μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 24ο εφόσον σπουδάζουν) είναι (συν)δικαιούχοι της σύνταξης λόγω θανάτου και, επομένως, καλύπτονται για υγειονομική περίθαλψη ως συνταξιούχοι, με την προτεινόμενη προσθήκη υπάγονται στον ΕΦΚΑ για υγειονομική περίθαλψη από τον ΕΟΠΥΥ μεμονωμένες περιπτώσεις προσώπων, όπως τα ανάπηρα τέκνα που ο γονέας (πατέρας ή μητέρα) είναι συνταξιούχος λόγω θανάτου και τα ίδια δεν λαμβάνουν σύνταξη αλλά προνοιακό επίδομα ,με αποτέλεσμα να μην υπάγονται στον ΕΦΚΑ για υγειονομική περίθαλψη από τον ΕΟΠΠΥ αλλά έχουν περίθαλψη μέσω του ΕΟΠΠΥ από τις δημόσιες δομές υγείας ως ανασφάλιστοι.
Άρθρο 21
Νομοτεχνική βελτίωση για τίτλους κτήσης
Ενόψει της αντικατάστασης της διάταξης του άρθρου 39 του ν. 4387/2016, η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν. 4509/2017 (Α’ 201) περί της καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ αμειβόμενων με παραστατικά παρεχόμενων υπηρεσιών, η οποία παραπέμπει στο ανωτέρω άρθρο, χρήζει μικρής νομοτεχνικής βελτίωσης.
Άρθρο 22
Σύνταξη λόγω θανάτου από φυσικές καταστροφές
Σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών κρίνεται απαραίτητη η άμεση ευαισθητοποίηση του Κράτους και η συνδρομή του σε όσους επλήγησαν περισσότερο από αυτές. Στο γενικότερο πλαίσιο συνεπικούρησης και προστασίας των ατόμων αυτών κρίνεται σκόπιμο να δίνεται η σύνταξη του θανόντα ολόκληρη στους δικαιούχους. Σε περίπτωση που η σύνταξη του θανόντα υπολείπεται των κατώτατων ορίων της περ. β’ της
παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αυξάνεται μέχρι το ποσό του προβλεπομένου κατώτατου. Η ρύθμιση ισχύει αναδρομικά, από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και αποτελεί ειδική διάταξη.
ΜΕΡΟΣ Β’
Ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ και λοιπές διατάξεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
Ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ
Άρθρο 23
Παράσταση πολιτικής αγωγής για δεδουλευμένες αποδοχές και αποζημίωση απόλυσης
Όπως παγίως γίνεται δεκτό νομολογιακά, οι παραβάσεις των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου μόνον του α.ν. 690/1945 (Α’ 292) δεν γεννούν υπέρ των εργαζομένων αξίωση αποζημίωσης για την πληρωμή των ίδιων των οφειλόμενων αποδοχών, έστω και αν ζητούνται ως αποζημίωση, αφού μόνη η παράλειψη του εργοδότη να καταβάλει εμπρόθεσμα τις αποδοχές δεν συνεπάγεται την απώλεια αυτών, ώστε να προκαλείται στον εργαζόμενο ισόποση με τις αποδοχές του ζημία, που να έχει ως αιτία το θεσπιζόμενο με τις διατάξεις του α.ν. 690/1945 αδίκημα και, συνεπώς, ο εργαζόμενος δεν δύναται να διεκδικήσει από την καθυστέρηση αυτή χρηματική ικανοποίηση για προκληθείσα εξ αυτής ηθική βλάβη. Συνεπεία των ανωτέρω, γίνεται δεκτό ότι, υπό την ισχύ του άρθρου 63 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), σε περίπτωση υπαίτιας μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών ή μη καταβολής της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης, οι εργαζόμενοι δεν νομιμοποιούνται να παρίστανται ως πολιτικώς ενάγοντες στις σχετικές ποινικές δίκες κατά των εργοδοτών.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση καθιερώνεται το δικαίωμα δήλωσης παράστασης πολιτικής αγωγής, ανεξάρτητα από τους όρους του άρθρου 63 του ΚΠΔ, μόνο για την υποστήριξη της κατηγορίας, σε εργαζόμενους στους οποίους οφείλονται δεδουλευμένοι μισθοί καθώς και η προβλεπόμενη αποζημίωση απόλυσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου μόνου του α.ν. 690/1945 και του άρθρου 28 του ν. 3996/2011 (Α’ 170). Η ρύθμιση αυτή αφορά εργαζομένους οι οποίοι είναι οι ουσιαστικά αδικηθέντες από την παράνομη και ποινικά κολάσιμη πράξη του εργοδότη και οι οποίοι μπορούν, με την παράστασή τους στη δίκη, να συμβάλουν σημαντικά στη διάγνωση της υπόθεσης και στην αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας.
Άρθρο 24
Αύξηση Τμημάτων Επιθεώρησης του ΣΕΠΕ
Έργο του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) αποτελεί, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, ιδίως σε σχέση με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή ή άλλες παροχές, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, η έρευνα της ασφαλιστικής κάλυψης και παράνομης απασχόλησης των εργαζομένων, η συμφιλίωση και επίλυση των εργατικών διαφορών, καθώς και η παροχή πληροφοριών σε εργαζόμενους και εργοδότες σχετικά με τα πλέον αποτελεσματικά μέσα για την τήρηση των κείμενων διατάξεων.
Η αποτελεσματική καταπολέμηση της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας επιτάσσει την ενίσχυση της γεωγραφικής κάλυψης της δομής του ΣΕΠΕ. Προς το σκοπό αυτό, η ίδρυση των Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών και Ορεστιάδας καθίσταται σκόπιμη, βάσει των ιδιαίτερων συνθηκών των συγκεκριμένων περιοχών όσον αφορά στον τομέα της οικονομίας και ειδικότερα της αγοράς εργασίας, συνεκτιμώντας επιμέρους παραμέτρους, όπως το μέγεθος του εργατικού δυναμικού, τα στατιστικά στοιχεία των ελέγχων, τους οικονομικούς κλάδους που αναπτύσσουν επιχειρηματική δραστηριότητα στις εν λόγω περιοχές.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η μείωση της χιλιομετρικής απόστασης μεταξύ της έδρας των υφιστάμενων Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και των περιοχών χωρικής αρμοδιότητας τους, γεγονός που εξυπηρετεί την εύρυθμη λειτουργία των Περιφερειακών Υπηρεσιών και την αποτελεσματικότερη επίτευξη του επιχειρησιακού στόχου του ΣΕΠΕ, με έμφαση στην άμεση εξέταση των καταγγελιών που αφορούν την καταστρατήγηση της εργατικής νομοθεσίας.
Για τη λειτουργία των νέων Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών και Ορεστιάδας προβλέπεται αφενός η δυνατότητα μετάταξης σε αυτά προσωπικού εποπτευόμενων φορέων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και αφετέρου η έναρξη της λειτουργίας τους μόλις αυτά στελεχωθούν επαρκώς.
Άρθρο 25
Νομική εκπροσώπηση του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων
Για την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων του Ειδικού Γραμματέα και των Επιθεωρητών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), το άρθρο 20 του ν. 3996/2011 (Α’ 170) προβλέπει ότι, σε δικαστικές υποθέσεις που σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων τους, εκπροσωπούνται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, καθορίζεται το σύνολο των ζητημάτων σχετικά με τη νομική εκπροσώπηση των ανωτέρω προσώπων από το ΝΣΚ, ώστε να είναι σαφές το πλαίσιο χορήγησης της εν λόγω δυνατότητας.
Ως προς το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της διάταξης, στα πρόσωπα που δικαιούνται νομικής εκπροσώπησης από μέλος του ΝΣΚ προστίθενται και λοιποί υπάλληλοι του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ, οι οποίοι συνδράμουν κατά τη διενέργεια ελέγχων, καθώς και κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία ή/και τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών. Η ένταξη και των προσώπων αυτών κρίνεται προσήκουσα, καθώς και στις περιπτώσεις αυτές συντρέχουν οι ίδιες συνθήκες και περιστάσεις με αυτές των Επιθεωρητών του ΣΕΠΕ.
Όσον αφορά το διαδικαστικό πλαίσιο, ορίζεται ότι απαιτείται έγγραφο αίτημα του Ειδικού Γραμματέα του ΣΕΠΕ προς το ΝΣΚ. Για τους Επιθεωρητές και τους λοιπούς συνδράμοντες υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ απαιτείται θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται η υπηρεσία που υπηρετούν. Για υποθέσεις που αφορούν τους Ειδικούς Επιθεωρητές, οι οποίοι υπάγονται απευθείας στον Ειδικό Γραμματέα (άρθρο 9 του ν. 3996/2011), το έγγραφο αίτημα συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα. Τέλος, για υποθέσεις που αφορούν τον Ειδικό Γραμματέα του ΣΕΠΕ, το έγγραφο αίτημα υποβάλλεται από τον ίδιο, αλλά πρέπει να συνοδεύεται από σχετικό αναλυτικό ενημερωτικό σημείωμα και να έχει εγκριθεί προηγουμένως από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η ύπαρξη θετικής εισήγησης ή έγκρισης κρίνεται σκόπιμη και αναγκαία, ώστε να αποκλειστούν περιπτώσεις αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ της εκπροσώπησης των προσώπων αυτών και της εξυπηρέτησης των δικαιωμάτων και συμφερόντων του ΣΕΠΕ, του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Δημοσίου εν γένει, τα οποία καλείται πρωτίστως να υπερασπιστεί το ΝΣΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100Α του Συντάγματος.
Εναλλακτικά προς τη δυνατότητα ορισμού μέλους του ΝΣΚ, για την εκπροσώπηση των προσώπων αυτών προβλέπεται η δυνατότητα να αναθέσουν την εκπροσώπησή τους σε δικηγόρο της επιλογής τους. Στην περίπτωση αυτή, αποκλείεται η παράσταση εκπροσώπου από το ΝΣΚ, ενώ τυχόν καταβληθέντα από αυτούς έξοδα καλύπτονται εφόσον υπάρξει θετική προς τούτο εισήγηση. Εάν δεν υπάρξει, δικαιούνται να αιτηθούν και να λάβουν τα έξοδα στα οποία προέβησαν εφόσον επιλυθεί αμετάκλητα η υπόθεση υπέρ τους. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το σχετικό αίτημα εγκρίνεται από ειδική τριμελή επιτροπή, εφόσον προσκομιστούν τα νόμιμα παραστατικά, ενώ ως ανώτατο όριο κάλυψης της σχετικής δαπάνης ορίζεται το τριπλάσιο του ποσού αναφοράς κάθε διαδικαστικής πράξης ή υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στους πίνακες του Κώδικα Δικηγόρων και στα Παραρτήματα αυτού, όπως εκάστοτε ισχύουν.
Τέλος, προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο ζημίας του Δημοσίου, προβλέπεται ότι, εάν η διαφορά επιλυθεί αμετάκλητα σε βάρος τους, τότε οφείλουν να επιστρέφουν στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης το σύνολο των δαπανών στις οποίες προέβη.
Άρθρο 26
Ποινικά αδικήματα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων
Έργο του ΣΕΠΕ αποτελεί, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, ιδίως σε σχέση με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή ή άλλες παροχές, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, η έρευνα της ασφαλιστικής κάλυψης και παράνομης απασχόλησης των εργαζομένων, η συμφιλίωση και επίλυση των εργατικών διαφορών, καθώς και η παροχή πληροφοριών σε εργαζόμενους και εργοδότες σχετικά με τα πλέον αποτελεσματικά μέσα για την τήρηση των κείμενων διατάξεων. Του Σώματος αυτού, που υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προΐσταται ο Ειδικός Γραμματέας του ΣΕΠΕ, ο οποίος έχει την ευθύνη και τον έλεγχο για την εύρυθμη, αποτελεσματική και συντονισμένη δράση όλων των υπηρεσιών του.
Κατά την επιτέλεση του έργου τους, και ιδιαίτερα κατά τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων, αλλά και κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία ή/και τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών, έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα (σωματικών και λεκτικών) επιθέσεων αλλά και προσχηματικών ποινικών ενεργειών σε βάρος Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν.
Οι πράξεις αυτές, ευ γένει, τυποποιούνται ως ποινικά αδικήματα στις διατάξεις των άρθρων 229, 308 έως 311, 333, 361 και 361Α του Ποινικού Κώδικα. Ωστόσο, λόγω της ιδιαίτερης ηθικοκοινωνικής απαξίας που ενέχει η διάπραξη των ευ λόγω αδικημάτων σε βάρος Επιθεωρητών και υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με το ύψιστου δημοσίου συμφέροντος καθήκον της επίβλεψης και του ελέγχου της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, κρίνεται σκόπιμο οι δράστες των πράξεων αυτών σε βάρος των συγκεκριμένων προσώπων να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη αυστηρότητα από την Πολιτεία.
Άλλωστε, με το ίδιο δικαιοπολιτικό θεμέλιο, προβλέπονται ήδη στον Ποινικό Κώδικα αντίστοιχες διατάξεις για την προστασία των αστυνομικών, λιμενικών, πυροσβεστικών και υγειονομικών υπαλλήλων (άρθρο 315Α του Ποινικού Κώδικα), ενώ πρόσφατα θεσμοθετήθηκε ομοίου περιεχομένου αντιμετώπιση των αδικημάτων αυτών σε βάρος υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (άρθρο 66 του ν. 4557/2018, Α’ 139).
Ενόψει των ανωτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται πλέον ως ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωση η τέλεση των εγκλημάτων των άρθρων 229, 308 έως 311, 333, 361 και 361Α του Ποινικού Κώδικα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και των λοιπών υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν που τους συνδράμουν, κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους ή για λόγους σχετικούς με την εκτέλεσή της.
Άρθρο 27
Δωρεάν μετακίνηση ανέργων
Η διευκόλυνση της ένταξης των ανέργων της χώρας στην αγορά εργασίας αποτελεί έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της δράσης του ΟΑΕΔ. Η προσπάθεια επίτευξης του σκοπού αυτού πραγματοποιείται, μεταξύ άλλων, με τη λήψη μέτρων προς εξασφάλιση ίσων ευκαιριών για τους ανέργους, καθώς και με την εφαρμογή πολιτικών για τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου.
Στο ανωτέρω πλαίσιο, προβλέφθηκε ήδη με την υπ’ αριθμ. οικ. Α-40580/3128/29.6.2015 κοινή υπουργική απόφαση «Δωρεάν μετακίνηση και διαγραφή διοικητικών προστίμων ανέργων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς» (Β’ 1293), η οποία κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου με το άρθρο 77 του ν. 4331/2015 (Α’ 69), η δωρεάν μετακίνηση των ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του ΟΑΕΔ στα δημόσια μέσα μαζικής μεταφοράς.
Με την προτεινόμενη διάταξη, παρέχεται στον ΟΑΕΔ η δυνατότητα να μεριμνά και ο ίδιος για την εξασφάλιση της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του. Προς τον σκοπό αυτό χορηγείται αφενός η δυνατότητα κάλυψης του κόστους της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων, σε περίπτωση έκδοσης κοινών υπουργικών αποφάσεων που επέχουν θέση συμβάσεων, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 86 του ν. 4530/2018 (Α’ 59), και αφετέρου η δυνατότητα υλοποίησης ειδικών προγραμμάτων για την εξασφάλιση της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Άρθρο 28
Συμμετοχή ΣΒΒΕ στο ΔΣ του ΟΑΕΔ και στην Επιτροπή του ΕΛΕΚΠ
Με το άρθρο 41 του ν. 4554/2018 (Α’ 130) ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) αναγνωρίστηκε ως ισότιμος κοινωνικός εταίρος και προβλέφθηκε η συμμετοχή του στα διοικητικά συμβούλια, στα συλλογικά όργανα και στις εκπροσωπήσεις της χώρας, όπου προβλέπεται συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
Με την προτεινόμενη διάταξη, αποκτούν εφαρμογή τα οριζόμενα στο ως άνω άρθρο όσον αφορά δύο συλλογικά όργανα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΕΔ και την Επιτροπή του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α’ 88) για τη λειτουργία του Ενιαίου Λογαριασμού για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ). Ειδικότερα:
Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 2956/2001 (Α’ 258), στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΕΔ συμμετέχουν τέσσερις (4) εκπρόσωποι των εργαζομένων, υποδεικνυόμενοι από την ΓΣΕΕ, και πέντε (5) εκπρόσωποι των εργοδοτών, εκ των οποίων δύο (2) υποδεικνύονται από τον ΣΕΒ, ένας (1) από τη ΓΣΕΒΕΕ, ένας (1) από την ΕΣΕΕ και ένας (1) από τον ΣΕΤΕ. Επιπλέον, ένας εκ των εκπροσώπων των εργαζομένων και ένας εκ των εκπροσώπων των εργοδοτών υποδεικνύονται ως Αντιπρόεδροι του Διοικητικού Συμβουλίου.
Με την παρ. 1 του άρθρου προβλέπεται ότι η μία (1) εκ των δύο (2) θέσεων συμμετοχής εκπροσώπων του ΣΕΒ, θα καλύπτεται εφεξής από έναν εκπρόσωπο του ΣΒΒΕ, έτσι ώστε οι πέντε (5) θέσεις εκπροσώπων των εργοδοτών να κατανέμονται πλέον ισάριθμα και ισότιμα μεταξύ των εργοδοτικών κοινωνικών εταίρων.
Συγχρόνως, με σκοπό την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΕΔ, καθιερώνεται ένα διαδοχικό σύστημα ανάληψης καθηκόντων Αντιπροέδρου καθ’ υπόδειξη των εργοδοτών, με την κατά σειρά ορισμού ως Αντιπροέδρου του εκπροσώπου της κάθε μίας εργοδοτικής οργάνωσης για διάρκεια ενός (1) έτους. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την ισχύουσα ρύθμιση, ο οριζόμενος από την πλευρά των εργοδοτικών κοινωνικών εταίρων Αντιπρόεδρος υποδεικνύεται από κοινού, ενώ σε περίπτωση ασυμφωνίας, ο Αντιπρόεδρος προτείνεται από τον ΣΕΒ.
Περαιτέρω, με την παρ. 2 της προτεινόμενης ρύθμισης αυξάνεται ο αριθμός των εκπροσώπων των εργοδοτών στην Επιτροπή για τη λειτουργία του ΕΛΕΚΠ, που προβλέπεται στην παρ. 8 του άρθρου 34 του ν. 4144/2013, από τέσσερις (4) σε πέντε (5), με την προσθήκη και εκπροσώπου του ΣΒΒΕ, με αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των εκπροσώπων των εργαζομένων.
Άρθρο 29
Ειδικά προγράμματα απασχόλησης ανέργων
Με την προτεινόμενη τροποποίηση επικαιροποιείται η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 64 του ν. 4430/2016 (Α’ 205), προκειμένου να προβλεφθεί ότι την κοινή απόφαση της προαναφερόμενης διάταξης υπογράφει αφενός ο Υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, δεδομένου ότι τα ειδικά προγράμματα αφορούν απασχόληση στο δημόσιο τομέα, και όχι ο Υπουργός Εσωτερικών, και αφετέρου ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός, εάν υπάρχει, λαμβάνοντας υπόψη τους φορείς στους οποίους θα απασχοληθούν οι ωφελούμενοι (ενδεικτικά: ΟΤΑ, σχολεία, νοσοκομεία).
Επίσης, επανακαθορίζεται ο καταμερισμός των ζητημάτων που εξειδικεύονται αφενός στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 1 του εν λόγω άρθρου και αφετέρου στη δημόσια πρόσκληση που εκδίδει ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) για κάθε πρόγραμμα, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 64 του ν. 4430/2016.
Τέλος, με την παρ. 3 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι οι επερχόμενες αλλαγές έχουν εφαρμογή για προγράμματα που θα προκηρυχθούν μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Επισημαίνεται ότι τα προγράμματα προκηρύσσονται με τη δημοσίευση κοινής υπουργικής απόφασης και στη συνέχεια, βάσει αυτής της απόφασης, εκδίδεται η δημόσια πρόσκληση, στην οποία εξειδικεύονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
Λοιπές διατάξεις
Άρθρο 30
Αποζημίωση δικαστικών αντιπροσώπων στις εκλογές συνδικαλιστικών οργανώσεων
Με την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4446/2016 (Α’ 240) αντικαταστάθηκαν οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 11 του ν. 1264/1982 (Α’ 79) και ορίστηκε ότι ως δικαστικοί αντιπρόσωποι στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων ορίζονται πλέον δικηγόροι, κατόπιν αίτησης της οργάνωσης στον Δικηγορικό Σύλλογο της έδρας της. Σύμφωνα δε με την παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 1264/1982, η αμοιβή των δικαστικών αντιπροσώπων ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Πέραν των ανωτέρω, δικηγόροι ορίζονται ως αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής και στις βουλευτικές εκλογές, σύμφωνα με την περ. θ’ της παρ. 3 του άρθρου 68 του π.δ. 26/2012 (Α’ 57). Ειδικά για τις εκλογές αυτές, ορίζεται ρητά στην παρ. 3 του άρθρου 108 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, ότι η αποζημίωση που λαμβάνουν δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε φόρο, εισφορά ή κράτηση υπέρ τρίτων, είναι ακατάσχετη, δεν υπόκειται σε κανενός είδους παρακράτηση και δεν συμψηφίζεται με οφειλές των δικαιούχων προς το Ελληνικό Δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία από οποιαδήποτε αιτία.
Δεδομένης της νομοθετικής αλλαγής που επήλθε με την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4446/2016, της πρόνοιας που πρέπει να λαμβάνει η Πολιτεία για την απρόσκοπτη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, μέρος της οποίας αποτελεί και η προώθηση της μικρότερης δυνατής επιβάρυνσής τους για τη διενέργεια των εκλογικών τους διαδικασιών, αλλά και για λόγους ισότητας προς τα ήδη ισχύοντα για τις αποζημιώσεις των αυτών προσώπων όταν ορίζονται ως αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής στις βουλευτικές εκλογές, κρίνεται σκόπιμη η εναρμόνιση των ισχυόντων κανόνων για αμφότερες τις περιπτώσεις.
Προς τον σκοπό αυτό, με την προκειμένη διάταξη ορίζεται αφενός ότι το ποσό που λαμβάνουν οι δικαστικοί αντιπρόσωποι που διορίζονται στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων συνιστά αποζημίωση και αφετέρου ότι οι προβλέψεις της παρ. 3 του άρθρου 108 του π.δ. 26/2012 ισχύουν και για τις αμοιβές των δικηγόρων ως δικαστικών αντιπροσώπων στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Άρθρο 31
Συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ
Το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ) παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών προς εργαζόμενους και εργοδότες, ενώ συγχρόνως αποτελεί το μέσο για την υλοποίηση υποχρεώσεων των εργοδοτών βάσει της προϊούσας ενίσχυσης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Μεταξύ άλλων, στο ΟΠΣ-ΣΕΠΕ δημιουργούνται και τηρούνται υποχρεωτικά ηλεκτρονικοί λογαριασμοί των εργοδοτών, υποβάλλονται οι καταστάσεις συμβάσεων εργασίας που καταρτίστηκαν με τη μεσολάβηση των Ιδιωτικών Γραφείων Ευρέσεως Εργασίας, τηρείται η βάση καταχώρισης δεδομένων των προσώπων που πληρούν τις προϋποθέσεις για την ανάληψη καθηκόντων Τεχνικού Ασφαλείας, ενώ μέσω του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ κοινοποιούνται κάθε είδους διοικητικές πράξεις και έγγραφα που εκδίδονται από όλα τα όργανα και τις Υπηρεσίες του ΣΕΠΕ.
Ενόψει των πολλαπλών λειτουργιών και υπηρεσιών του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ, αποφασιστικό παράγοντα για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική παροχή τους αποτελεί η κατάλληλη συντήρησή του, μέσω σχετικών συμβάσεων που συνάπτονται κατά τις κείμενες διατάξεις. Εντούτοις, η ισχύουσα σύμβαση για την συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ λήγει στις 31.12.2018, ενώ, παρά το προχωρημένο στάδιο της διοικητικής προεργασίας για την προκήρυξη του νέου διαγωνισμού, βάσει των διατάξεων του ν. 4412/2016 (Α’ 147), δεν είναι δυνατή η ολοκλήρωση της διαδικασίας και η σύναψη νέας σύμβασης έως τη λήξη της υφιστάμενης.
Ειδικότερα, δεδομένου του αντικειμένου της σύμβασης, για την σύναψη νέας σύμβασης απαιτείται η προκήρυξη δημόσιου διεθνούς ανοικτού διαγωνισμού, με την τήρηση νομοθετικά καθορισμένων χρονοδιαγραμμάτων, προθεσμιών και διαδικασιών. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 του ν. 4412/2016, τα έννομα αποτελέσματα της απόφασης κατακύρωσης επέρχονται εφόσον, σωρευτικά, παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης των προβλεπόμενων ένδικων βοηθημάτων και μέσων, ολοκληρωθεί ο προσυμβατικόες έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 36 του ν. 4129/2013 (Α’ 52), όπου απαιτείται, και κοινοποιηθεί η απόφαση κατακύρωσης στον προσωρινό ανάδοχο. Μόνο μετά την επέλευση των εννόμων αποτελεσμάτων της απόφασης κατακύρωσης, κατά τα ανωτέρω, είναι δυνατή η πρόσκληση του αναδόχου για τη σύναψη σύμβασης, από την υπογραφή της οποίας θα είναι πλέον δυνατή η παροχή των υπηρεσιών συντήρησης.
Δεδομένων των ανωτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση παρατείνεται αυτοδικαίως η υφιστάμενη σύμβαση συντήρησης του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ μέχρι 31.12.2019. Έως τότε θα έχει μετά βεβαιότητας συναφθεί η νέα σύμβαση. Συγχρόνως, προβλέπεται ότι η προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού για την ανάθεση θα λάβει χώρα μέχρι 31.12.2018, ενώ με την ολοκλήρωση των διαδικασιών ανάθεσης και την υπογραφή της σχετικής σύμβασης η παρατεινόμενη σύμβαση θα λυθεί αυτοδικαίως. Με τον τρόπο αυτό, παρέχεται το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση των διαγωνιστικών διαδικασιών και την υπογραφή της νέας σύμβασης, βάσει των διατάξεων του ν. 4412/2016, έτσι ώστε να μην υπάρξει χρονικό κενό στη συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ, εξασφαλιζόμενης, συνακόλουθα, της ομαλής συνέχισης της λειτουργίας του.
Άρθρο 32
Εκκαθάριση Δαπανών ΕΦΚΑ
Με την έναρξη λειτουργίας του ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και την ένταξη σε αυτόν των φορέων που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), κατά το πρώτο διάστημα λειτουργίας του ΕΦΚΑ, δεν κατέστη δυνατό να καταγραφούν και να εξοφληθούν όλες οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες. Με την προτεινόμενη διάταξη επέρχεται η διευθέτηση των εν λόγω δαπανών, η οποία είναι αναγκαία, δεδομένου ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν την καθαριότητα, τα ταχυδρομικά τέλη, τα τηλεφωνικά τέλη, τον φωτισμό και την κίνηση, την επισκευή και τη συντήρηση ηλεκτρονικών υπολογιστών, τη συντήρηση και τη τεχνική υποστήριξη συστημάτων πληροφορικής, τις λοιπές αμοιβές νομικών προσώπων και ελεύθερων επαγγελματιών που εκτελούν ειδικές υπηρεσίες, την επισκευή και συντήρηση μόνιμου και λοιπού εξοπλισμού, διαφημίσεις, δημοσιεύσεις και συνδρομές σε εφημερίδες και περιοδικά, μισθώματα, κοινόχρηστα, τη μηχανογραφική επεξεργασία στοιχείων, μεταφορές, προμήθειες μηχανημάτων και δικαστικά έξοδα και οι οποίες μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατόν να εξοφληθούν. Το ποσό για την κάλυψη των παραπάνω δαπανών υπολογίζεται σε 945.622 ευρώ.
Με την έναρξη λειτουργίας του ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και την ένταξη σε αυτόν των φορέων που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), κατά το πρώτο διάστημα λειτουργίας του ΕΦΚΑ, δεν κατέστη δυνατό να καταγραφούν και να εξοφληθούν όλες οι πραγματοποιηθείσες από τους ενταγμένους φορείς και τον ΕΦΚΑ δαπάνες. Με την προτεινόμενη διάταξη επέρχεται η διευθέτηση των εν λόγω δαπανών, η οποία είναι αναγκαία δεδομένου ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν μισθώματα, κοινόχρηστα και καθαρισμό κτιρίων εντασσόμενων φορέων, ταχυδρομικά τέλη, τηλεφωνικά τέλη και λοιπές δαπάνες ΕΦΚΑ, συντήρηση και τροποποίηση συστημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και οι οποίες μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατόν να εξοφληθούν, και βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ.
Άρθρο 33
Ελεγκτές ΠΕΚΑ
Με τις προκείμενες διατάξεις επιχειρείται η αποκατάσταση της θεσμικής εξομοίωσης των δύο βασικών ελεγκτικών σωμάτων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, δηλαδή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης (ΠΕΚΑ), που συστάθηκαν με τον ν. 4387/2016, και παράγουν της ίδιας βαρύτητας και βαθμού δυσκολίας ελεγκτικό έργο. Το άνω έργο μετά και τον νόμο σύστασης του ΕΦΚΑ και τον ν. 4554/2018 (Α’ 130) παρουσιάζεται ενισχυμένο, εντατικοποιείται σε επίπεδο ποσότητας και ποιότητας ελέγχων και βελτιστοποιείται οργανωτικά σε όλα τα επίπεδα και ακολουθούμενα στάδια εκ μέρους των ελεγκτικών μηχανισμών.
Τα άνω σώματα, άλλωστε, ενεργούν πλέον υπό το αυτό νομοθετικό πλαίσιο, από κοινού και εν πλήρη συνεργασία, με κοινή ηλεκτρονική πλατφόρμα (ΕΡΓΑΝΗ) και σκοπό την επίτευξη του καλύτερου δυνατού και συντονισμένου αποτελέσματος για την καταπολέμηση παραβάσεων της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας ειδικότερα δε σε σχέση με την αδήλωτη εργασία. Καθίσταται, κατ’ ακολουθία, αδήριτη η ανάγκη ευθυγράμμισης των προβλεπόμενων μεθόδων και διαδικασιών των δύο σωμάτων, που εμφορούνται από κοινούς στόχους, αρχές και σκοπούς, ανεξάρτητα από ποιο από αυτά καλείται κάθε φορά να τους επιτελέσει.
Στα πλαίσια, κατά συνέπεια, του συντονισμού των ενεργειών των άνω σωμάτων, ως αυτές προβλέπονται και από τη νεότερη νομοθεσία, καθώς και των κοινών αρχών και στόχων, κρίνεται σκόπιμο να μην υφίστανται διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη θεσμική προστασία του ελεγκτικού έργου και την εν γένει αντιμετώπιση των υπαλλήλων των άνω σωμάτων προς επιτέλεση του εξεχόντως απαιτητικού έργου τους. Ως εκ τούτου, θα πρέπει μέσω των σχετικών προβλέψεων να διευκολύνονται σε αυτό άπαντες ανεξαιρέτως οι ελεγκτές του Υπουργείου, ανεξάρτητα αν ανήκουν στο ΣΕΠΕ ή στα ΠΕΚΑ.
Προς τούτο, και για λόγους ισότητας στην πρόσβαση και στην ουσιαστική λειτουργία των δομών και υπηρεσιών του ΣΕΠΕ και των ΠΕΚΑ κατά την παραγωγή του ελεγκτικού έργου εκ μέρους των υπαλλήλων τους, ανεμπόδιστης και από κοινού αξιοποίησης της υπάρχουσας υλικοτεχνικής υποδομής και του προβλεπόμενου προστατευτικού νομικού πλαισίου, συντονισμού και αποτελεσματικότητας των μικτών κλιμακίων ΣΕΠΕ και ΠΕΚΑ, μετά και την κατάργηση της ΕΥΠΕΑ, προβλέπεται ότι οι εφαρμοζόμενες στους Επιθεωρητές Εργασίας του ΣΕΠΕ διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά και στους υπαλλήλους των ΠΕΚΑ, η περαιτέρω λειτουργία των οποίων, οι επιμέρους αρμοδιότητες, ευθύνες και καθήκοντα των διοικητικών μονάδων των οποίων, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των υπαλλήλων που υπηρετούν σε αυτά, θα προσδιορίζονται ειδικότερα από τον Κανονισμό Λειτουργίας τους.
Ενδεικτικό του προπεριγραφέντος πνεύματος της ενοποίησης των ελεγκτικών μηχανισμών του Υπουργείου, είναι πως στις ανωτέρω διατάξεις προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η κάλυψη δαπανών στις οποίες υποβάλλονται οι υπάλληλοι των άνω υπηρεσιών ή οι οικογένειές τους, προς υπεράσπισή τους ενώπιον των Δικαστηρίων, για ενέργειές τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όταν παρίστανται ενώπιον των Δικαστηρίων, ως πολιτικώς ενάγοντες, από έγκλημα που διαπράχθηκε σε βάρος τους, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας αυτών από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ, η συνδρομή των διοικητικών αρχών, των αρχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, των δικαστικών υπηρεσιών, των δημοσίων υπηρεσιών καθώς και των υπηρεσιών της τοπικής αυτοδιοίκησης για τη διευκόλυνση της άσκησης αμφότερων των αρμοδιοτήτων τους, η κατοχύρωση του ακαταδίωκτου των άνω υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, η προστασία της κινητής περιουσίας των ελεγκτών από ζημιές ή καταστροφές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παροχή αποζημίωσης, εν τοιαύτη περιπτώσει, στους δικαιούχους από το Ελληνικό Δημόσιο.
Άρθρο 34
Σύσταση οργανικών θέσεων εποπτευόμενων φορέων
Δεδομένης της αναστολής προσλήψεων προσωπικού κατά τα έτη της κρίσης και εν συνεχεία, λόγω των περιορισμών και των ανώτατων ορίων που τέθηκαν στις προσλήψεις, τα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16),το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), το Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ), το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ), το Θεραπευτήριο Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας, καθώς και τα παραρτήματά τους, απώλεσαν μεγάλο τμήμα του μόνιμου και έμπειρου προσωπικού τους. Επιπλέον, λόγω της έλλειψης κενών θέσεων προσωπικού και προκειμένου να καλυφθούν όλως επείγουσες ανάγκες, οι οποίες συνίστανται στην παροχή υψηλής προστιθέμενης αξίας προνοιακών υπηρεσιών σε κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες, οι ως άνω φορείς προχώρησαν κατά διαστήματα στην πρόσληψη προσωπικού με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Με σκοπό την αποτελεσματικότερη και καταλληλότερη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων για την κάλυψη των ανωτέρω, εξόχως σημαντικών για το κοινωνικό σύνολο, αναγκών και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ταχείας ενίσχυσης των προαναφερομένων φορέων με μόνιμο προσωπικό, με τις προτεινόμενες διατάξεις προβλέπεται η σύσταση οργανικών θέσεων μονίμου προσωπικού στους ως άνω φορείς.
Άρθρο 35
Κάλυψη θέσεων εποπτευόμενων φορέων
Με την παρ. 1 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι η κάλυψη των θέσεων, που συστήνονται με το άρθρου 34, θα διενεργηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α’ 28), ενώ οι αντίστοιχες προκηρύξεις θέσεων θα εκδοθούν το αργότερο μέχρι 28.2.2019. Με γνώμονα την εξυπηρέτηση εξαιρετικών λόγων δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην παροχή υπηρεσιών κοινωνικής υποστήριξης σε ευπαθείς ομάδες, όπως είναι τα άτομα με αναπηρία, τα παιδιά, οι υπερήλικες, οι χρονίως πάσχοντες και οι άστεγοι, και με σκοπό τη συνέχιση της εύρυθμης λειτουργίας των φορέων του άρθρου 34, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι συντρέχουν εξαιρετικές ανάγκες που επιβάλλουν την κατεπείγουσα και αδιάλειπτη, έως την πλήρωση των θέσεων με μόνιμο προσωπικό, λειτουργία των φορέων, με την παρ. 2 της ρύθμισης προβλέπεται η δυνατότητα απασχόλησης του υπηρετούντος κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος σε αυτά έκτακτου προσωπικού, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου τους. Η δυνατότητα παράτασης προβλέπεται για χρονικό διάστημα μέχρι την κατάρτιση των προσωρινών πινάκων για το διοριστέο τακτικό προσωπικό και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν της 31.12.2019. Με την προτεινόμενη διάταξη της παρ. 3 προβλέπεται ότι η απασχόληση του προσωπικού αυτού δεν εμπίπτει στους περιορισμούς των άρθρων 5 και 6 του π.δ. 164/2004 (Α’ 134) και δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της σχέσης, με βάση την οποία προσλήφθηκαν.
Άρθρο 36
Διοικητικά Συμβούλια Κέντρων Κοινωνικής Πρόνοιας
Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16), τα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας (ΚΚΠ) διοικούνται από επταμελή Διοικητικά Συμβούλια. Κατά την ίδια διάταξη, ο ορισμός των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων γίνεται, μεταξύ άλλων, και με κριτήριο την εκπροσώπηση σε αυτό τουλάχιστον ενός μέλους προερχόμενου από κάθε αντίστοιχο νομό, στον οποίο υπήρχε δομή συγχωνευόμενου ΝΠΔΔ, την εκπροσώπηση του τομέα παιδικής προστασίας από επιστήμονες με σχετική ειδίκευση στο αντικείμενο αυτό, την εκπροσώπηση των εργαζομένων του ΚΚΠ, καθώς και την εκπροσώπηση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία.
Με τις ρυθμίσεις της προτεινόμενης διάταξης, προβλέπεται ότι τα Διοικητικά Συμβούλια αποτελούνται από επτά έως έντεκα μέλη, ενώ ο ακριβής αριθμός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου ΚΚΠ θα καθοριστεί με τον Οργανισμό Λειτουργίας του, που εγκρίνεται, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 4109/2013, με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Οικονομικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου ΚΚΠ. Με τον τρόπο αυτό σταθμίζονται τα επιμέρους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ΚΚΠ, όπως ο αριθμός των παραρτημάτων, των ωφελούμενων και των εργαζομένων του, καθώς και η χωρικής έκταση και ο πληθυσμός της περιφέρειας αρμοδιότητάς του, διασφαλιζόμενης έτσι της ευρύτερης δυνατής αντιπροσωπευτικότητά εκάστου ΚΚΠ, καθώς και της πλέον αποτελεσματικής λειτουργίας του. Τέλος, μέχρι την έκδοση των οικείων Οργανισμών Λειτουργία, προβλέπεται ότι τα Διοικητικά Συμβούλια των ΚΚΠ λειτουργούν με επταμελή σύνθεση.
Άρθρο 37
Προσωπικό περιφερειακών γραφείων ΕΙΕΑΔ
Το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού (ΕΙΕΑΔ) είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και εποπτεύεται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Το ΕΙΕΑΔ προέκυψε από τη συνένωση των ανώνυμων εταιρειών «Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε. (ΕΚΑΕ)» και «Παρατηρητήριο Απασχόλησης Ερευνητική – Πληροφορική (ΠΑΕΠ) Α.Ε.», και κατέστη καθολικός διάδοχος όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των δύο αυτών καταργηθεισών εταιρειών. Αποστολή του ΕΙΕΑΔ, ως κύριου επιστημονικού και ερευνητικού βραχίονα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, είναι η υποστήριξη των δράσεων και πολιτικών απασχόλησης.
Πλέον, το ΕΙΕΑΔ καλείται να υλοποιήσει καίριας σημασίας έργα, όπως τον Μηχανισμό Διάγνωσης των Αναγκών της Αγοράς Εργασίας, και να αποκτήσει έναν ρόλο περισσότερο συντονιστικό (και λιγότερο διαχειριστικό) σε ό,τι αφορά την υλοποίηση έργων σχετικών με τους σκοπούς του, όπως αυτοί αποτυπώνονται στην παρ. 3 του άρθρου 88 του ν. 3996/2011 (Α’ 170). Ιδιαίτερα δε στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης και της δια βίου μάθησης, το ΕΙΕΑΔ συμβάλλει περισσότερο ερευνητικά, καθώς πλέον οι δράσεις, οι οποίες εμπεριέχουν και προγράμματα κατάρτισης, υλοποιούνται κατά κύριο λόγο από τον ΟΑΕΔ.
Για το λόγο αυτό, στο πλαίσιο της θεσμικής αναδιοργάνωσης του φορέα και επανεστίασης της δράσης του, καταργούνται από 1.1.2019 τα περιφερειακά γραφεία/ενότητες του ΕΙΕΑΔ και ρυθμίζονται μία σειρά ζητημάτων σχετικά με την ομαλή μεταφορά του προσωπικού σε υπηρεσίες κατά κύριο λόγο του ΟΑΕΔ και του ΣΕΠΕ ή σε άλλους εποπτευόμενους από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης φορείς. Το προσωπικό, προερχόμενο από τον συγκεκριμένο φορέα και με βάση τα τυπικά του προσόντα, μεταφέρεται κατόπιν πλήρους ενημέρωσής του επί της αναδιοργάνωσης αυτής και έχοντας εξασφαλιστεί μέσω διαβουλεύσεων η διαθεσιμότητά του για επικείμενες μετακινήσεις, και αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά υπηρεσίες, όπως ιδίως οι προαναφερθείσες του ΟΑΕΔ και του ΣΕΠΕ.
Ειδικότερα, προβλέπονται οι υπηρεσίες υποδοχής η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων και έκδοσης της σχετικής απόφασης, καθώς και οι όροι μεταφοράς του προσωπικού. Για λόγους χρηστής διοίκησης ρητώς προβλέπεται ότι, εάν μεσολαβήσει χρονικό διάστημα από την κατάργηση των γραφείων/ενοτήτων έως την ανάληψη υπηρεσίας του μεταφερόμενου προσωπικού, αυτό θα θεωρηθεί, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και οι αντίστοιχες αποδοχές θα καταβληθούν από το ΕΙΕΑΔ.
Άρθρο 38
Έναρξη ισχύος
Με την παρούσα διάταξη καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου.
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο «Μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άλλες διατάξεις»
ΜΕΡΟΣ Α’
Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
Μείωση ασφαλιστικών εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών
Άρθρο 1
Αντικατάσταση του άρθρου 39 του ν. 4387/2016
1. Το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«1. Από 1.1.2017, το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης, που καταβάλλουν τα πρόσωπα, παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι, κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992, τα οποία υπάγονται ή θα υπάγονταν, σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν ως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, ανέρχεται σε ποσοστό 20%.
Από 1.1.2019, το ποσοστό του προηγούμενου εδαφίου διαμορφώνεται σε 13,33%, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3.
2. α. Τα ως άνω ποσοστά υπολογίζονται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.
Από 1.1.2018 και εντεύθεν, τα ως άνω ποσοστά υπολογίζονται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση της δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος όπως εκάστοτε ισχύει, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές. Ειδικά, για το έτος 2018, η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του 85% του ως άνω φορολογητέου αποτελέσματος.
Ως ετήσιο εισόδημα των προσώπων που είναι μέλη προσωπικών εταιριών νοείται, για τη δραστηριότητά τους αυτή και για την εφαρμογή του παρόντος, το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των συνολικών κερδών της εταιρίας επί του ποσοστού συμμετοχής εκάστοτε μέλους σε αυτή. Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικών κερδών τα μέλη των προσωπικών εταιριών καταβάλλουν εισφορές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης εξειδικεύονται τα ειδικότερα θέματα των κανόνων προσδιορισμού της βάσης υπολογισμού εισφορών ανά επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και ο τρόπος είσπραξης.
β. Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
Το ύψος της βάσης υπολογισμού, ο κλάδος υπέρ του οποίου θα εισφέρει και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγονται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους, με την επιφύλαξη για το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.
Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η ρύθμιση του άρθρου 98.
Η νέα βάση υπολογισμού αρχίζει να εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει είτε από τον επόμενο μήνα από την ανάκληση της αίτησης ή την υποβολή νέας αίτησης εκ μέρους του ασφαλισμένου είτε αυτοδικαίως και πριν από την παρέλευση του επιλεγέντος σύμφωνα με τα ανωτέρω χρονικού διαστήματος εφόσον προκόψει ανώτερη βάση υπολογισμού βάσει του μηνιαίου εισοδήματος σε σχέση με την επιλεγείσα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.
3. Από 1.1.2017 η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού επί της οποίας υπολογίζεται το εκάστοτε προβλεπόμενο ποσοστό εισφοράς καθορίζεται με βάση το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Από 1.1.2019 η ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Στις περιπτώσεις ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοαπασχολούμενου που απασχολείται παράλληλα ως μισθωτός σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, η κατά το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού διαμορφώνεται αφού αφαιρεθούν οι αποδοχές της μερικής απασχόλησης.
Ως προς το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 38.
4. Διατάξεις νόμου που προβλέπουν την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από το ΕΤΑΑ, κατά την πρώτη πενταετία υπαγωγής στην ασφάλιση, καταργούνται από 1.1.2017.
5. Οι παρ. 1 έως 4 εφαρμόζονται: α) για τους υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση, και β) για τους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, Οι δικηγόροι αυτοί καταβάλλουν την εισφορά του πρώτου εδαφίου της παρ. 3.
6. Από 1.1.2017 οι ασφαλισμένοι για τους οποίους, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων που ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων του ΟΑΕΕ και ασκούν ελεύθερο επάγγελμα, καταβάλλουν, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, τις ασφαλιστικές εισφορές των παρ. 1, 2 και 3.
7. Υποχρέωση εισφοράς, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, έχουν και τα εξής πρόσωπα:
α. Τα μέλη ή μέτοχοι Οργανισμών, Κοινοπραξιών ή κάθε μορφής Εταιρειών, πλην των Ανωνύμων και των Ιδιωτικών Κεφαλαιουχικών, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα, για την οποία τα ασκούντα αυτή πρόσωπα υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ (επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα).
β. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των Ανωνύμων Εταιρειών με επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε όλη την Επικράτεια, εφόσον είναι μέτοχοι κατά ποσοστό τουλάχιστον 3%.
γ. Οι μέτοχοι των Ανωνύμων Εταιρειών, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών.
δ. Οι διαχειριστές Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας που ορίστηκαν με το καταστατικό ή με απόφαση των εταίρων.
ε. Ο μοναδικός εταίρος Μονοπρόσωπης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας.
8. Υψηλότερα ή χαμηλότερα των οριζομένων στην παρ. 1 ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών Κλάδου Σύνταξης ασφαλισμένου και εργοδότη που τυχόν προβλέπονταν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, αναπροσαρμόζονται ισόποσα και σταδιακά ετησίως από 1.1.2017 και εφεξής, ούτως ώστε από 1.1.2020 να διαμορφωθούν στο ύψος που ορίζεται στην παρ. 1.
9. Στους ασφαλισμένους της παρ. 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.
Αν η υπαγωγή του ασφαλισμένου στη ρύθμιση της παρούσας παραγράφου αμφισβητείται, μπορούν να υποβληθούν αντιρρήσεις ενώπιον του ΕΦΚΑ από οποιονδήποτε συμβαλλόμενο. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία των αντιρρήσεων και ο τρόπος έκδοσης των σχετικών αποφάσεων.
10. α. Από 1.7.2016 καταργούνται διατάξεις των άρθρων 10 του ν. 4114/1960 «Περί Κώδικος Ταμείου Νομικών» (Α’ 164), 6 του Οργανισμού Ταμείου Ασφάλισης Συμβολαιογράφων (136/167/16.2/7.3.1988 απόφαση Υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Β’ 131), 4 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του ΤΑΣ (π.δ. 113/1987, Α’ 65), 4 του β.δ. της 6/22.9.1956 (Α’ 209), 4 του α.ν. 2682/1940 (Α’ 411), 37 του ν. 4507/1966 (Α’ 71), 4 του π.δ. 73 της 18/29.2.1984 (Α’ 24), 7 παρ. Ζ’ του ν. 4043/2012 (Α’ 25) και το π.δ. 197 της 6/14.4.1989 (Α’ 93) που προβλέπουν ένσημα υπέρ της κοινωνικής ασφάλισης για τους δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες . Ομοίως, καταργούνται οι πάσης φύσεως εισφορές των Συμβολαιογράφων υπέρ των Τομέων Ασφάλισης Νομικών, Ασφάλισης, Πρόνοιας και Υγείας Συμβολαιογράφων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων. Ειδικώς, τα καταργούμενα ποσοστά επί των αναλογικών δικαιωμάτων στα κρατικά – τραπεζικά συμβόλαια των άρθρων προσαυξάνουν αντιστοίχως τα ποσοστά υπέρ του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου, προς τον οποίο αποδίδονται, προκειμένου να διανεμηθούν σύμφωνα, με όσα ορίζονται στο άρθρο 120 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (ν. 2830/2000, Α’ 96).
β. Από 1.1.2017 καταργείται η εισφορά υπέρ του πρώην ΤΕΑΔ (νυν ΕΤΕΑΕΠ) επί του ενσήμου επικύρωσης της περ. δ’ της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν.δ. 4114/1960 (Α’ 164) όπως προστέθηκε με την περ. α’ της παρ. 8 του άρθρου 22 του ν. 1868/1989 (Α’ 230).
11. α. Ειδικά για τους δικηγόρους, καταβάλλεται υπέρ του ΕΦΚΑ ποσοστό 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση, για την οποία προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος αποστέλλει στον ΕΦΚΑ τη σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί μέσω ενσήμων ή της ανωτέρω διαδικασίας που τα αντικαθιστά, αφαιρούνται από την εισφορά που οφείλει ο δικηγόρος. Ειδικά για τους δικηγόρους που απασχολούνται με έμμισθη εντολή, τα ποσά αυτά αφαιρούνται από την εισφορά του ασφαλισμένου.
β. Αν τα ποσά που καταβάλλονται βάσει των ανωτέρω ρυθμίσεων υπολείπονται της εισφοράς, ο ασφαλισμένος καταβάλλει τη διαφορά σε χρήμα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2042/1992.
γ. Αν τα ποσά που καταβλήθηκαν υπερβαίνουν την μηνιαία εισφορά που οφείλεται, δεν επιστρέφονται, αλλά συμψηφίζονται με την ετήσια ασφαλιστική οφειλή του αντίστοιχου έτους.
12. Από 1.1.2017 ο ΕΦΚΑ συνεισπράττει με τις ασφαλιστικές εισφορές και την εισφορά που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων – Κλάδος ασφαλισμένων ΟΑΕΕ και ΕΤΑΠ – ΜΜΕ, και υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων – Κλάδος ασφαλισμένων ΕΤΑΑ, την οποία αποδίδει στον ΟΑΕΔ. Επί εμμίσθων ασφαλισμένων που εκ της ιδιότητάς τους ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα οι ως άνω εισφορές επιβάλλονται μόνον επί των μηνιαίων αποδοχών τους.
13. Οι ασφαλισμένοι που συμπληρώνουν 40 χρόνια ασφάλισης, μπορούν με αίτησή τους να καταβάλλουν μειωμένη κατά ποσοστό 50%, ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι από την προσαύξηση της σύνταξής τους ως προς τα επόμενα έτη ασφάλισης.
14. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι πόροι που προβλέπονται στις διατάξεις των περ. β’, ε’, ιγ’ και ιη’ της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2326/1940 (Α’ 145), των άρθρων 9,10, 11 και 14 του ν. 915/1979 (Α’ 103), της παρ. 34 του άρθρου 27 του ν. 2166/1993 (Α’ 137), της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) και της παρ. 1 του άρθρου 150 του ν. 3655/2008 (Α’ 58).
15. Το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς και οι ασφαλιστικές κατηγορίες ή κλάσεις ή αποδοχές, βάσει των οποίων υπολογίζεται η μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων για τους οποίους, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων που ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στον ΟΑΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και των ασφαλισμένων που υπάγονταν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων, όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι 31.12.2015, παραμένουν αμετάβλητες μέχρι 31.12.2016.
16. Η σταθερή μηνιαία εισφορά, το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς και οι ασφαλιστικές κατηγορίες ή αποδοχές, βάσει των οποίων υπολογίζεται η μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων για τους οποίους, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στους Τομείς του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ (Τομέας Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, Τομέας Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών, Τομέας Ασφάλισης Νομικών), όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι 31.12.2015 παραμένουν αμετάβλητες μέχρι 31.12.2016. Η εισφορά για την ειδική προσαύξηση ΤΣΜΕΔΕ και για τον κλάδο μονοσυνταξιούχων του ΤΣΑΥ καταργείται από την 1.1.2016.
17. Μέχρι 31.12.2016 οι ασφαλιστικές εισφορές του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να εισπράττονται από τους υφιστάμενους κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος ασφαλιστικούς φορείς.
18. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από γνώμη του ΔΣ του ΕΦΚΑ, εξειδικεύεται η εφαρμογή των κανόνων του παρόντος νόμου σχετικά με τις εισφορές κατηγοριών αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών, οι οποίοι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση άλλων Φορέων Κύριας Ασφάλισης, πλην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ.
Μέχρι την έκδοση της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου η ασφάλιση και η καταβολή των εισφορών συνεχίζει με το καθεστώς που ίσχυε έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.»
2. Οι ήδη εκδοθείσες, μέχρι τη έναρξη ισχύος του παρόντος, υπουργικές αποφάσεις διατηρούνται σε ισχύ.
Άρθρο 2
Προσθήκη άρθρου 39Α στον ν. 4387/2016
Μετά το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε, άρθρο 39Α ως εξής:
«Άρθρο 39Α
1. Από 1.1.2017 έως 31.12.2018, ειδικά για τους παλαιούς και νέους ασφαλισμένους, κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992, που υπάγονται ή θα υπάγονταν, σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν ως την έναρξη ισχύος του παρόντος, στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ, καθώς και για τους αυτοαπασχολούμενους αποφοίτους σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό 14% για τα πρώτα δύο (2) έτη από την πρώτη τους υπαγωγή στην ασφάλιση, σε ποσοστό 17% για τα επόμενα τρία (3) έτη και σε ποσοστό 20% για το διάστημα μετά το πέμπτο (5ο) έτος της υπαγωγής τους στην ασφάλιση.
Από 1.1.2019, τα ανωτέρω ποσοστά διαμορφώνονται σε 13,33%.
2. Η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού επί της οποίας υπολογίζονται τα ποσοστά εισφοράς της παρ. 1 αντιστοιχεί στο 70% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Η περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 39 εφαρμόζεται αναλόγως στην παρούσα περίπτωση.
3. α. Από 1.1.2017 έως 31.12.2018: αα) το συνολικό ποσό που υπολείπεται του ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ασφάλισης αποτελεί ασφαλιστική οφειλή υπολογιζόμενη επί του μηνιαίου εισοδήματος, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 39, προσαυξανόμενου κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 8 και ββ) Το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της μειωμένης κατά την παρ. 2 εισφοράς σε σχέση με την προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 39 αποτελεί ασφαλιστική οφειλή.
β. Από 1.1.2019, το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της εισφοράς του παρόντος σε σχέση με την υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 39, αποτελεί ασφαλιστική οφειλή.
Η κατά τα ανωτέρω ασφαλιστική οφειλή εξοφλείται κατά 1/5 κατ’ έτος για τα έτη κατά τα οποία το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση δραστηριότητας του ασφαλισμένου κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, υπερβαίνει το ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων (18.000) ευρώ. Σε κάθε περίπτωση η οφειλή εξοφλείται εξ ολοκλήρου μέχρι και τη συμπλήρωση δεκαπέντε (15) ετών ασφάλισης.
4. Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα πρόσωπα του παρόντος άρθρου στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ ορίζεται σε ποσοστό 4% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
5. Το ποσό της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα πρόσωπα του παρόντος άρθρου στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ ορίζεται ως εξής:
α) Από 1.1.2017 έως 31.5.2019 σε ποσοστό 7% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
β) Από 1.6.2019 έως 31.5.2022, σε ποσοστό 6,5% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
γ) Από 1.6.2022 και εφεξής σε ποσοστό 6% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.»
Άρθρο 3
Αντικατάσταση του άρθρου 40 του ν. 4387/2016
1. Το άρθρο 40 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«Άρθρο 40
Εισφορές ασφαλισμένων στον ΟΓΑ
1. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, ασφαλίζονταν ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ, καταβάλλουν από 1.1.2017, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, ασφαλιστική εισφορά στον κλάδο κύριας σύνταξης επί του εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.
Από 1.1.2018 και εντεύθεν, η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το φορολογητέο αποτέλεσμα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές. Ειδικά, για το έτος 2018, η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του 85% του ως άνω φορολογητέου αποτελέσματος.
Ως φορολογητέο εισόδημα καθενός εκ των συζύγων και των ενήλικων τέκνων που απασχολούνται σε οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση λαμβάνεται το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, όπως αυτό ορίζεται στην περ. β’ της παρ. 2. Αν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα είναι ανώτερο από το γινόμενο των μελών της εκμετάλλευσης επί της ελάχιστης βάσης υπολογισμού της εισφοράς αναγόμενη σε ετήσια βάση, ως εισόδημα για κάθε μέλος της εκμετάλλευσης νοείται το πηλίκο της διαίρεσης του εισοδήματος προς τον αριθμό των μελών της.
2. Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους της παρ. 1 και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους της ίδιας κατηγορίας κατ’ επάγγελμα αγρότες, ορίζεται ως εξής:
α. Από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ορίζεται σε ποσοστό 10%, επί των υφισταμένων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ασφαλιστικών κατηγοριών.
β. Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παρ. 1. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παρ. 2 του άρθρου 38.
γ. Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017 το ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε 14%.
δ. Από 1.1.2018 έως 31.12.2018 το ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%.
ε. Με την επιφύλαξη της παρ. 3, το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε 12% από 1.1.2019 έως 31.12.2019, σε ποσοστό 12,67% από 1.1.2020 έως 31.12.2020, σε ποσοστό 13% από 1.1.2021 έως 31.12.2021 και σε ποσοστό 13,33%, από 1.1.2022 και εντεύθεν.
3. Από 1.1.2019 και εντεύθεν η ελάχιστη μηνιαία εισφορά δεν μπορεί να υπολείπεται:
α. από 1.1.2019 έως 31.12.2019 του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών,
β. από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών,
γ. από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19,5% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, και
δ. από 1.1.2022 και εντεύθεν του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
4. Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1. Το ύψος της βάσης υπολογισμού, ο κλάδος υπέρ του οποίου θα εισφέρει και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγονται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους, με την επιφύλαξη για το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.
Η νέα βάση υπολογισμού αρχίζει να εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει είτε από τον επόμενο μήνα από την ανάκληση της αίτησης ή την υποβολή νέας αίτησης εκ μέρους του ασφαλισμένου, είτε αυτοδικαίως και πριν τη παρέλευση του επιλεγέντος σύμφωνα με τα ανωτέρω χρονικού διαστήματος, εφόσον προκόψει ανώτερη βάση υπολογισμού βάσει του μηνιαίου εισοδήματος σε σχέση με την επιλεγείσα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.
5. Οι ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται αναλογικά και στις εξής κατηγορίες ασφαλισμένων:
α) Στους ασφαλισμένους, που ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση, υπάγονταν ή θα υπάγονται, έως την έναρξη ισχύος του παρόντος βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, στην ασφάλιση του ΟΓΑ με εισοδηματικά ή πληθυσμιακά κριτήρια, ως προς τον τρόπο υπολογισμού της μηνιαίας ασφαλιστικής τους εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης.
β) Στους κατά κύριο επάγγελμα, τουλάχιστον για μία πενταετία, αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, καθώς και στα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι 100kW.
γ) Στους απασχολούμενους στην αγροτική οικονομία πρώην ασφαλισμένων στον ΟΓΑ, που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυξη, όπως αυτά του αγροτουρισμού και την αγροβιοτεχνίας, στο πλαίσιο των σχετικών Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χρηματοδοτούνται για το σκοπό αυτόν.
δ) Στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και αγρότισσες που είναι παράλληλα και μέλη Αγροτικών Συνεταιρισμών, όπως και οι αγρεργάτες που απασχολούνται σε παραγωγούς αγροτικών προϊόντων και ως λιανοπωλητές σε λαϊκές αγορές.
ε) Στους ασφαλισμένους οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, υπάγονταν ή θα υπάγονται στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημερών ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας και κάθε είδους εκτροφών, οι οποίοι συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες, και άρα εξαιρούνται της ασφάλισης ως μισθωτοί για την απασχόλησή τους αυτή. Το συνολικό χρονικό διάστημα των 150 ημερών μπορεί να κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια του έτους, σύμφωνα με τις ανάγκες τις επιχείρησης ή εκμετάλλευσης.
6. Οι ασφαλισμένοι που έως την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί – ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών, καταβάλλουν, από 1.1.2017, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, οπότε και εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις για τους ασφαλισμένους μισθωτούς που προέρχονται από το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς εργοδότη – ασφαλισμένου για τους άνω ασφαλισμένους διαμορφώνεται ισόποσα και σταδιακά από 1.1.2017 και έως 31.12.2019, ώστε την 1.1.2020 να διαμορφωθεί στο ύψος του άρθρου 38.
7. Η πρώιμη παύση της γεωργικής δραστηριότητας σε εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1096/88 του Συμβουλίου της 25ης Απριλίου 1988 σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας δεν αποτελεί λόγο διακοπής της ασφάλισης των αγροτών στον ΕΦΚΑ, τόσο για τους δικαιούχους όσο και τις συζύγους τους. Κατά τη διάρκεια εφαρμογής του μέτρου, και μέχρι συμπλήρωσης του 67ου έτους της ηλικίας τους, οι εντασσόμενοι σε αυτό αγρότες και οι σύζυγοί τους, λογίζονται ως ενεργοί αγρότες σε ό’τι αφορά στα ασφαλιστικά τους δικαιώματα και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και σε περίπτωση που το μέτρο λήξει πριν τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας των εντασσομένων σε αυτό. Οι ασφαλισμένοι αυτοί υπάγονται στις ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2, που εφαρμόζονται αναλογικά.
8. Από 1.1.2017 οι ασφαλισμένοι του παρόντος άρθρου στο Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, καταβάλλουν ποσοστό συμμετοχής υπέρ αυτού και η κρατική επιχορήγηση καταργείται. Η συμμετοχή βαρύνει τον ασφαλισμένο και συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον κλάδο σύνταξης. Το ποσοστό συμμετοχής ορίζεται στο 0,25% επί του ασφαλιστέου εισοδήματος, σύμφωνα με την παρ. 2.
9. Οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 1140/1981 (Α’ 68), του άρθρου 2 του ν. 2458/1997 (Α’ 15), καθώς και της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.6 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222), σε ό,τι αφορά στο ανώτατο όριο ηλικίας καταργούνται.
10. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών προσδιορίζεται το ασφαλιστέο εισόδημα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»
2. Οι υπουργικές αποφάσεις που έχουν ήδη εκδοθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος διατηρούνται σε ισχύ.
Άρθρο 4
Τροποποίηση του άρθρου 97 του ν. 4387/2016
Η παρ. 2 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσαν, ως εξής:
«2. α. Από 1.1.2017 και μέχρι τις 31.5.2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς όλων των αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993, στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, διαμορφώνεται σε ποσοστό 7% υπολογιζόμενο επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει. Ειδικά για τους ασφαλισμένους στον τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων και του τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών του τ. ΟΑΕΕ του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ το ποσό της μηνιαίας εισφοράς του προηγούμενου εδαφίου ισχύει από 1.12.2012 και από 1.1.2015 αντίστοιχα.
β. Από 1.6.2019 και μέχρι τις 31.5.2022, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς των αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών διαμορφώνεται σε 6,5%, υπολογιζόμενο επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει.
γ. Από 1.6.2022 και εφεξής το ποσό της μηνιαίας εισφοράς των αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών διαμορφώνεται σε 6% υπολογιζόμενο επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει.
δ. Οι ασφαλισμένοι της παρούσας παραγράφου, με αίτησή τους, που υποβάλλεται στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγονται από τους ασφαλισμένους με την αίτησή τους.
ε. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται ο τρόπος επιλογής της ανώτερης βάσης υπολογισμού, ο τρόπος εξόφλησης των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
Άρθρο 5
Τροποποίηση του άρθρου 35 του ν. 4387/2016
Η περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«β. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων και των εργοδοτών, όπου προβλέπεται εργοδοτική εισφορά για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους μισθωτούς.
Το ύψος και ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένων μισθωτών, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών προνοίας στο ΕΤΕΑΕΠ, με εξαίρεση τους μισθωτούς ασφαλισμένους στους τομείς προνοίας του πρώην ΕΤΑΠ – ΜΜΕ, των οποίων τα ποσοστά εισφορών υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38.
Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ των ασφαλισμένων από 1.1.1993 και εφεξής μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38.
Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ όλων των πριν και μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένων αυτοτελώς απασχολούμενων, ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει.
Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ποσοστά της περ. β’ της παρ. 2 να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται ο τρόπος επιλογής της ανώτερης βάσης υπολογισμού της μηνιαίας εισφοράς καθώς και κάθε αναγκαίο θέμα που προκύπτει για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
Άρθρο 6
Τροποποίηση του άρθρου 98 του υ. 4387/2016
Στις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 98 του ν. 4387/2016 η φράση «και επικουρικής σύνταξης, εφάπαξ» αντικαθίσταται από τη λέξη «σύνταξης».
Άρθρο 7
Τροποποίηση του άρθρου 28 του υ. 4387/2016
1. Στο τέλος της περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4387/2016 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Από 1.1.2019 για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του άρθρου 40, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα που προκύπτει αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά ύψους 20% το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης.»
2. Η περ. δ’ της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, ύστερα από την καταβολή του ποσού εξαγοράς που προβλέπεται, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό – εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά ύψους 20% το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
Λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις
Άρθρο 8
Έναρξη και λήξη συνταξιοδοτικού δικαιώματος στο ΕΤΕΑΕΠ
1. To άρθρο 1 του ν. 4554/2018 (A’ 130) εφαρμόζεται αναλόγως για την έναρξη και λήξη του δικαιώματος επικουρικής σύνταξης από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ). Προϋπόθεση για την έναρξη καταβολής της επικουρικής σύνταξης είναι η προηγούμενη συνταξιοδότηση από το φορέα κύριας ασφάλισης.
2. Κατ’ εξαίρεση, η καταβολή της επικουρικής σύνταξης λόγω γήρατος, θανάτου ή αναπηρίας από το ΕΤΕΑΕΠ αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης καταβολής της κύριας σύνταξης, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης και η αίτηση υποβληθεί μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης για την απονομή της κύριας σύνταξης.
Άρθρο 9
Τεχνικό ζήτημα για την απονομή επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών στο ΕΤΕΑΕΠ
1. Σε περίπτωση υποβολής δήλωσης των ασφαλισμένων του ΕΤΕΑΕΠ που υπάγονταν στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ, περί εξόφλησης των εισφορών των συνεισπραττόμενων κλάδων επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών, για το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2016, για το οποίο έχουν εξοφληθεί οι εισφορές για τον κλάδο κύριας ασφάλισης και έχει διενεργηθεί έλεγχος του χρόνου ασφάλισης, η επικουρική σύνταξη και η εφάπαξ παροχή απονέμεται με την επιφύλαξη της παρ. 2.
2. Το ΕΤΕΑΕΠ ελέγχει την ακρίβεια των στοιχείων που υποβάλλονται σύμφωνα με την παρ. 1 εντός δύο (2) ετών από την έκδοση των σχετικών αποφάσεων. Σε περίπτωση που μετά τον έλεγχο προκύπτει ότι τα στοιχεία αυτά δεν είναι ακριβή, εκτός από τις άλλες έννομες συνέπειες, αναζητούνται άτοκα από το ΕΤΕΑΕΠ οι αχρεωστήτως καταβληθείσες συντάξεις και παροχές.
Άρθρο 10
Αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές από το τ. ΤΑΔΚΥ και το τ. ΤΠΔΚΥ
Αχρεωστήτως καταβληθείσες επικουρικές συντάξεις από το τ. ΤΑΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ, και εφάπαξ παροχές από το τ. ΤΠΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ, που προέκυψαν από ανάκληση των σχετικών πράξεων απονομής για λόγους που δεν ανάγονται σε υπαιτιότητα των ασφαλισμένων δεν αναζητούνται από το ΕΤΕΑΕΠ. Τυχόν καταβληθέντα από τους ασφαλισμένους του τ. ΤΑΔΚΥ και τ. ΤΠΔΚΥ ποσά λόγω ανάκλησης των σχετικών πράξεων απονομής επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής επιστρέφονται άτοκα, ενώ τυχόν καταβληθείσες από τους ασφαλισμένους εισφορές εξαγοράς χρόνου ασφάλισης δεν επιστρέφονται.
Άρθρο 11
Αναγνώριση πλασματικών χρόνων πριν την 1.1.2017 και αύξηση των συνταξίμων αποδοχών
Όποιος έχει εξαγοράσει πλασματικό χρόνο πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 (Α’ 85) και δεν έχει υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, δύναται να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 4387/2016 καταβάλλοντας τη διαφορά της ήδη καταβληθείσας εισφοράς με αυτή που είναι καταβλητέα, σύμφωνα με τον ν. 4387/2016.
Άρθρο 12
Εκκαθάριση και πληρωμή ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των ΦΚΑ που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ
1. α) Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του κλάδου υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ προς τα φαρμακεία, λοιπούς συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας (ιατρούς, κλινικές, διαγνωστικά κέντρα, εργαστήρια κλπ.), φαρμακευτικές εταιρείες, προμηθευτές υγειονομικού και λοιπού υλικού κλπ., και προς ασφαλισμένους των ΦΚΑ, εκκαθαρίζονται και πληρώνονται από τον ΕΦΚΑ μέχρι 31.12.2019.
β) Ως ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις νοούνται εκείνες που αφορούν τα έτη από 1.1.2006 και εντεύθεν, για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα προβλεπόμενα, κατά περίπτωση, παραστατικά ή αποδεικνύεται η παροχή των υπηρεσιών ή η παραλαβή των προϊόντων και οι οποίες δεν έχουν εξοφληθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος.
2. Το ποσοστό έκπτωσης που αφορά τις οφειλές, προ ΦΠΑ, προς τους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας καθορίζεται ως ακολούθως:
α. Διαγνωστικά Κέντρα – Εργαστήρια:
αα) Για ποσό μηνιαίας οφειλής μέχρι 15.000 ευρώ ποσοστό έκπτωσης 5%.
ββ) Για ποσό μηνιαίας οφειλής πάνω από 15.000 ευρώ ποσοστό έκπτωσης 10%.
β. Ιδιωτικές Κλινικές, Κέντρα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης, Μονάδες Χρόνιας Αιμοκάθαρσης για δαπάνες Νοσηλείας ποσοστό έκπτωσης 10%.
γ. Συμβεβλημένοι Ιδιώτες Ιατροί:
αα) Για ποσό μηνιαίας οφειλής μέχρι 4.000 ευρώ ποσοστό έκπτωσης 5%.
ββ) Για ποσό μηνιαίας οφειλής πάνω από 4.000 ευρώ ποσοστό έκπτωσης 10%.
δ. Προμηθευτές Υγειονομικού και λοιπού υλικού ποσοστό έκπτωσης 25%, για δαπάνες ειδικών νοσοκομειακών υλικών (υλικά λαπαροτομίας, ορθοπεδικά υλικά, καρδιοεπεμβατικά, ενδοφακοί, επιθέματα μαστού, υλικά αγγειοπλαστικής κ.ά.).
ε. Συμβεβλημένοι λοιποί πάροχοι υπηρεσιών υγείας (φυσιοθεραπευτές, λογοθεραπευτές κ,λπ.) ποσοστό έκπτωσης 5%.
στ. Φαρμακευτικές εταιρείες ποσοστό έκπτωσης 8%.
ζ. Φαρμακεία ποσοστό 3,5%.
Οι λοιπές ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις που προκύπτουν από τυχόν υπόλοιπο λόγω πληρωμής προκαταβολής, εξοφλούνται για οφειλές μέχρι 15.000 ευρώ με έκπτωση 20% και για οφειλές πάνω από 15.000 ευρώ με έκπτωση 45% επί της συναλλακτικής αξίας (αξίας του παραστατικού προ Φ.Π.Α.), του απομένοντος, μετά την αφαίρεση της προκαταβολής, υπολοίπου.
Οι οφειλές προς ασθενείς ασφαλισμένους και προς τους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας που έχουν εκκαθαριστεί εξοφλούνται ολοσχερώς.
3. Για την αποπληρωμή των ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του παρόντος ο ΕΦΚΑ δύναται να επιχορηγείται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 4281/2014 (Α’ 160). Εξαιρετικώς, για την οριστικοποίηση των ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων, τη δέσμευση και τη μεταφορά πιστώσεων και κεφαλαίων απαιτείται, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, η σύνταξη και η υποβολή εντύπου συγκεντρωτικής κατάστασης ανά παραστατικό ή προμηθευτή ή πάροχο ή κατηγορία δαπάνης. Το έντυπο της συγκεντρωτικής κατάστασης, η ενταλματοποίηση και η πληρωμή πραγματοποιείται κατά παρέκκλιση της χρονολογικής σειράς. Το ως άνω έντυπο αρκεί για την ενταλματοποίηση δαπανών από τις υφιστάμενες πιστώσεις και μεταφορές κεφαλαίων, που πραγματοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό.
4. Οι οφειλές εξοφλούνται άμεσα με την έκδοση χρηματικού εντάλματος ύστερα από πρόχειρο λογιστικό έλεγχο που διενεργείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, εφόσον:
α) παρασχεθεί η κατά περίπτωση αναφερόμενη έκπτωση εκ μέρους του δικαιούχου – παρόχου με την προσκόμιση στον ΕΦΚΑ πιστωτικού τιμολογίου,
β) υποβληθεί υπεύθυνη δήλωση εκ μέρους του δικαιούχου – παρόχου, στην οποία ρητά αναφέρεται ότι αποδέχεται τη ρύθμιση αυτή για όλες τις απαιτήσεις του, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας και παραιτείται χωρίς επιφύλαξη από οποιαδήποτε άλλη αξίωση που πηγάζει από την ίδια αιτία, συμπεριλαμβανομένης της αξίωσης τόκων, μέχρι και την εξόφληση των οφειλών, και από τα ένδικα μέσα και βοηθήματα.
γ) προσκομισθεί στην αρμόδια Οικονομική Υπηρεσία φορολογική ενημερότητα ή βεβαίωση οφειλής. Όταν προσκομίζεται από τον πάροχο βεβαίωση οφειλής, παρακρατείται από την αρμόδια υπηρεσία το ποσό αυτής και αποδίδεται στο Δημόσιο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
5. Στην εκκαθάριση και πληρωμή των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του πρώην ΕΤΑΑ, ειδικώς για την εφαρμογή του παρόντος:
α) Αρμόδιες για τη συγκέντρωση του συνόλου των παραστατικών των δαπανών υγείας ανά τομέα είναι οι υπάρχουσες οργανικές μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Καταβολής Παροχών Υγείας του ΕΦΚΑ, ως εξής:
αα) Το Τμήμα Ασφάλισης Κλάδου Υγείας και Πρόνοιας της Διεύθυνσης Υγείας και Πρόνοιας του Τομέα Μηχανικών, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Μηχανικών.
ββ) Το Τμήμα Παροχών Ανοιχτής Περίθαλψης της Διεύθυνσης Ασθένειας των Τομέων Υγειονομικών και το Τμήμα Πληρωμής Συντάξεων και Παροχών Ασθένειας της Διεύθυνσης Υγειονομικών Θεσσαλονίκης, που υπάγεται απευθείας στον Διοικητή του ΕΦΚΑ, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Υγειονομικών.
γγ) Το Τμήμα Εσόδων – Παροχών της Διεύθυνσης Ασφάλισης – Παροχών των Τομέων Συμβολαιογράφων, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Συμβολαιογράφων.
δδ) Το Τμήμα Εσόδων – Παροχών της Διεύθυνσης Ασφάλισης – Παροχών των Τομέων Δικηγόρων Αθηνών, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Δικηγόρων Αθηνών.
εε) Το Τμήμα Εσόδων – Παροχών της Διεύθυνσης Ασφάλισης – Παροχών του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Πειραιά, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Δικηγόρων Πειραιά.
στστ) Το Τμήμα Εσόδων – Παροχών της Διεύθυνσης Ασφάλισης – Παροχών του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Επαρχιών, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Δικηγόρων επαρχιών.
ζζ) Το Περιφερειακό Τμήμα Υγείας Δικηγόρων Θεσσαλονίκης, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των τομέων Δικηγόρων Θεσσαλονίκης.
Οι ανωτέρω οργανικές μονάδες είναι αρμόδιες και για τη σύνταξη της κατάστασης πληρωμής δαπάνης, για κάθε δικαιούχο, πάροχο ή ασφαλισμένο, η οποία, αφού υπογράφει από τον αρμόδιο διατάκτη, διαβιβάζεται μαζί με όλα τα δικαιολογητικά με έγγραφο για οικονομικό έλεγχο, ενταλματοποίηση και πληρωμή στην αρμόδια Οικονομική Υπηρεσία. Οι προϊστάμενοι των ανωτέρω τμημάτων ορίζονται διατάκτες των οικείων δαπανών υγείας, με αρμοδιότητα να υπογράφουν την κατάσταση πληρωμής δαπάνης για κάθε δικαιούχο, πάροχο ή ασφαλισμένο, και την απόφαση ανάληψης υποχρέωσης. Ειδικά για το Τμήμα Πληρωμής Συντάξεων και Παροχών Ασθένειας της Διεύθυνσης Υγειονομικών Θεσσαλονίκης, ως διατάκτης ορίζεται ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης. Η απόφαση ανάληψης υποχρέωσης εκδίδεται με μέριμνα του αρμοδίου για την πληρωμή Τμήματος Οικονομικού της Περιφερειακής Διεύθυνσης, ως αυτές ορίζονται ακολούθως, αφού βεβαιωθεί η ύπαρξη πίστωσης από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Οικονομικού της Περιφερειακής Διεύθυνσης.
β) Αρμόδια για τον οικονομικό έλεγχο, την οικονομική εκκαθάριση, την ενταλματοποίηση και την εξόφληση των ανωτέρω ληξιπρόθεσμων δαπανών είναι τα Τμήματα Οικονομικού των Περιφερειακών Διευθύνσεων του ΕΦΚΑ του άρθρου 48 του ν. 4445/2016 (Α’ 236), ως εξής:
αα) Το Τμήμα Οικονομικού της Περιφερειακής Διεύθυνσης Συντάξεων και Ασφάλισης του Τομέα Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των Τομέων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων.
ββ) Το τμήμα Οικονομικού της Περιφερειακής Διεύθυνσης Συντάξεων και Ασφάλισης του Τομέα Υγειονομικών, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των Τομέων Υγειονομικών.
γγ) Το Τμήμα Οικονομικού της Περιφερειακής Διεύθυνσης Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών, για τις ληξιπρόθεσμες δαπάνες υγείας προς παρόχους και ασφαλισμένους των Τομέων Συμβολαιογράφων, του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Αθηνών, του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Πειραιά, του Τομέα Υγείας Δικηγόρων επαρχιών και του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Θεσσαλονίκης.
Τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής εκδίδονται ύστερα από πρόχειρο λογιστικό έλεγχο, υπογράφονται από τον συντάκτη τους, από τον προϊστάμενο του οικείου τμήματος Οικονομικού και από τον Διευθυντή της περιφερειακής Διεύθυνσης σύμφωνα με το άρθρο 16 του Κανονισμού Οικονομικής Οργάνωσης και Λειτουργίας του ΕΦΚΑ (Φ.ΕΦΚΑ/οικ.22424/861/16.5.2017, Β’ 1720). Η εξόφληση των Χρηματικών Ενταλμάτων Πληρωμής διενεργείται οίκοθεν από τα ανωτέρω Τμήματα Οικονομικού.
6. Στην εκκαθάριση και πληρωμή των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του πρώην ΤΎΔΚΥ, ειδικά για την εφαρμογή του παρόντος:
α) Αρμόδια για την εκκαθάριση και εξόφληση των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του τ. ΤΥΔΚΥ Νομού Αττικής είναι η υπάρχουσα οργανική μονάδα της Διεύθυνσης Ασφάλισης Παροχών ΟΠΑΔ, ως εξής:
αα) Το Τμήμα Παροχών της Διεύθυνσης Ασφάλισης Παροχών ΟΠΑΔ είναι αρμόδιο για τον έλεγχο και την εκκαθάριση της δαπάνης. Μετά τον έλεγχο διενεργείται επί των δικαιολογητικών πράξη εκκαθάρισης με το εκκαθαριζόμενο υπέρ του δικαιούχου χρηματικό ποσό, η οποία υπογράφεται από του υπάλληλο που διενήργησε τον έλεγχο. Με βάση την πράξη εκκαθάρισης συυτάσσεται κατάσταση δαπάνης, στην οποία καταχωρίζεται αριθμητικά και ολογράφως το χρηματικό ποσό που εκκαθαρίζεται με πρόχειρο λογιστικό έλεγχο, η οποία υπογράφεται από τα υπηρεσιακά όργανα που διευήργησαυ του έλεγχο και από του Προϊστάμενο της υπηρεσίας που εκκαθαρίζεται η δαπάνη ή του νόμιμο αναπληρωτή του. Η κατάσταση δαπάνης διαβιβάζεται στο Τμήμα Λογιστηρίου για την έκδοση εντάλματος.
ββ) To Τμήμα Λογιστηρίου της Διεύθυνσης Ασφάλισης Παροχών ΟΠΑΔ είναι αρμόδιο για την ενταλματοιτοίηση και εξόφληση των ως άνω ληξιπρόθεσμων δαπανών. Τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής υπογράφονται από τον συντάκτη τους, από τον Προϊστάμενο του Λογιστηρίου και από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Η εξόφληση των Χρηματικών Ενταλμάτων Πληρωμής διενεργείται οίκοθεν από το ανωτέρω Τμήμα Λογιστηρίου.
β) Αρμόδια για την εκκαθάριση και εξόφληση των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας της Περιφέρειας, είναι τα κατά τόπους Υποκαταστήματα του ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), στα οποία μεταφέρθηκαν ως προσωπικό και αρμοδιότητες οι τέως Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΟΠΑΔ, μετά τη κατάργησή του και ειδικότερα τα αρμόδια τμήματα των υπηρεσιών αυτών.
7. Οφειλές προς παρόχους υπηρεσιών υγείας που εκκαθαρίζονται με τις διατάξεις του παρόντος συμψηφίζονται με τυχόν ληξιπρόθεσμες κάθε είδους οφειλές αυτών προς τον ΕΦΚΑ, πλην των ρυθμισμένων. Ο συμψηφισμός πραγματοποιείται από τις ανωτέρω αρμόδιες υπηρεσίες.
8. Η καταβολή του κεφαλαίου της ληξιπρόθεσμης οφειλής προς τους δικαιούχους επιφέρει την απόσβεση της οφειλής ως προς τα έξοδα, τους τόκους και το κεφάλαιο. Μετά την κατά τα ανωτέρω εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, αποσβένεται κάθε απαίτηση των δικαιούχων κατά του ΕΦΚΑ από την αιτία αυτή. Η αποδοχή της εξόφλησης της απαίτησης από τους δικαιούχους πραγματοποιείται με την υποβολή υπεύθυνης δήλωσης εκ μέρους του δικαιούχου – παρόχου που κατατίθεται στις αρμόδιες για την πληρωμή υπηρεσίες.
9. Με τις διατάξεις του παρόντος εκκαθαρίζονται και πληρώνονται και οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις κατά την έννοια της περ. β’ της παρ. 1, εκτός συμβατικής σχέσης, εφόσον αποδεικνύεται η παροχή των υπηρεσιών ή η παραλαβή των προϊόντων από τους ΦΚΑ.
Η παραλαβή προϊόντων από τους ΦΚΑ τόσο για τις περιπτώσεις συναφθεισών συμβάσεων όσο και για αυτές που έλαβαν χώρα εκτός αυτών, θεωρείται προσηκόντως αποδεδειγμένη και με την υπογραφή του οικείου πρωτοκόλλου έστω και από έναν αρμόδιο προς τούτο υπάλληλο, καθώς και με την ύπαρξη αντιγράφου παραλαβής ταχυμεταφορέα ή δελτίου αποστολής. Ειδικά για την εκκαθάριση παροχών προς ασφαλισμένους δεν απαιτούνται οι υπογραφές των ελεγκτών ιατρών στα αντίστοιχα παραστατικά.
10. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του παρόντος εκκαθαρίζονται και πληρώνονται εξαιρετικά κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί παραγραφής.
11. Εκκαθαρίσεις και πληρωμές ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων, κατά την έννοια της περ. β’ της παρ. 1, που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί θεωρούνται νόμιμες.
12. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε άλλη αντίθετη διάταξη.
13. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών δύναται να καθορίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της εκκαθάρισης και πληρωμής ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των ΦΚΑ που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ.
Άρθρο 13
Νομική παράσταση ΕΦΚΑ υπέρ ΕΟΠΥΥ
1. Σε δίκες που αφορούν αξιώσεις ή υποχρεώσεις των κλάδων υγείας που μεταφέρθηκαν στον ΕΟΠΥΥ, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3918/2011 (Α’ 31), την παρ. 17 του άρθρου 13 του ν. 4052/2012 (Α’ 41) και το εδάφιο 1β της υποπαρ. ΙΒ.1 της παρ. IB του άρθρου μόνου του ν. 4093/2012 (Α’ 222), στις οποίες διάδικος είναι το πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, νυν ΕΦΚΑ, ή/και ο ΕΟΠΥΥ, ο ΕΦΚΑ εξακολουθεί να νομιμοποιείται στη διεξαγωγή των δικών αυτών και η νομιμοποίηση αυτή περιλαμβάνει και την άσκηση ένδικων μέσων, μέχρι και την αμετάκλητη περάτωσή τους. Η νομική θέση του ΕΟΠΥΥ στις δίκες αυτές δεν θίγεται. Οι αποφάσεις δεσμεύουν τον ΕΟΠΥΥ και εκτελούνται υπέρ και εις βάρος του.
2. Οι διατάξεις του παρόντος καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δίκες.
Άρθρο 14
Αποδεικτικό ηλικίας ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ
1. Η ηλικία των ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ και των μελών οικογένειας τους αποδεικνύεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του ν. 1846/1951 (Α’ 179).
2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου καταλαμβάνουν και τις αιτήσεις που εκκρεμούν, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος ενώπιον της διοίκησης, σε οποιοδήποτε στάδιο .
3. Η παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 (Α’ 81) καταργείται.
Άρθρο 15
Μηχανογραφικό σύστημα ΕΦΚΑ και ΓΓΠΣ του Υπουργείου Οικονομικών
Στο τέλος της παρ. 12 του άρθρου 395 του ν. 4512/2018 (Α’ 5) προστίθενται, από τότε που ίσχυσε, εδάφια ως εξής:
«Μέχρι την πλήρη ένταξη του προηγούμενου εδαφίου, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών λειτουργεί και υποστηρίζει το πληροφοριακό σύστημα του ΕΦΚΑ για τη χορήγηση των συντάξεων του Δημόσιου Τομέα. Οι λεπτομέρειες της συνεργασίας αυτής καθορίζονται σε σχετικό πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ του Διοικητή του ΕΦΚΑ και του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών.»
Άρθρο 16
Τρόπος υπολογισμού σύνταξης των μονοσυνταξιούχων ασφαλισμένων του πρώην ΤΣΑΥ για αιτήσεις προ του ν. 4387/2016
1. Για αιτήσεις συνταξιοδότησης στο τ. ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ, για τις οποίες εφαρμόζονται οι προγενέστερες του ν. 4387/2016 διατάξεις, αν ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του τ. ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ δεν ταυτίζεται με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων του ίδιου Ταμείου, ο οποίος είναι λιγότερος από είκοσι πέντε (25) έτη, η σύνταξη υπολογίζεται ως εξής:
α) Για τα έτη ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης το ποσό που προβλέπεται από τις καταστατικές διατάξεις του πρώην Ταμείου, και
β) Για κάθε έτος ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων επιπλέον ποσό ίσο με το 1/25 του ποσού της προσαύξησης που προβλέπεται από τις καταστατικές διατάξεις του πρώην Ταμείου για είκοσι πέντε (25) έτη ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων.
Οι εισφορές που έχουν καταβληθεί στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών και μικρότερο του ενός (1) έτους λογίζονται ως εισφορές ενός (1) έτους.
2. Ασφαλισμένοι του τ. ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ που έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι 12.5.2016, η οποία βρίσκεται σε εκκρεμότητα, καθώς και συνταξιούχοι του ίδιου Ταμείου μέχρι την ίδια ως άνω ημερομηνία, οι οποίοι κατά τη συνταξιοδότησή τους δεν έλαβαν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο των Μονοσυνταξιούχων λόγω οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο, λαμβάνουν προσαύξηση σύμφωνα με την παρ. 1 μόνο για τα έτη που έχουν καταβάλει εισφορές στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων. Κατά τον επανυπολογισμό των ήδη καταβεβλημένων μέχρι 12.5.2016 συντάξεων του προηγούμενου εδαφίου, λαμβάνουν προσαύξηση μόνο για τα έτη που κατέβαλαν επιπλέον εισφορά στον Κλάδο αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 30 του ν. 4387/2016 (Α’ 85).
Άρθρο 17
Αντιμετώπιση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών
Για τις παροχές της παρ. 3 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179), οι οποίες χορηγήθηκαν χωρίς υπαιτιότητά των λαβόντων μετά από απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 103 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) και επιστρέφονται άτοκα, ανεξάρτητα από το χρόνο χορήγησής τους και έκδοσης των καταλογιστικών πράξεων. Τυχόν ήδη επιστραφέντα ποσά από τους συνταξιούχους ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, δεν αναζητούνται από αυτούς.
Άρθρο 18
Παρακράτηση και συμψηφισμός με οφειλές προς ΦΚΑ που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση
1. Η παρ 2 του άρθρου 18 του ν. 4331/2015 (Α’ 69) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης προβαίνουν σε παρακράτηση ποσοστού των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του φορέα, μέχρι του ύψους των οφειλών, κατά αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ. Στην περίπτωση αυτή, τα παρακρατούμενα ποσά συμψηφίζονται με τις τελευταίες δόσεις της ρύθμισης, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση του αρμόδιου οργάνου του ασφαλιστικού φορέα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται τα ποσοστά παρακράτησης, τα αρμόδια όργανα, η τηρητέα διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
2. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 1.
Άρθρο 19
Παράταση ισχύος της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107)
Η ισχύς της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107) παρατείνεται για τρία (3) έτη από τη λήξη της. Σε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενης υπαγωγής στη ρύθμιση με δημιουργία νέων οφειλών, ο φορέας διατηρεί το δικαίωμα να απαιτήσει την προσκόμιση του συνόλου ή μέρους των προβλεπόμενων στοιχείων και διασφαλίσεων.
Άρθρο 20
Τροποποίηση του άρθρου 22 του ν. 4529/2018 (Α’ 56)
Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 και στο πρώτο εδάφιο της περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4529/2018 (Α’ 56) μετά από τις λέξεις «αναπηρίας ή γήρατος» προστίθενται οι λέξεις «ή θανάτου».
Άρθρο 21
Νομοτεχνική βελτίωση για τίτλους κτήσης
Στην παρ. 1 του άρθρου 55 του ν. 4509/2017 (Α’ 201) διαγράφονται οι λέξεις «περίπτωση α’».
Άρθρο 22
Σύνταξη λόγω θανάτου οπτό φυσικές καταστροφές
1. Σε περίπτωση θανάτου λόγω πλημμυρικών φαινομένων, πυρκαγιών, σεισμών και λοιπών θεομηνιών σε πληγείσες περιοχές, όπως αυτές οριοθετούνται από την εκάστοτε απόφαση των αρμόδιων Υπουργών, στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του θανόντα καταβάλλεται, κατά παρέκκλιση του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), σύνταξη ποσού ίσου με το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ή έχει δικαιωθεί ο θανών. Το ποσό αυτό καταβάλλεται από τον ΕΦΚΑ αντί της σύνταξης λόγω θανάτου του άρθρου 12 του ν. 4387/2016.
2. Τέκνα για την εφαρμογή του παρόντος είναι αυτά που ορίζονται στο άρθρο 12 του ν. 4387/2016.
3. Το ποσό της σύνταξης της παρ. 1 επιμερίζεται ως εξής:
α) Ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50% του ποσού και τα τέκνα το υπόλοιπο 50% του ποσού κατ’ ισομοιρία.
β) Αν δεν υπάρχουν τέκνα, ο επιζών σύζυγος δικαιούται όλο το ποσό.
γ) Αν δεν υπάρχει επιζών σύζυγος, τα τέκνα δικαιούνται όλο το ποσό κατ’ ισομοιρία.
4. Ως προς τα κατώτατα όρια του καταβαλλόμενου ποσού, ισχύουν αναλογικά τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ν. 4387/2016.
5. Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν για θανάτους που επέρχονται μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016.
ΜΕΡΟΣ Β’
Ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ και λοιπές διατάξεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
Ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ
Άρθρο 23
Παράσταση πολιτικής αγωγής για δεδουλευμένες αποδοχές και αποζημίωση απόλυσης
1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου μόνου του α.ν. 690/1945 (Α’ 292) προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Στις παραπάνω υποθέσεις, οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα παράστασης πολιτικής αγωγής για την υποστήριξη της κατηγορίας, ανεξάρτητα αν έχουν υποστεί περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη. Έγγραφη προδικασία δεν απαιτείται.»
2. Στο άρθρο 28 του ν. 3996/2011 (Α’ 170) προστίθεται παρ. 3 ως εξής:
«3. Στις υποθέσεις της παρ. 1, όταν ο εργοδότης παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας τις σχετικές με την καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών και την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης, οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα παράστασης πολιτικής αγωγής για την υποστήριξη της κατηγορίας, ανεξάρτητα αν έχουν υποστεί περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη. Έγγραφη προδικασία δεν απαιτείται.»
Άρθρο 24
Αύξηση Τμημάτων Επιθεώρησης του ΣΕΠΕ
1. Η υποπερ. δδ’ της περ. στ’ της παρ. 2 του άρθρου 47 του π.δ. 134/2017 (Α’ 168) αντικαθίσταται ως εξής: «δδ) Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Κοζάνης, με έδρα την Κοζάνη.»
2. Στην περ. στ’ της παρ. 2 του άρθρου 47 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. ιΓ ως εξής:
«ιι) Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών, με έδρα τα Γρεβενά.»
3. Στην περ. ια’ της παρ. 2 του άρθρου 47 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. ζζ’ ως εξής:
«ζζ) Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Ορεστιάδας, με έδρα την Ορεστιάδα.»
4. Η περ. δ’ της παρ. 6 της υποπαρ. Α του άρθρου 49 του π.δ. 134/2017 αντικαθιστάται ως εξής:
«δ) Του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Κοζάνης, στα όρια του Νομού Κοζάνης.»
5. Στην παρ. 6 της υποπαρ. Α του άρθρου 49 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. Γ ως εξής:
«ι) Του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών, στα όρια του Νομού Γρεβενών.»
6. Η περ. γ’ της παρ. 11 της υποπαρ. Α του άρθρου 49 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Έβρου, στα όρια των Δήμων Αλεξανδρούπολης- Σαμοθράκης.»
7. Στην παρ. 11 της υποπαρ. Α του άρθρου 49 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. ζ’ ως εξής:
«ζ) Του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Ορεστιάδας, στα όρια των Δήμων Ορεστιάδας – Σουφλίου- Διδυμοτείχου.»
8. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 (Α’ 174), κατανέμονται από τις υφιστάμενες κενές θέσεις προσωπικού του ΣΕΠΕ, οι θέσεις προσωπικού των Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών και Ορεστιάδας.
9. Για την έγκαιρη κάλυψη των θέσεων της παρ. 8, επιτρέπεται η διενέργεια μετατάξεων τακτικών υπαλλήλων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων. Οι μετατάξεις του προηγούμενου εδαφίου διενεργούνται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, χωρίς τη γνώμη Υπηρεσιακού Συμβουλίου, κατόπιν αίτησης του υπαλλήλου που υποβάλλεται εντός ενός (1) μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 8.
10. Μέχρι την επαρκή στελέχωση των Τμημάτων, η οποία διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι αρμοδιότητες των Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών και Ορεσπάδας ασκούνται από τα Τμήματα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Κοζάνης και Έβρου αντίστοιχα.
Άρθρο 25
Νομική εκπροσώπηση του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων
Το άρθρο 20 του ν. 3996/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 20
Νομική εκπροσώπηση του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων
1. Ο Ειδικός Γραμματέας, οι Ειδικοί Επιθεωρητές, οι λοιποί Επιθεωρητές και οι υπάλληλοι του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που συνδράμουν τη διενέργεια ελέγχων, τη συμφιλιωτική διαδικασία ή τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών, εν ενεργεία και διατελέσαντες, εφόσον εξετάζονται, διώκονται ή ενάγονται για πράξεις ή παραλείψεις κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση των καθηκόντων τους, παρίστανται και εκπροσωπούνται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ).
2. Το μέλος του ΝΣΚ ορίζεται με απόφαση του Προέδρου του ΝΣΚ, μετά από έγγραφο αίτημα του Ειδικού Γραμματέα του ΣΕΠΕ προς το ΝΣΚ, εφόσον περιέλθει σε αυτόν έγγραφη αίτηση του εξεταζόμενου, διωκόμενου ή εναγόμενου. Σε υποθέσεις που αφορούν λοιπούς Επιθεωρητές και υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ, η αίτησή τους προς τον Ειδικό Γραμματέα συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται η υπηρεσία που υπηρετούν. Σε υποθέσεις που αφορούν Ειδικούς Επιθεωρητές, το αίτημα προς το ΝΣΚ συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα. Σε υποθέσεις που αφορούν τον Ειδικό Γραμματέα, το αίτημα προς το ΝΣΚ συνοδεύεται από αναλυτικό ενημερωτικό έγγραφό του και εγκρίνεται προηγουμένως από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
3. Η εκπροσώπηση των προσώπων της παρ. 1 από μέλος του ΝΣΚ δεν αποκλείει την εκπροσώπησή τους από πληρεξούσιο δικηγόρο της επιλογής τους σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Η εκπροσώπησή τους από πληρεξούσιο δικηγόρο αποκλείει την εκπροσώπησή τους παράλληλα και από μέλος του ΝΣΚ.
4. Σε περίπτωση εκπροσώπησης από πληρεξούσιο δικηγόρο της επιλογής τους, το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καλύπτει τις δαπάνες, στις οποίες υποβάλλονται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας κατά την προκαταρκτική διαδικασία ή με την ιδιότητα του κατηγορουμένου ή του εναγομένου ή του πολιτικώς ενάγοντος, και μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων, κατόπιν υποβολής αίτησης, σύμφωνα με την παρ. 6. Σε υποθέσεις που αφορούν λοιπούς Επιθεωρητές και υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ, η αίτηση συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται η υπηρεσία που υπηρετούν. Σε υποθέσεις που αφορούν Ειδικούς Επιθεωρητές, η αίτηση συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα. Σε υποθέσεις που αφορούν τον Ειδικό Γραμματέα, η αίτηση υποβάλλεται από του Ειδικό Γραμματέα, μετά από έγκριση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
5. Εάν δεν υπάρξει θετική εισήγηση ή έγκριση, οι ως άνω δαπάνες καταβάλλονται, κατόπιν υποβολής αίτησης, σύμφωνα με την παρ. 6, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Για τις ποινικές υποθέσεις, εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση με την οποία τα ως άνω πρόσωπα κηρύσσονται αθώα ή απαλλάσσονται των κατηγοριών, ή αμετάκλητο βούλευμα δικαστικού συμβουλίου με το οποίο παύει οριστικά η ποινική δίωξη εναντίον τους ή τίθεται η υπόθεση στο αρχείο.
β) Για όσους φέρουν την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος, εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει η διάπραξη του σε βάρος τους εγκλήματος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας αυτών.
γ) Για τις αστικές υποθέσεις, εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, με την οποία απορρίπτεται η σε βάρος τους ασκηθείσα αγωγή.
6. Η αίτηση για την κάλυψη των δαπανών των παρ. 4 και 5 υποβάλλεται ενώπιον τριμελούς Επιτροπής, αποτελούμενης από τον Νομικό Σύμβουλο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Υποστήριξης ΣΕΠΕ. Η πληρωμή των δαπανών εγκρίνεται με απόφαση της Επιτροπής, εφόσον προσκομιστούν τα νόμιμα παραστατικά και μέχρι το τριπλάσιο του ποσού αναφοράς κάθε διαδικαστικής πράξης ή υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στους πίνακες του Κώδικα Δικηγόρων και στα Παραρτήματα αυτού, όπως εκάστοτε ισχύουν.
7. Οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στον οποίο εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις.
8. Τα πρόσωπα της παρ. 1 υποχρεούνται να επιστρέφουν στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης τις ως άνω δαπάνες εάν:
α) καταδικασθούν αμετάκλητα ή γίνει αμετάκλητα δεκτή αγωγή εναντίον τους για πράξεις ή παραλείψεις κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή απορριφθεί αμετάκλητα αγωγή ή πολιτική αγωγή που άσκησαν για αδικήματα και πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα σε βάρος τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή εξ αφορμής αυτών,
β) αθωωθεί αμετάκλητα ο καθ’ ου η πολιτική αγωγή,
γ) επιβληθεί σε βάρος τους οποιαδήποτε εκ των ποινών των περ. β’ έως η’ της παρ. 1 του άρθρου 109 του ν. 3528/2007 (Α’ 26) για πειθαρχικό παράπτωμα συναφές με την υπόθεση. Στην περίπτωση αυτή, δεν δικαιούνται να υποβάλουν νέα αίτηση για την κάλυψη μεταγενέστερων δαπανών πληρεξούσιου δικηγόρου. Αν η επιβληθείσα πειθαρχική ποινή ακυρωθεί αμετάκλητα, εφαρμόζονται αναλογικά η διαδικασία και οι προϋποθέσεις των παρ. 5 και 6.
9. Στις δίκες και διαδικασίες της παρ. 1, καθώς και σε εκείνες στις οποίες τα πρόσωπα αυτά έχουν την ιδιότητα του ενάγοντος και αφορούν την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή υποθέσεις εξ αφορμής αυτών, έχουν εφαρμογή οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί ατελειών του ΝΣΚ.
10. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών ορίζονται τυχόν ειδικότερες προϋποθέσεις και ειδικότερα διαδικαστικά ζητήματα, προθεσμίες για την υποβολή του αιτήματος πληρωμής των δαπανών, η διαδικασία επιστροφής των δαπανών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
11. Οι διατάξεις του παρόντος υπερισχύουν έναντι κάθε άλλης αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης.»
12. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποθέσεις.
Άρθρο 26
Ποινικά αδικήματα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων
Στον ν. 3996/2011 προστίθεται νέο άρθρο 20Α ως εξής:
«Άρθρο 20A
Ποινικά αδικήματα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων
Η τέλεση των εγκλημάτων των άρθρων 229, 308 έως και 311, 333, 361 και 361Α του Ποινικού Κώδικα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Ειδικών Επιθεωρητών, των λοιπών Επιθεωρητών και των υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που συνδράμουν τη διενέργεια ελέγχων, τη συμφιλιωτική διαδικασία ή τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών, κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους ή για λόγους σχετικούς με την εκτέλεσή της, συνιστά ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση.»
Άρθρο 27
Δωρεάν μετακίνηση ανέργων
1. Στην παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2956/2001 (Α’ 258) προστίθεται περ. ιζ’ ως εξής:
«ιζ) για την εξασφάλιση της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του με τα μέσα μαζικής μεταφοράς»
2. Το δεύτερο εδάφιο της υπ’ αριθμ. οικ. Α-40580/3128/29.6.2015 κοινής υπουργικής απόφασης (Β’ 1293), η οποία κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου με το άρθρο 77 του ν. 4331/2015 (Α’ 69), αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τη χορήγηση της δωρεάν αυτής μεταφοράς, εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3920/2011 (Α’ 33), το άρθρο 10 του ν. 2963/2001 (Α’ 268), η παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4313/2014 (Α’ 261) και το άρθρο 86 του ν. 4530/2018 (Α’ 59).»
3. Το μόνο εδάφιο του άρθρου 45 του ν. 4554/2018 (Α’ 130) αριθμείται σε παρ. 1 και προστίθεται παρ. 2 ως εξής:
«2. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εκτέλεση των κοινών υπουργικών αποφάσεων που επέχουν θέση συμβάσεων δυνάμει του άρθρου 86 του ν. 4530/2018 (Α’ 59), για τη δωρεάν μετακίνηση ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του ΟΑΕΔ, δύναται να καλύπτονται από τον ΟΑΕΔ. Οι δαπάνες αφορούν το σύνολο του έτους αναφοράς, σύμφωνα με την παρ. 1, και καλύπτονται από τις πιστώσεις της ετήσιας επιχορήγησης του ΟΑΕΔ από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Με τις αποφάσεις του πρώτου εδαφίου ή όμοιες, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ, καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
4. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ, δύναται να καταρτίζονται και να υλοποιούνται ειδικά προγράμματα για τη δωρεάν μετακίνηση των ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του ΟΑΕΔ. Με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την υλοποίηση των προγραμμάτων αυτών.
Άρθρο 28
Συμμετοχή ΣΒΒΕ στο ΔΣ του ΟΑΕΔ και στην Επιτροπή του ΕΛΕΚΠ
1. Η περ. ζ’ της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 2956/2001 (Α’ 258) αντικαθίσταται ως εξής:
«ζ) Πέντε (5) εκπροσώπους των εργοδοτών με τους αναπληρωτές τους, που υποδεικνύονται ως εξής: Ένας (1) από τον Σ.Ε.Β., ένας (1) από τη Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., ένας (1) από την Ε.Σ.Ε.Ε., ένας (1) από τον Σ.Ε.Τ.Ε. και ένας (1) από το Σ.Β.Β.Ε. Καθένας από τους ανωτέρω εκπροσώπους αναλαμβάνει καθήκοντα Αντιπροέδρου του Δ.Σ. του ΟΑΕΔ διαδοχικά για ένα (1) έτος, με σειρά που καθορίζεται από κοινού.»
2. Οι περ. β’ και γ’ της παρ. 8 του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α’ 88) αντικαθίστανται ως εξής:
«β) Πέντε (5) εκπροσώπους με ισάριθμους αναπληρωτές που ορίζει η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ).
γ) Πέντε (5) εκπροσώπους με ισάριθμους αναπληρωτές που ορίζονται ως εξής: ένας (1) από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), ένας (1) από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), ένας (1) από την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), ένας (1) από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) και ένας (1) από τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ).»
3. Μέχρι τη διαμόρφωση των συνθέσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ και της Επιτροπής του ΕΛΕΚΠ, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2, τα συλλογικά αυτά όργανα εξακολουθούν να λειτουργούν νόμιμα ως έχουν.
Άρθρο 29
Ειδικά προγράμματα απασχόλησης ανέργων
1. Η παρ. 1 του άρθρου 64 του ν. 4430/2016 (Α’ 205) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύη, Οικονομικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθώς και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), είναι δυνατή η ένταξη ομάδων ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του Ο.Α.Ε.Δ., με προτεραιότητα στους μακροχρόνια ανέργους και τις ευπαθείς ομάδες ανέργων, σε ειδικά προγράμματα απασχόλησης στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από το άρθρο 51 του ν. 1892/1990 (Α’ 101).
Με την ίδια απόφαση καθορίζονται:
α) οι φορείς υποδοχής και οι υποχρεώσεις τους,
β) οι προϋποθέσεις συμμετοχής των δυνητικά ωφελουμένων,
γ) τα κριτήρια επιλογής και κατάταξης των δυνητικά ωφελουμένων και η μοριοδότηση των κριτηρίων, δ) η διαδικασία ένταξης, η διάρκεια και οι όροι απασχόλησης,
ε) η χρηματοδότηση των προγραμμάτων, οι αμοιβές των ωφελουμένων και η διαδικασία καταβολής των αποδοχών και των ασφαλιστικών εισφορών,
στ) η διαδικασία για την αναστολή ή τη διακοπή της απασχόλησης ανέργου ή/και του προγράμματος,
ζ) ο έλεγχος και η παρακολούθηση του προγράμματος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίησή του.»
2. Η παρ. 3 του άρθρου 64 του ν. 4430/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αρμόδιος φορέας για την υλοποίηση των προγραμμάτων του παρόντος είναι ο Ο.Α.Ε.Δ., ο οποίος εκδίδει δημόσια πρόσκληση για κάθε πρόγραμμα. Στην πρόσκληση εξειδικεύονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων και των δικαιολογητικών, η υποβολή και εξέταση ενστάσεων, η κατάρτιση προσωρινών Kat οριστικών πινάκων κατάταξης, η διαδικασία υπόδειξης των ωφελουμένων σύμφωνα με τον οριστικό πίνακα κατάταξης, η διαδικασία για την τοποθέτηση στους φορείς υποδοχής και λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής κάθε προγράμματος.»
3. Οι διατάξεις των παρ. 1 και 2 ισχύουν για προγράμματα που θα προκηρυχθούν μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
Λοιπές διατάξεις
Άρθρο 30
Αποζημίωση δικαστικών αντιπροσώπων στις εκλογές συνδικαλιστικών οργανώσεων
1. Στην παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 1264/1982 (Α’ 79) η λέξη «αμοιβής» αντικαθίσταται από τη λέξη «αποζημίωσης».
2. Στην παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 1264/1982 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Για την αποζημίωση των δικαστικών αντιπροσώπων εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 108 του π.δ. 26/2012 (Α’ 57).»
Άρθρο 31
Συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ
Η υπ’ αριθμ. 6537/494 «Σύμβαση Συντήρησης του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας ΟΠΣ-ΣΕΠΕ» παρατείνεται αυτοδικαίως από τη λήξη της έως 31.12.2019. Μέχρι 31.12.2018 προκηρύσσεται διαγωνισμός για την ανάθεση των υπηρεσιών αυτών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η σύμβαση του πρώτου εδαφίου λύεται αυτοδικαίως και πριν το πέρας της προθεσμίας που προβλέπεται σε αυτό, εφόσον ολοκληρωθούν οι διαδικασίες ανάθεσης στο πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας του δεύτερου εδαφίου και υπογράφει η σχετική σύμβαση.
Άρθρο 32
Εκκαθάριση δαπανών ΕΦΚΑ
Δαπάνες του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), οι οποίες πραγματοποιήθηκαν το 2017 και αφορούν τις λειτουργικές και λοιπές ανάγκες του φορέα, όπως την καθαριότητα, τα ταχυδρομικά τέλη, τα τηλεφωνικά τέλη, τον φωτισμό και την κίνηση, την επισκευή και τη συντήρηση ηλεκτρονικών υπολογιστών, τη συντήρηση και τη τεχνική υποστήριξη συστημάτων πληροφορικής, τις λοιπές αμοιβές νομικών προσώπων και ελεύθερων επαγγελματιών που εκτελούν ειδικές υπηρεσίες, την επισκευή και συντήρηση μόνιμου και λοιπού εξοπλισμού, διαφημίσεις, δημοσιεύσεις και συνδρομές σε εφημερίδες και περιοδικά, μισθώματα, κοινόχρηστα, τη μηχανογραφική επεξεργασία στοιχείων, μεταφορές, προμήθειες μηχανημάτων και δικαστικά έξοδα, θεωρούνται σύννομες, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, και, εφόσον δεν έχουν εξοφληθεί, δύναται να πληρώνονται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ έτους 2018 και 2019.
Άρθρο 33
Ελεγκτές ΠΕΚΑ
1. Οι ελεγκτές των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης (ΠΕΚΑ) του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), εν ενεργεία και διατελέσαντες, εφόσον εξετάζονται, διώκονται ή ενάγονται για πράξεις ή παραλείψεις κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση των καθηκόντων τους, παρίστανται και εκπροσωπούνται από δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας του ΕΦΚΑ.
2. Η εκπροσώπηση των προσώπων της παρ. 1 από δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας του ΕΦΚΑ δεν αποκλείει την εκπροσώπησή τους από πληρεξούσιο δικηγόρο της επιλογής τους σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Η εκπροσώπησή τους από πληρεξούσιο δικηγόρο αποκλείει την εκπροσώπησή τους παράλληλα και από δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας του ΕΦΚΑ.
3. Σε περίπτωση εκπροσώπησης από πληρεξούσιο δικηγόρο της επιλογής τους, ο ΕΦΚΑ καλύπτει τις δαπάνες, στις οποίες υποβάλλονται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας κατά την προκαταρκτική διαδικασία ή με την ιδιότητα του κατηγορουμένου ή του εναγομένου ή του πολιτικώς ενάγοντα, και μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων, κατόπιν υποβολής αίτησης σύμφωνα με την παρ. 5, η οποία συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται η υπηρεσία που υπηρετούν.
4. Εάν δεν υπάρξει θετική εισήγηση, οι ως άνω δαπάνες καταβάλλονται, κατόπιν υποβολής αίτησης σύμφωνα με την παρ. 5, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Για τις ποινικές υποθέσεις, εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση με την οποία τα ως άνω πρόσωπα κηρύσσονται αθώα ή απαλλάσσονται των κατηγοριών, ή αμετάκλητο βούλευμα δικαστικού συμβουλίου με το οποίο παύει οριστικά η ποινική δίωξη εναντίον τους ή τίθεται η υπόθεση στο αρχείο.
β) Για όσους φέρουν την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος, εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει η διάπραξη του σε βάρος τους εγκλήματος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας αυτών.
γ) Για τις αστικές υποθέσεις, εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, με την οποία απορρίπτεται η σε βάρος τους ασκηθείσα αγωγή.
5. Η αίτηση για την κάλυψη των δαπανών των παρ. 3 και 4 υποβάλλεται ενώπιον τριμελούς Επιτροπής, αποτελούμενης από τον Διοικητή του ΕΦΚΑ, τον Νομικό Σύμβουλο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του ΕΦΚΑ και τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του ΕΦΚΑ.
Η πληρωμή των δαπανών εγκρίνεται με απόφαση της Επιτροπής, εφόσον προσκομιστούν τα νόμιμα παραστατικά και μέχρι το τριπλάσιο του ποσού αναφοράς κάθε διαδικαστικής πράξης ή υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στους πίνακες του Κώδικα Δικηγόρων και στα Παραρτήματα αυτού, όπως εκάστοτε ισχύουν.
6. Οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ, στον οποίο εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις.
7. Τα πρόσωπα της παρ. 1 υποχρεούνται να επιστρέφουν στον ΕΦΚΑ τις ως άνω δαπάνες εάν:
α) καταδικασθούν αμετάκλητα ή γίνει αμετάκλητα δεκτή αγωγή εναντίον τους για πράξεις ή παραλείψεις κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή απορριφθεί αμετάκλητα αγωγή ή πολιτική αγωγή που άσκησαν για αδικήματα και πράξεις ή παραλείψεις που έλαβαν χώρα σε βάρος τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή εξ αφορμής αυτών,
β) αθωωθεί αμετάκλητα ο καθ’ ου η πολιτική αγωγή,
γ) επιβληθεί σε βάρος τους οποιαδήποτε εκ των ποινών των περ. β’ έως η’ της παρ. 1 του άρθρου 109 του ν. 3528/2007 (Α’ 26) για πειθαρχικό παράπτωμα συναφές με την υπόθεση. Στην περίπτωση αυτή, δεν δικαιούνται να υποβάλουν νέα αίτηση για την κάλυψη μεταγενέστερων δαπανών πληρεξούσιου δικηγόρου. Αν η επιβληθείσα πειθαρχική ποινή ακυρωθεί αμετάκλητα, εφαρμόζονται αναλογικά η διαδικασία και οι προϋποθέσεις των παρ. 4 και 5.
8. Στις δίκες και διαδικασίες της παρ. 1, καθώς και σε εκείνες στις οποίες τα πρόσωπα αυτά έχουν την ιδιότητα του ενάγοντος και αφορούν την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή υποθέσεις εξ αφορμής αυτών, έχουν εφαρμογή οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί ατελειών του ΝΣΚ.
9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών ορίζονται τυχόν ειδικότερες προϋποθέσεις και ειδικότερα διαδικαστικά ζητήματα, προθεσμίες για την υποβολή του αιτήματος πληρωμής των δαπανών, η διαδικασία επιστροφής των δαπανών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των παρ. 1 έως 8.
10. Οι διατάξεις των παρ. 1 έως 9 εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποθέσεις και υπερισχύουν έναντι κάθε άλλης αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης.
11. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 14, των παρ. 2, 4 έως 8 και 15 του άρθρου 17 και του άρθρου 20Α του ν. 3996/2011 (Α’ 170) εφαρμόζονται αναλογικά και για τους ελεγκτές των ΠΕΚΑ.
12. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 15 του άρθρου 17 του ν. 3996/2011 η φράση «του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ» αντικαθίσταται από τη φράση «του ΕΦΚΑ».
13. Η παρ. 4 του άρθρου 63 του ν. 3996/2011 καταργείται.
Άρθρο 34
Σύσταση οργανικών θέσεων εποπτευόμενων φορέων
1. Στα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16), στο Θεραπευτήριο Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας, στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ), στο Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ) καθώς και στα παραρτήματά τους, συστήνονται οργανικές θέσεις προσωπικού, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων.
2. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης συστήνονται τριάντα πέντε (35) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής: α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέσεις επτά (7):
αα) Κλάδου Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Παιδαγωγών Ειδικής Αγωγής, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνίκής Εργασίας, θέσεις δύο (2).
δδ) Κλάδου Νηπιαγωγών, θέση μία (1).
εε) Κλάδου Ψυχολόγων, θέσεις δύο (2).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις πέντε (5):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Λογιστικού, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Εργοθεραπευτών, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέσεις δύο (2).
δδ) Κλάδου Λογοθεραπευτών, θέσεις μία (1).
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις είκοσι μία (21):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις δέκα (10).
ββ) Κλάδου Κοινωνικών Επιμελητών/Φροντιστών Παιδιών, θέσεις τρεις (3).
γγ) Κλάδου Μαγείρων, θέσεις δύο (2).
δδ) Κλάδου Οδηγών, θέσεις τρεις (3).
εε) Κλάδου Προσχολικής Αγωγής Ημερήσιας Φροντίδας ΑμεΑ, θέσεις δύο (2).
στστ) Κλάδου Τεχνικών Ειδικοτήτων (Ηλεκτρολόγων), θέση μία (1).
δ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέσεις δύο (2).
3. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Αττικής συστήνονται ογδόντα (80) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις τρεις (3):
αα) Κλάδου Λογοθεραπευτών, θέσεις τρεις (3).
β) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις εξήντα τρεις (63):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις είκοσι πέντε (25).
ββ) Κλάδου Βοηθών Βρεφοκόμων, θέσεις δεκαεννέα (19).
γγ) Κλάδου Μαγείρων, θέσεις πέντε (5).
δδ) Κλάδου Κοινωνικών Επιμελητών, θέσεις έντεκα (11).
εε) Κλάδου Διοικητικών Γραμματέων, θέση μία (1).
στστ) Κλάδου Τεχνικών Ειδικοτήτων, θέσεις δύο (2).
γ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέσεις δεκατέσσερις (14):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέσεις έντεκα (11).
ββ) Κλάδου Βοηθητικού Προσωπικού Εστίασης, θέσεις τρεις (3).
4. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου συστήνονται πέντε (5) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέση μία (1):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Λογιστικού, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Μαγείρων, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Τεχνικών (Οδηγών), θέση μία (1).
γ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέσεις δύο (2).
5. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας συστήνονται δεκαπέντε (15) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Νοσηλευτικής, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις δέκα (10):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις πέντε (5).
ββ) Κλάδου Επιμελητών Κοινωνικής Πρόνοιας, θέσεις πέντε (5).
γ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέσεις τρεις (3):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέσεις τρεις (3).
6. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας συστήνονται τέσσερις (4) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις τέσσερις (4):
αα) Κλάδου Επιμελητών Κοινωνικής Πρόνοιας, θέσεις τέσσερις (4).
7. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ηπείρου συστήνονται πέντε (5) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις πέντε (5):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις τέσσερις (4).
ββ) Διοικητικός Επιμελητών Παιδιών, θέση μία (1).
8. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Θεσσαλίας συστήνονται δέκα (10) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Διαιτολόγων, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις οκτώ (8):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις οκτώ (8).
9. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ιονίων Νήσων συστήνονται δεκατρείς (13) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέσεις τρεις (3):
αα) Κλάδου Ιατρών/Ιατρών Ειδικοτήτων, θέσεις δύο (2).
ββ) Κλάδου Διοικητικού-Οικονομικού, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Λογιστικού, θέσεις δύο (2).
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις οκτώ (8):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις οκτώ (8).
10. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας συστήνονται πενήντα μία (51) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέσεις δύο (2):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Μηχανολόγων Μηχανικών, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις τρεις (3):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Νοσηλευτικής, θέσεις δύο (2).
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις σαράντα έξι (46):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις σαράντα δύο (42).
ββ) Κλάδου Επιμελητών Κοινωνικής Πρόνοιας, θέσεις τρεις (3).
γγ) Κλάδου Βοηθών Παιδαγωγών, θέση μία (1).
11. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Κρήτης συστήνονται πενήντα (50) θέσεις μόνιμου προσωπικού που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέση μία (1):
αα) Κλάδου Ιατρών/Ιατρών Ειδικοτήτων, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις τέσσερις (4):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέσεις δύο (2).
ββ) Κλάδου Νοσηλευτικής, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Πληροφορικής, θέση μία (1).
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις τριάντα τρεις (33):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις είκοσι επτά (27).
ββ) Κλάδου Επιμελητών, θέσεις έξι (6).
δ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέσεις δώδεκα (12):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέσεις δώδεκα (12).
12. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου συστήνονται επτά (7) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις τέσσερις (4):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις τρεις (3).
ββ) Κλάδου Βοηθών Βρεφοκόμων, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέσεις τρεις (3):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέσεις τρεις (3).
13. Στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Στερεός Ελλάδας συστήνονται έντεκα (11) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις έξι (6):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Αογιστικού, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Νοσηλευτικής θέσεις δύο (2).
γγ) Κλάδου Πληροφορικής, θέσεις τρεις (3).
β) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις πέντε (5):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις τέσσερις (4).
ββ) Κλάδου Μαγείρων, θέση μία (1).
14. Στο Θεραπευτήριο Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας συστήνονται έξι (6) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέση μία (1):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Οικονομικού, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις τέσσερις (4):
αα) Κλάδου Βοηθών Νοσοκόμων/Βοηθών Νοσηλευτών, θέσεις τέσσερις (4).
γ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), θέση μία (1):
αα) Κλάδου Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού, θέση μία (1).
15. Στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ) συστήνονται δεκαπέντε (15) θέσεις μόνιμου προσωπικού, που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέσεις πέντε (5):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Μηχανικών, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Ψυχολόγων, θέσεις τρεις (3).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις έξι (6):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέσεις έξι (6).
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις τέσσερις (4):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Φροντιστών, θέσεις τέσσερις (4).
16. Στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ) συστήνονται είκοσι τέσσερις (24) θέσεις μόνιμου προσωπικού που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέσεις έξι (6):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Οικονομικού, θέσεις δύο (2).
ββ) Κλάδου Παιδαγωγών Ειδικής Αγωγής, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Ψυχολόγων, θέση μία (1).
δδ) Κλάδου Ελληνικής Φιλολογίας, θέση μία (1).
εε) Κλάδου Πληροφορικής, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέση μία (1):
αα) Κλάδου Διοικητικού-Λογιστικού, θέση μία (1).
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), θέσεις δεκαεπτά (17):
αα) Κλάδου Βοηθών Βρεφοκόμων, θέση μία (1).
ββ) Κλάδου Διοικητικών Γραμματέων, θέσεις δύο (2).
γγ) Κλάδου Επιμελητών Πρόνοιας, θέσεις έξι (6).
δδ) Κλάδου Μαγείρων, θέσεις τρεις (3).
εε) Κλάδου Τεχνικών-Οδηγών, θέσεις τέσσερις (4).
στστ) Κλάδου Τεχνικών Ειδικοτήτων (Συντηρητής Κτιρίων), θέση μία (1).
17. Στο Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ) συστήνονται δέκα (10) θέσεις μόνιμου προσωπικού που κατατάσσονται, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), θέσεις έξι (6):
αα) Κλάδου Παιδαγωγών Ειδικής Αγωγής, θέσεις τέσσερις (4).
ββ) Κλάδου Ψυχολόγων, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέση μία (1).
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), θέσεις τέσσερις (4):
αα) Κλάδου Κοινωνικών Λειτουργών/Κοινωνικής Εργασίας, θέσεις δύο (2).
ββ) Κλάδου Λογιστικής, θέση μία (1).
γγ) Κλάδου Διοικητικού-Λογιστικού, θέση μία (1).
Άρθρο 35
Κάλυψη θέσεων εποπτευόμενων φορέων
1. Η κάλυψη των θέσεων του άρθρου 34 διενεργείται με πρόσληψη τακτικού προσωπικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Λ’ 28). Προκηρύξεις για την πρόσληψη του προσωπικού αυτού εκδίδονται το αργότερο μέχρι 28.2.2019.
2. Μέχρι την κατάρτιση των οικείων προσωρινών πινάκων διοριστέων για τις προσλήψεις της παρ. 1 και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν της 31.12.2019, επιτρέπεται, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου των φορέων του άρθρου 34, η απασχόληση του έκτακτου προσωπικού που, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, παρέχει τις υπηρεσίες του σε αυτούς, εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που συνίστανται στην ανάγκη αδιάλειπτης παροχής υπηρεσιών φροντίδας και πρόνοιας σε ευάλωτες και ευπαθείς ομάδες.
3. Η παροχή των υπηρεσιών από το προσωπικό της παρ. 2, σύμφωνα με τις ανωτέρω εξαιρετικές προϋποθέσεις, δεν εμπίπτει στους περιορισμούς των άρθρων 5 και 6 του π.δ. 164/2004 (Α’ 134) καί δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της σχέσης εργασίας, βάσει της οποίας προσλήφθηκαν οι απασχολούμενοι στις θέσεις αυτές.
Άρθρο 36
Διοικητικά Συμβούλια Κέντρων Κοινωνικής Πρόνοιας
1. Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α’ 16) αντικαθίστανται ως εξής:
«Τα Ν.Π.Δ.Δ. που συνιστώνται με την παρ. 1, διοικούνται από Διοικητικά Συμβούλια επτά έως έντεκα μελών με τριετή θητεία. Μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων είναι οι εξής: Πρόεδρος, Α’ Αντιπρόεδρος, Β’ Αντιπρόεδρος και τέσσερα έως οκτώ μέλη, ο ακριβής αριθμός των οποίων προσδιορίζεται από τον οικείο Οργανισμό Λειτουργίας, σύμφωνα με την παρ. 5. Μέχρι τη δημοσίευση των Οργανισμών Λειτουργίας τους, σύμφωνα με την παρ. 5, τα Ν.Π.Δ.Δ. που συνιστώνται με την παρ. 1 διοικούνται από επταμελή Διοικητικά Συμβούλια με τριετή θητεία, μέλη των οποίων είναι οι εξής: Πρόεδρος, Α’ Αντιπρόεδρος, Β’ Αντιπρόεδρος και τέσσερα μέλη.»
2. Οι ήδη εκδοθείσες, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, υπουργικές αποφάσεις για τον ορισμό μελών Διοικητικών Συμβουλίων εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 37
Προσωπικό περιφερειακών γραφείων ΕΙΕΑΔ
1. Τα περιφερειακά γραφεία/ενότητες του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού (ΕΙΕΑΔ), που προβλέπονται στο άρθρο 8 της υπ’ αριθμ. 16905/4347/10.5.2016 απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’ 1362), καταργούνται από 1.1.2019.
2. Το τακτικό προσωπικό που υπηρετεί στα γραφεία/ενότητες της παρ. 1, μεταφέρεται με τη θέση που κατέχει στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) ή σε άλλους φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
3. Το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης εκδίδει πίνακα με τις υπηρεσίες υποδοχής των φορέων της παρ. 2, ο οποίος αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου και του ΕΙΕΑΔ. Οι αιτήσεις προτίμησης του προσωπικού που υπηρετεί στα γραφεία/ενότητες της παρ. 1, υποβάλλονται στη Διεύθυνση Υποστήριξης Ανθρώπινου Δυναμικού και Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ανάρτηση του πίνακα.
4. Για τη μεταφορά του προσωπικού λαμβάνεται υπόψη η σειρά προτίμησης των αιτούντων και, εφόσον υπάρχουν αιτήσεις υπαλλήλων του ίδιου κλάδου για την ίδια υπηρεσία υποδοχής, προηγείται ο υπάλληλος με τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας. Σε περίπτωση υπαλλήλων με τον ίδιο χρόνο υπηρεσίας, προηγείται ο μεγαλύτερος σε ηλικία.
5. Το προσωπικό μεταφέρεται στις υπηρεσίες υποδοχής με απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η μεταφορά του προσωπικού διενεργείται με την ίδια εργασιακή σχέση και στον ίδιο κλάδο ή ειδικότητα της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας. Το προσωπικό κατατάσσεται σε βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί χρόνου που αναγνωρίζεται στο Δημόσιο.
6. Το χρονικό διάστημα, που τυχόν μεσολαβεί, από την κατάργηση των γραφείων/ενοτήτων της παρ. 1 έως τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 5 και την ανάληψη υπηρεσίας θεωρείται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και οι αντίστοιχες αποδοχές καταβάλλονται από την υπηρεσία προέλευσης (ΕΙΕΑΔ).
Άρθρο 38
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.