Συστάσεις στην κυβέρνηση να μην αυξήσει περαιτέρω τους μισθούς και τις συντάξεις, αλλά να διαθέσει τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο για την αναγκαία αύξηση των δημόσιων επενδύσεων και την ενίσχυση των ευάλωτων πολιτών, κάνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε δήλωσή του για την ελληνική οικονομία μετά από διαβουλεύσεις με τις ελληνικές Αρχές στο πλαίσιο του άρθρου IV.
«Οι πιέσεις για δαπάνες θα πρέπει να αποκρουσθούν σε τομείς. όπως των μισθών και των συντάξεων στον δημόσιο τομέα, οι οποίοι εξακολουθούν να είναι σε υψηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με το γενικό επίπεδο της χώρας», αναφέρει η ανακοίνωση. «Κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες, όπως στοχευμένες κοινωνικές μεταβιβάσεις, η υγεία και η παιδεία πρέπει να προστατευθούν ή να αυξηθούν για πιο δίκαιη ανάπτυξη. Οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για την ενίσχυση στο δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας, μεταξύ άλλων μέσω μίας ενιαίας πύλης επιδομάτων, θα προστατεύσει καλύτερα τους ευάλωτους», σημειώνει.
Αυξήστε τους πράσινους φόρους
Το Ταμείο συνιστά επίσης να στηριχθεί η στροφή στην πράσινη οικονομία με αύξηση του φόρου σε τομείς, για τους οποίους δεν επιβάλλεται σήμερα φόρος άνθρακα, όπως των μεταφορών. Χρειάζεται, σημειώνει, να υπάρξουν «συντονισμένες προσπάθειες για να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι κλιματικοί στόχοι των Αρχών και η πράσινη μετάβαση». Οι Αρχές «θα πρέπει να εξετάσουν την αύξηση του φόρου άνθρακα (περιλαμβανομένου του ειδικού φόρου κατανάλωσης και της αυτοχρηματοδότησης) σε τομείς που δεν υπόκεινται στο σύστημα ανταλλαγής εκπομπών ρύπων, όπως των μεταφορών, για να δοθούν περαιτέρω κίνητρα ταχείας και αποτελεσματικής πράσινης μετάβασης καθώς οι ενεργειακές τιμές θα συνεχίζουν να ομαλοποιούνται», αναφέρει το ΔΝΤ.
Βελτίωση των προοπτικών της οικονομίας
Το Ταμείο σημειώνει ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έχουν βελτιωθεί σημαντικά με το ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους να αυξάνεται πάνω από ο επίπεδο πριν από την πανδημία. Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε χαμηλότερα από το προ της πανδημίας επίπεδο, με τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους για το χρέος να είναι περιορισμένου μεσοπρόθεσμα χάρη στην ευνοϊκή διάρθρωσή του. Για το τραπεζικό σύστημα σημειώνει ότι παρέμεινε ανθεκτικό και οι ισολογισμοί του βελτιώθηκαν.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει
Ωστόσο, σημειώνει το ΔΝΤ, η οικονομία αντιμετωπίζει προβλήματα εν μέσω της σημαντικής αύξησης των επιτοκίων, του επίμονου δομικού πληθωρισμού και της αύξησης των τιμών των ακινήτων. Οι διαρθρωτικές ανισορροπίες που προκύπτουν από τις χαμηλές αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και τις χαμηλές επενδύσεις καθώς και από τη διαρθρωτική μεταβολή που συνιστά η κλιματική αλλαγή «επιβαρύνουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης… Η επίτευξη υψηλότερης και πιο πράσινης ανάπτυξης και η διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας με παράλληλη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας απαιτεί το σωστό μείγμα πολιτικής με στόχο της συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής με έναν φιλικό προς την ανάπτυξη τρόπο, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την επιτάχυνση των αναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων».
Αύξηση του ΑΕΠ 2% το 2024
Το Ταμείο αναφέρει ότι το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί έντονα κατά 2,5% και 2% φέτος και το 2024, αντίστοιχα, για να περιορισθεί η αύξησή του μεσοπρόθεσμα. Η ιδιωτική κατανάλωση θα στηριχθεί από την αύξηση των πραγματικών μισθών, ενώ οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται με την υλοποίηση του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. «Ωστόσο», σημειώνει, η αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να περιοριστεί σε περίπου 1,25% μεσοπρόθεσμα. Για τον πληθωρισμό σημειώνει ότι προβλέπεται να μειωθεί στο 2% έως το τέλος του 2025 καθώς οι πιέσεις στον δομικό πληθωρισμό θα υποχωρούν σταδιακά παρά τη συνεχιζόμενη εξομάλυνση στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων.
Πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις
Σημειώνει ότι η αναγκαία συνέχεια της προόδου στις μεταρρυθμίσεις έχει βελτιώσει τις επενδύσεις και την αύξηση της παραγωγικότητας. Εγινε, αναφέρει, καλή πρόοδος στον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, όπως ο εκσυγχρονισμός της εργασιακής νομοθεσίας και των υπηρεσιών δημόσιας απασχόλησης διευκόλυναν την προσαρμογή της αγοράς εργασίας μετά την πανδημία.