(Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2015 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (EEL 336 της 23.12.2015))
Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2015 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (EEL 336 της 23.12.2015)»
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Άρθρο 1
(Άρθρο 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Σημεία συστατικά του σήματος
Σήμα μπορούν να αποτελέσουν οποιαδήποτε σημεία, ιδίως δε λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος φυσικών προσώπων, επωνυμίες, ψευδώνυμα, απεικονίσεις, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, χρώματα, το σχήμα του προϊόντος ή η συσκευασία του προϊόντος, ήχοι, συμπεριλαμβανομένων των μουσικών φράσεων, διαφημιστικά συνθήματα (slogans), υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά:
α) είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων και β) μπορούν να αναπαρίστανται στο μητρώο όπως απαιτεί η παράγραφος 1 του άρθρου 2.
Άρθρο 2
(Άρθρο 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Αναπαράσταση του σήματος
1. Το σήμα πρέπει να αναπαρίσταται σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή, με τη χρήση ευρέως διαθέσιμης τεχνολογίας που καθιστά δυνατή την αναπαράστασή του στο μητρώο κατά τρόπο σαφή, ακριβή, αυτοτελή, ευπρόσιτο, κατανοητό, διαρκή και αντικειμενικό, που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του.
2. Η αναπαράσταση του σήματος καθορίζει το αντικείμενο της καταχώρισης. Στις περιπτώσεις που η αναπαράσταση συνοδεύεται από περιγραφή σύμφωνα με τα στοιχεία δ’, ε’, στ’ σημείο ii, η’ της παρ. 3 ή την παρ. 4, η εν λόγω περιγραφή πρέπει να συνάδει με την αναπαράσταση και να μην διευρύνει το πεδίο της. Σε περίπτωση απόκλισης της περιγραφής από την αναπαράσταση υπερισχύει η τελευταία.
3. Στις περιπτώσεις που η δήλωση αφορά οποιοδήποτε είδος σήματος από τα αναφερόμενα στα πιο κάτω στοιχεία α’ έως ι’, περιέχει σχετική ένδειξη. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, το είδος του σήματος και η αναπαράστασή του πρέπει να συνάδουν μεταξύ τους. Για το σκοπό αυτό, η αναπαράσταση του σήματος πρέπει να γίνεται ως εξής:
α) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται αποκλειστικά από λέξεις ή γράμματα, αριθμούς, άλλους κοινούς τυπογραφικούς χαρακτήρες ή συνδυασμό των παραπάνω (λεκτικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής του σήματος με τυποποιημένη γραμματοσειρά και διάταξη, χωρίς κάποιο γραφιστικό χαρακτηριστικό ή χρώμα,
β) σε περίπτωση σήματος όπου χρησιμοποιούνται μη τυποποιημένοι χαρακτήρες, τρόπος απεικόνισης, ή διάταξη, ή κάποιο γραφιστικό χαρακτηριστικό, ή χρώμα (απεικονιστικό σήμα), συμπεριλαμβανομένων των σημάτων που συνίστανται αποκλειστικά από απεικονιστικά στοιχεία, ή από συνδυασμό λεκτικών και απεικονιστικών στοιχείων, το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης του σήματος, στην οποία παρουσιάζονται όλα τα στοιχεία του και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα χρώματά του,
γ) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται σε, ή περιλαμβάνει, τρισδιάστατο σχήμα, συμπεριλαμβανομένων των περιεκτών, της συσκευασίας και του προϊόντος αυτού καθαυτού, ή της όψης τους (σήμα τρισδιάστατου σχήματος), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής, είτε γραφικής απεικόνισης του σχήματος, μεταξύ άλλων, μέσω εικόνων που έχουν παραχθεί από υπολογιστή, είτε φωτογραφικής απεικόνισης. Η γραφική ή φωτογραφική απεικόνιση μπορεί να περιέχει διάφορες οπτικές. Όταν η αναπαράσταση δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μπορεί να περιέχει έως έξι διαφορετικές οπτικές,
δ) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από τον συγκεκριμένο τρόπο τοποθέτησης ή επίθεσης του σήματος στο προϊόν (σήμα θέσης), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης με την οποία προσδιορίζονται καταλλήλως η θέση του σήματος και το μέγεθος ή η αναλογία του προς τα σχετικά προϊόντα. Τα στοιχεία που δεν αποτελούν μέρος του αντικειμένου της καταχώρισης διαφοροποιούνται οπτικά, κατά προτίμηση με διακεκομμένες ή διάστικτες γραμμές. Η αναπαράσταση μπορεί να συνοδεύεται από αναλυτική περιγραφή του τρόπου επίθεσης του σήματος στα προϊόντα,
ε) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται αποκλειστικά από ένα σύνολο στοιχείων τα οποία επαναλαμβάνονται κατά τακτό τρόπο (σήμα μοτίβου), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης στην οποία παρουσιάζεται το επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Η αναπαράσταση μπορεί να συνοδεύεται από αναλυτική περιγραφή του τακτού τρόπου με τον οποίο επαναλαμβάνονται τα στοιχεία του,
στ) σε περίπτωση σήματος συνιστάμενου σε χρώμα:
(i) όταν το σήμα συνίσταται αποκλειστικά σε μεμονωμένο χρώμα χωρίς περιγράμματα, το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης του χρώματος συνοδευόμενη από μνεία του εν λόγω χρώματος μέσω της παραπομπής σε γενικά αναγνωρισμένο χρωματικό κωδικό,
(ii) όταν το σήμα συνίσταται αποκλειστικά σε συνδυασμό χρωμάτων χωρίς περιγράμματα, το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης που παρουσιάζει τη συστηματική διάταξη του συνδυασμού χρωμάτων, κατά ομοιόμορφο και προκαθορισμένο τρόπο, συνοδευόμενη από μνεία των εν λόγω χρωμάτων μέσω της παραπομπής σε γενικά αναγνωρισμένο χρωματικό κωδικό. Μπορεί επίσης να παρέχεται αναλυτική περιγραφή της συστηματικής διάταξης των χρωμάτων,
ζ) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται αποκλειστικά σε έναν ήχο ή συνδυασμό ήχων (ηχητικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής αρχείου ήχου στο οποίο αναπαράγεται ο ήχος ή μέσω της ακριβούς αναπαράστασης του ήχου με μουσική σημειογραφία, η) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται σε, ή περιλαμβάνει μία κίνηση, ή μεταβολή της θέσης των στοιχείων του σήματος (σήμα κίνησης), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής αρχείου βίντεο, ή μέσω σειράς διαδοχικών σταθερών εικόνων που αναπαριστούν την κίνηση, ή τη μεταβολή της θέσης. Σε περίπτωση χρήσης σταθερών εικόνων, αυτές μπορεί να είναι αριθμημένες, ή να συνοδεύονται από επεξηγηματική περιγραφή της διαδοχής,
θ) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται σε, ή περιλαμβάνει συνδυασμό εικόνας και ήχου (οπτικοακουστικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής οπτικοακουστικού αρχείου το οποίο περιέχει τον συνδυασμό εικόνας και ήχου,
ι) σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από στοιχεία με ολογραφικά χαρακτηριστικά (ολογραφικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής αρχείου βίντεο, ή γραφικής, ή φωτογραφικής απεικόνισης που περιέχει τις προοπτικές που απαιτούνται για τον επαρκή προσδιορισμό του ολογραφικού αποτελέσματος στο σύνολό του.
4. Όταν το σήμα δεν ανήκει στα είδη που παρατίθενται στην παράγραφο 3, η αναπαράστασή του συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και μπορεί να συνοδεύεται από περιγραφή.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης καθορίζονται ο τύπος, το μέγεθος και κάθε άλλη τεχνική λεπτομέρεια του ηλεκτρονικού ή/και έγχαρτου αρχείου απεικόνισης του προς κατάθεση σήματος.
Άρθρο 3
Κτήση δικαιώματος
Το δικαίωμα στο σήμα αποκτάται με την καταχώρισή του στο μητρώο.
Άρθρο 4
(Άρθρο 4 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου
1. Δεν καταχωρίζονται ως σήματα σημεία τα οποία:
α. δεν μπορούν να αποτελέσουν σήμα σύμφωνα με το άρθρο 1,
β. στερούνται διακριτικού χαρακτήρα,
γ. συνίστανται αποκλειστικά σε σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τη δήλωση του είδους, της ποιότητας, των ιδιοτήτων, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης, ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή παροχής της υπηρεσίας, ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας,
δ. συνίστανται αποκλειστικά σε σημεία ή ενδείξεις, τα οποία έχουν καταστεί συνήθη στην καθημερινή γλώσσα, ή στη θεμιτή και πάγια πρακτική του εμπορίου,
ε. συνίστανται αποκλειστικά στο:
i) σχήμα ή άλλο χαρακτηριστικό που επιβάλλεται από την ίδια τη φύση του προϊόντος, ή
ii) σχήμα ή άλλο χαρακτηριστικό των προϊόντων που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος, ή
iii) σχήμα ή άλλο χαρακτηριστικό του προϊόντος που προσδίδει ουσιαστική αξία στο προϊόν,
στ. αντίκεινται στη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη,
ζ. μπορούν να παραπλανήσουν το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα, ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος, ή της υπηρεσίας,
η. η κατάθεσή τους, ελλείψει αδείας των αρμόδιων αρχών, είναι αντίθετη στο άρθρο 6 τρις της Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων (1883),
θ. επιπροσθέτως αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 6 τρις της Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων (1883), συνίστανται σε, ή περιλαμβάνουν διακριτικά σύμβολα, εμβλήματα ή θυρεούς, που παρουσιάζουν δημόσιο ενδιαφέρον, και δεν έχει επιτραπεί η καταχώρισή τους από τις αρμόδιες αρχές,
ι. η καταχώριση τους αποκλείεται από την εθνική, ή την ενωσιακή νομοθεσία, ή τις διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση ή η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων,
ια. η καταχώρισή τους αποκλείεται από την ενωσιακή ή την εθνική νομοθεσία ή τις διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση ή η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία των παραδοσιακών ενδείξεων των οίνων,
ιβ. η καταχώρισή τους αποκλείεται από την ενωσιακή νομοθεσία ή τις διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία των εγγυημένων παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων,
ιγ. συνίστανται σε, ή αναπαράγουν στα βασικά τους στοιχεία, προγενέστερη ονομασία φυτικής ποικιλίας που έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με την εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία, ή τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία των δικαιωμάτων επί φυτικών ποικιλιών, και τα οποία σχετίζονται με φυτικές ποικιλίες του ιδίου είδους ή πολύ συγγενικών ειδών,
ιδ. κατατίθενται αντίθετα στην καλή πίστη,
ιστ. έχουν μεγάλη συμβολική σημασία, ιδίως θρησκευτικά σύμβολα, παραστάσεις και λέξεις.
2. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των περιπτώσεων β’, γ’ και δ’ της παρ. 1, σημείο γίνεται δεκτό για καταχώριση, εφόσον μέχρι την ημερομηνία κατάθεσής του απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσης του.
Άρθρο 5
(Άρθρο 5 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου
1. Σημείο δεν γίνεται δεκτό για καταχώριση:
α. εάν ταυτίζεται με προγενέστερο σήμα και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες, για τα οποία το σήμα έχει δηλωθεί, ταυτίζονται με εκείνα για τα οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα,
β. εάν λόγω της ταυτότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ταυτότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού, ο οποίος περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισής του με το προγενέστερο σήμα,
γ. εάν ταυτίζεται ή ομοιάζει με προγενέστερο σήμα που έχει αποκτήσει φήμη στην Ελλάδα, ή σε περίπτωση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποκτήσει φήμη στην ‘Ένωση και η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος θα προσπόριζε σε αυτό, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα έβλαπτε τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού, ανεξάρτητα αν το μεταγενέστερο σήμα προορίζεται να διακρίνει προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται ή ομοιάζουν ή δεν ομοιάζουν με τα προϊόντα ή υπηρεσίες του προγενέστερου σήματος.
2. Ως προγενέστερα σήματα κατά τον παρόντα νόμο νοούνται:
α. τα σήματα, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών με ισχύ στην Ελλάδα και των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία έχουν καταχωρισθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη τα δικαιώματα προτεραιότητας ή αρχαιότητας αυτών που προβλήθηκαν,
β. οι προγενέστερες δηλώσεις σημάτων, συμπεριλαμβανομένων των ανωτέρω διεθνών σημάτων και σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιφύλαξη της καταχώρισής τους,
γ. τα σήματα τα οποία, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης του σήματος ή ενδεχομένως κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη αυτής, είναι παγκοίνως γνωστά κατά την έννοια του άρθρου 6 δις της Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων (1883).
3. Ακόμα, σημείο δεν γίνεται δεκτό για καταχώριση:
α. εάν προσκρούει σε δικαίωμα προγενέστερου διακριτικού γνωρίσματος που χρησιμοποιείται στις συναλλαγές, το οποίο παρέχει στο δικαιούχο το δικαίωμα να απαγορεύει τη χρήση μεταγενέστερου σήματος, με την προϋπόθεση ότι το δικαίωμα αυτό έχει αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης του εν λόγω σημείου, αφού ληφθούν υπόψη τα τυχόν προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας,
β. εάν προσκρούει σε προγενέστερο δικαίωμα της προσωπικότητας τρίτου ή σε προγενέστερο δικαίωμα πνευματικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας πέραν αυτών που ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο,
γ. εάν ενδέχεται να δημιουργήσει σύγχυση με σήμα που έχει καταχωρισθεί και χρησιμοποιείται στην αλλοδαπή κατά τη στιγμή της κατάθεσης της δήλωσης, αν αυτή έγινε κακόπιστα από τον αιτούντα,
δ. εάν πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος κατέθεσε στο όνομά του σημείο στο οποίο υπήρχε δικαίωμα του αντιπροσωπευόμενου, χωρίς την άδεια του τελευταίου, εκτός εάν ο εν λόγω πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος μπορεί να δικαιολογήσει την πράξη του.
4. Έγγραφη συναίνεση του δικαιούχου προγενέστερου σήματος που υποβάλλεται σε οποιοδήποτε στάδιο εξέτασης του σήματος από τη Διεύθυνση Σημάτων, τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων ή τα Διοικητικά Δικαστήρια αίρει το κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 5 κώλυμα καταχώρισης αυτού.
Άρθρο 6
(Άρθρο 7 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ)
Λογοι απόρριψης που αφορούν μέρος μονον των προιοντων ή των υπηρεσιών
Εάν οι λόγοι απόρριψης ενός σήματος αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες το εν λόγω σήμα έχει κατατεθεί, η απόρριψη καλύπτει μόνο τα συγκεκριμένα αυτά προϊόντα ή τις συγκεκριμένες αυτές υπηρεσίες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ
ΕΚΤΑΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Άρθρο 7
(Άρθρο 10, 16 παρ. 5, 28 παρ. 5 και 32 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Περιεχόμενο του δικαιώματος
1. Η καταχώριση του σήματος παρέχει στο δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα. Ιδίως παρέχει το δικαίωμα της χρήσης αυτού, το δικαίωμα να επιθέτει αυτό στα προϊόντα, τα οποία προορίζεται να διακρίνει, να χαρακτηρίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες, να επιθέτει αυτό στα περικαλύμματα και τις συσκευασίες των εμπορευμάτων, στο χαρτί αλληλογραφίας, στα τιμολόγια, τους τιμοκαταλόγους, τις αγγελίες, τις κάθε είδους διαφημίσεις, ως και σε άλλο έντυπο υλικό και να το χρησιμοποιεί σε ηλεκτρονικά ή οπτικοακουστικά μέσα ή μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
2. Ως χρήση του σήματος θεωρείται επίσης:
α) η χρήση του σήματος υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία τα οποία δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή, ανεξαρτήτως αν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο επ’ ονόματι του δικαιούχου ή όχι,
β) η επίθεση του σήματος σε προϊόντα ή στη συσκευασία αποκλειστικά με προορισμό την εξαγωγή,
γ) η χρήση του σήματος με τη συγκατάθεση του δικαιούχου, καθώς και η χρήση συλλογικού σήματος, ή σήματος πιστοποίησης από δικαιούμενα προς τούτο πρόσωπα, που θεωρείται ως χρήση από τον ίδιο τον δικαιούχο του σήματος.
3. Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου σήματος, ο δικαιούχος του εν λόγω καταχωρισμένου σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του, σημείο για προϊόντα ή υπηρεσίες, όταν:
α) το σημείο είναι ταυτόσημο με το σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες ταυτόσημα με εκείνα για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα,
β) το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που είναι ταυτόσημα ή παρόμοια με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα, εάν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού. Ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει τον κίνδυνο συσχέτισης του σημείου με το σήμα,
γ) το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα, ανεξαρτήτως του αν χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες ταυτόσημα, παρόμοια, ή μη παρόμοια με εκείνα για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης εντός της Ελλάδος και η χρησιμοποίηση του σημείου, χωρίς εύλογη αιτία, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.
4. Εάν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 3, μπορεί ιδίως, να απαγορεύεται:
α) η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους,
β) η επίθεση του σήματος σε γνήσια προϊόντα παραγωγής του σηματούχου, που προόριζε να τα κυκλοφορήσει ως ανώνυμα ή με άλλο σήμα,
γ) η αφαίρεση του σήματος από γνήσια προϊόντα του σηματούχου και η διάθεσή τους στην αγορά ως ανώνυμα ή με άλλο σήμα,
δ) η προσφορά ή εμπορία των προϊόντων ή η κατοχή τους προς εμπορία ή η προσφορά ή παροχή των υπηρεσιών με τη χρήση του σημείου,
ε) η εισαγωγή ή η εξαγωγή των προϊόντων με τη χρήση του σημείου,
στ) η χρησιμοποίηση του σημείου ως εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας ή ως μέρους εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας,
ζ) η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η) η χρησιμοποίηση του σημείου σε συγκριτική διαφήμιση κατά τρόπο που αντίκειται στη νομοθεσία για τη συγκριτική διαφήμιση.
5. Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του εν λόγω καταχωρισμένου σήματος, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος, που προστατεύεται στην Ελλάδα, δικαιούται επίσης να εμποδίζει όλους τους τρίτους να φέρνουν στην Ελλάδα, στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών, προϊόντα, χωρίς τα προϊόντα αυτά να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην ελληνική επικράτεια, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα, ή το οποίο δεν δύναται να διακριθεί κατά τα ουσιώδη σημεία του από το εν λόγω καταχωρισμένο σήμα. Η απαγόρευση αυτή ισχύει για οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς κι αν υπαχθούν τα ως άνω προϊόντα, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης, μεταφόρτωσης, τελωνειακής αποταμίευσης, προσωρινής εναπόθεσης, της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή ή της προσωρινής εισαγωγής, ακόμα και αν τα προϊόντα δεν προορίζονται να διατεθούν στην αγορά της Ελλάδος. Το δικαίωμα του δικαιούχου του σήματος σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο παύει να υφίσταται σε περίπτωση που, στο πλαίσιο της διαδικασίας που κινείται, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 608/2013, προκειμένου να διαπιστωθεί αν το καταχωρισμένο σήμα έχει προσβληθεί, ο διασαφιστής ή ο κάτοχος των προϊόντων παράσχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο δικαιούχος του καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύει τη διάθεση των προϊόντων στην αγορά της χώρας τελικού προορισμού.
Άρθρο 8
(Άρθρο 11 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Δικαίωμα απαγόρευσης προπαρασκευαστικών πράξεων σε συνάρτηση με τη χρήση συσκευασίας ή άλλων μέσων
Όταν υπάρχει κίνδυνος να χρησιμοποιηθούν η συσκευασία, οι ετικέτες, οι πινακίδες, τα χαρακτηριστικά ασφαλείας, οι διατάξεις γνησιότητας, ή οποιαδήποτε άλλα μέσα επί των οποίων δύναται να τοποθετηθεί το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες, η δε εν λόγω χρήση θα συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος βάσει των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 7, ο δικαιούχος έχει το δικαίωμα να απαγορεύει τις ακόλουθες πράξεις, εάν διενεργούνται στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών: α) επίθεση σημείου ταυτόσημου ή παρόμοιου με το σήμα στη συσκευασία, τις ετικέτες, τις πινακίδες, τα χαρακτηριστικά ασφαλείας, τις διατάξεις γνησιότητας, ή οποιαδήποτε άλλα μέσα επί των οποίων δύναται να τοποθετηθεί το σήμα β) προσφορά, ή εμπορία, ή κατοχή προς εμπορία, ή εισαγωγή, ή εξαγωγή συσκευασίας, ετικετών, πινακίδων, χαρακτηριστικών ασφαλείας, διατάξεων γνησιότητας, ή οποιωνδήποτε άλλων μέσων επί των οποίων τοποθετείται το σήμα.
Άρθρο 9
(Άρθρο 12 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Ανατύπωση του σήματος σε λεξικά
Εάν η ανατύπωση του σήματος σε λεξικό, εγκυκλοπαίδεια, ή παρόμοιο έργο αναφοράς, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, δημιουργεί την εντύπωση ότι αποτελεί την κοινή ονομασία των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, ο εκδότης, μετά από αίτηση του δικαιούχου του σήματος, μεριμνά ώστε η ανατύπωση του σήματος να συνοδεύεται, χωρίς καθυστέρηση, και, στην περίπτωση έργου σε έντυπη μορφή, κατά την επόμενη έκδοση του έργου το αργότερο, από ένδειξη ότι πρόκειται για καταχωρισμένο σήμα.
Άρθρο 10
(Άρθρο 13 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Απαγόρευση της χρήσης του σήματος το οποίο έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι πληρεξουσίου ή αντιπροσώπου
1. Εάν ένα σήμα έχει καταχωρισθεί επ’ ονόματι του πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου του δικαιούχου του σήματος αυτού, χωρίς την άδειά του, ο δικαιούχος δικαιούται σωρευτικά ή διαζευκτικά:
α) να αντιταχθεί στη χρήση του σήματός του από τον πληρεξούσιο ή τον αντιπρόσωπό του, αρμοζομένων των διατάξεων του κεφαλαίου Ε’,
β) να απαιτήσει την εκχώρηση του σήματος σε αυτόν, είτε από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων, κατά τη διάταξη του άρθρου 52 σε συνδυασμό με την περίπτωση δ’ της παρ. 3 του άρθρου 5, αντί για την κήρυξη της ακυρότητας του σήματος, είτε από τα πολιτικά δικαστήρια εφαρμοζομένων των διατάξεων των παραγράφων 9 και 10 του άρθρου 38.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν ο πληρεξούσιος ή ο αντιπρόσωπος δικαιολογήσει την πράξη του.
Άρθρο 11
(Άρθρο 14 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Περιορισμός προστασίας του σήματος
1. Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στο δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις εμπορικές συναλλαγές:
α) το επώνυμο ή τη διεύθυνση του τρίτου προσώπου, όταν το τρίτο πρόσωπο είναι φυσικό πρόσωπο,
β) σημεία ή ενδείξεις που δεν έχουν διακριτικό χαρακτήρα ή που αφορούν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας, ή άλλα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών,
γ) το σήμα για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του εν λόγω σήματος, ιδίως αν η χρήση του σήματος είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά.
2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνον εφόσον η χρήση από τους τρίτους γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο.
3. Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στο δικαιούχο να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές προγενέστερο δικαίωμα τοπικής ισχύος, εάν η χρήση του δικαιώματος αυτού γίνεται μέσα στα εδαφικά όρια στα οποία αναγνωρίζεται.
Άρθρο 12
(Άρθρο 9 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Απώλεια δικαιώματος λόγω ανοχής
Ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 5, ή άλλου προγενέστερου δικαιώματος κατά την έννοια των περιπτώσεων α’ και β’ της παρ. 3 του άρθρου 5, δεν έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση ή να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, για τις οποίες αυτό χρησιμοποιήθηκε, εφόσον ανέχτηκε εν γνώσει του τη χρήση του σήματος αυτού για περίοδο πέντε (5) συνεχών ετών, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος έγινε με κακή πίστη.
2. Στην περίπτωση της παραγράφου 1, ο δικαιούχος του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος δεν μπορεί να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος.
Άρθρο 13
(Άρθρο 15 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Ανάλωση του δικαιώματος
1. Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στο δικαιούχο του να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί με το σήμα αυτό στο εμπόριο μέσα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο από τον ίδιο το δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται αν ο δικαιούχος έχει εύλογη αιτία να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων, ιδίως όταν η κατάσταση των προϊόντων μεταβάλλεται ή αλλοιώνεται μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο.
Άρθρο 14 Δήλωση περιορισμού
O καταθέτης μπορεί οποτεδήποτε και ανεξαρτήτως εκκρεμοδικίας να προβεί σε δήλωση περιορισμού προϊόντων ή υπηρεσιών που αναφέρονται στη δήλωση κατάθεσης.
Άρθρο 15
(Άρθρο 41 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Διαίρεση της δήλωσης κατάθεσης ή της καταχώρισης σήματος
1. Ο καταθέτης ή ο δικαιούχος σήματος μπορεί να διαιρέσει τη δήλωση κατάθεσης ή την καταχώριση σήματος αντίστοιχα, δηλώνοντας ότι ένα τμήμα των προϊόντων ή των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στην αρχική δήλωση ή καταχώριση θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας ή περισσοτέρων τμηματικών δηλώσεων ή καταχωρίσεων. Τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες της δήλωσης διαίρεσης δεν επιτρέπεται να αλληλεπικαλύπτονται με εκείνα που παραμένουν στην αρχική ή τμηματική δήλωση κατάθεσης ή στην καταχώριση.
2. Η χρονική προτεραιότητα κάθε τμηματικής δήλωσης κατάθεσης ή καταχώρισης ανατρέχει στο χρόνο κατάθεσης της αρχικής δήλωσης.
3. Αν έχει ασκηθεί ανακοπή κατά της δήλωσης κατάθεσης, ή αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας κατά της καταχώρισης και η σχετική απόφαση δεν έχει καταστεί τελεσίδικη, ή η διαδικασία δεν έχει περαιωθεί κατ’ άλλον τρόπο, είναι απαράδεκτη δήλωση διαίρεσης που έχει ως αποτέλεσμα τη διαίρεση των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της ανακοπής ή της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας της καταχώρισης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΤΟ ΣΗΜΑ ΩΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΟ ΑΓΑΘΟ
Άρθρο 16
(Άρθρο 22 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Μεταβίβαση
1. Το δικαίωμα στο σήμα ή στη δήλωση κατάθεσης μπορεί να μεταβιβασθεί, εν ζωή ή αιτία θανάτου, για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει κατατεθεί ή καταχωρισθεί, ανεξάρτητα από τη μεταβίβαση της επιχείρησης.
2. Η δια συμβάσεως μεταβίβαση της επιχείρησης στο σύνολό της συνεπάγεται και τη μεταβίβαση του σήματος, εκτός εάν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή αυτό προκύπτει σαφώς από τις περιστάσεις.
3. Η συμφωνία για τη μεταβίβαση είναι έγγραφη. Είτε ο μεταβιβάζων, είτε ο αποκτών, ζητούν την εγγραφή της μεταβίβασης στο μητρώο σημάτων.
4. Όταν μεταβιβάζεται σήμα κατά το χρονικό διάστημα που η υπόθεση είναι εκκρεμής ενώπιον της Διεύθυνσης Σημάτων ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων ή των Διοικητικών Δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο ειδικός ή ο καθολικός διάδοχος δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση. Η άσκηση παρέμβασης καθιστά αυτόν κύριο διάδικο που δύναται να ασκήσει όλα τα δικαιώματα του δικαιοπαρόχου του, ο οποίος αποβάλλεται από τη δίκη.
5. Μέχρι και την ενώπιον του διοικητικού εφετείου συζήτηση, ο καταθέτης μπορεί να αποκτήσει εκ μεταβιβάσεως προγενέστερο σήμα που κωλύει την καταχώριση της κρινόμενης δήλωσής του, οπότε η καταχώριση της μεταβίβασης στο μητρώο σημάτων αίρει αυτοδικαίως τον λόγο που κώλυε την καταχώριση. Το διοικητικό δικαστήριο δεσμεύεται να λάβει υπόψη την ως άνω μεταβίβαση με μόνη την προσκόμιση αντιγράφου της μερίδας του σήματος όπου σημειώνεται η μεταβίβαση. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που το προγενέστερο σήμα που κωλύει την καταχώριση της κρινόμενης δήλωσης έπαυσε να ισχύει.
Άρθρο 17
(Άρθρο 25 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Άδεια χρήσης
1. Επιτρέπεται η παραχώρηση, αποκλειστικής ή μη, άδειας χρήσης του εθνικού, ή διεθνούς με ισχύ στην Ελλάδα σήματος, ή της δήλωσης κατάθεσης σήματος, για μέρος ή το σύνολο των καλυπτόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών και για το σύνολο ή τμήμα της Ελληνικής Επικράτειας. Η συμφωνία για την παραχώρηση άδειας χρήσης σήματος είναι έγγραφη. Είτε ο δικαιούχος, με δήλωσή του, είτε ο αδειούχος, με εξουσιοδότηση του δικαιούχου, ζητούν την εγγραφή της παραχώρησης στο μητρώο σημάτων.
2. Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα κατά του αδειούχου που παραβιάζει διατάξεις της σύμβασης για την παραχώρηση άδειας χρήσης σχετικά με:
α) τη διάρκεια της άδειας,
β) τη μορφή με την οποία μπορεί, σύμφωνα με την καταχώριση της άδειας, να χρησιμοποιηθεί το σήμα,
γ) το είδος των προϊόντων ή των υπηρεσιών, για τις οποίες έχει παραχωρηθεί η άδεια,
δ) την περιοχή μέσα στην οποία επιτρέπεται η χρήση του σήματος,
ε) την ποιότητα των προϊόντων που κατασκευάζει ή των υπηρεσιών που παρέχει ο αδειούχος.
3. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν ότι ο αδειούχος χρήσης σήματος δικαιούται να παραχωρεί περαιτέρω άδειες χρήσης αυτού με τη διαδικασία και τους όρους της παραγράφου 1.
4. Τις αξιώσεις για την προσβολή του σήματος ασκεί αυτοτελώς και ο αδειούχος χρήσης σήματος, εφόσον συναινεί ο δικαιούχος. Εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά, ο αποκλειστικός αδειούχος μπορεί, και χωρίς τη συναίνεση του δικαιούχου, να ασκήσει αυτοτελώς τις αξιώσεις για την προσβολή του σήματος, όταν ο τελευταίος, μολονότι οχλήθηκε για την προσβολή του σήματος, δεν ασκεί τις αξιώσεις του σε εύλογο χρονικό διάστημα.
5. Όταν ο δικαιούχος ασκεί αγωγή, ο αδειούχος μπορεί να ασκήσει παρέμβαση και να ζητήσει αποκατάσταση της ζημίας που ο ίδιος υπέστη.
6. Όταν λύεται ή τροποποιείται η συμφωνία παραχώρησης άδειας χρήσης, το μητρώο σημάτων ενημερώνεται σχετικά.
7. Δήλωση του σηματούχου περί λήξεως της παραχώρησης άδειας χρήσεως επιφέρει αυτοδικαίως τη διαγραφή της άδειας που έχει καταχωρισθεί στο μητρώο.
Άρθρο 18
(Άρθρο 23, 24 και 26 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Εμπράγματα δικαιώματα – Αναγκαστική εκτέλεση – Πτωχευτική διαδικασία
1. Επί του σήματος μπορεί να συσταθεί ενέχυρο ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα με την εγγραφή της σχετικής σύμβασης στο μητρώο σημάτων.
2. Το σήμα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συντηρητικής ή αναγκαστικής κατάσχεσης και αναγκαστικής εκτέλεσης. Οι εν λόγω πράξεις εγγράφονται στο μητρώο σημάτων.
3. Το σήμα ανήκει στην πτωχευτική περιουσία. Η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση εγγράφεται στο μητρώο σημάτων.
4. Οι ανωτέρω παράγραφοι εφαρμόζονται και επί δηλώσεων κατάθεσης σήματος.
Άρθρο 19 Αποτελέσματα έναντι τρίτων
Οι δικαιοπραξίες που αφορούν σήμα, στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 16, 17 και η παράγραφος 1 του άρθρου 18, παράγουν αποτελέσματα έναντι τρίτων μόνον μετά την εγγραφή τους στο μητρώο. Εντούτοις, παράγουν αποτελέσματα και πριν από την εγγραφή τους, έναντι των προσώπων οι οποίοι απέκτησαν μεν δικαιώματα επί του σήματος μετά την ημερομηνία της συγκεκριμένης δικαιοπραξίας, ήταν όμως εν γνώσει αυτής κατά την ημερομηνία κτήσης των δικαιωμάτων τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ
Άρθρο 20
Δήλωση κατάθεσης σήματος
1. Για την καταχώριση εθνικού σήματος κατατίθεται δήλωση στη Διεύθυνση Σημάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, η μορφή και το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.
2. Η δήλωση λαμβάνει αριθμό, ημερομηνία και ώρα κατάθεσης. Καταχωρίζεται στο μητρώο σημάτων και τα στοιχεία της αναρτώνται σε κοινές ή συνδεδεμένες βάσεις δεδομένων και διαδικτυακών πυλών περί σημάτων που προβλέπει η εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία.
Άρθρο 21
(Άρθρο 37, 38, 42 και 50 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Προϋποθέσεις για χορήγηση ημερομηνίας κατάθεσης
1. Η δήλωση κατάθεσης σήματος συνοδεύεται από απόδειξη καταβολής του τέλους κατάθεσης και πρέπει να περιέχει:
α. αίτημα για καταχώριση σήματος,
β. αποτύπωση του σήματος,
γ. ονοματεπώνυμο, κατοικία, τηλέφωνο επικοινωνίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του καταθέτη. Επί νομικών προσώπων, αντί του ονοματεπώνυμου και της κατοικίας, αναγράφεται η επωνυμία, η έδρα και η διεύθυνση των γραφείων αυτών. Ο καταθέτης υποχρεούται να γνωστοποιεί στη Διεύθυνση Σημάτων κάθε αλλαγή των ανωτέρω στοιχείων. Η εκάστοτε ταχυδρομική ή ηλεκτρονική του διεύθυνση που δηλώθηκε τελευταία θεωρείται νόμιμη διεύθυνση αυτού στην οποία νόμιμα κοινοποιούνται έγγραφα ή αποστέλλονται μηνύματα που αφορούν τη σχετική δήλωση σήματος,
δ. κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών τα οποία το σήμα πρόκειται να διακρίνει, ταξινομημένα κατά κλάση με αναγραφή της οικείας κλάσεως κατά ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών.
2. Ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης είναι η ημερομηνία υποβολής της στη Διεύθυνση Σημάτων.
3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 7 του άρθρου 23, αν η δήλωση δεν πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, η Διεύθυνση Σημάτων καλεί τον καταθέτη να διορθώσει ή συμπληρώσει τις διαπιστωθείσες παρατυπίες ή ελλείψεις μέσα σε προθεσμία ενός (1) μήνα από την πρόσκληση. Αν ο καταθέτης συμμορφωθεί προς την πρόσκληση της Διεύθυνσης Σημάτων, μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, αυτή χορηγεί ως ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης την ημερομηνία, κατά την οποία διορθώθηκαν ή συμπληρώθηκαν όλες οι διαπιστωθείσες παρατυπίες ή ελλείψεις. Σε αντίθετη περίπτωση, η εξέταση της δήλωσης δεν ολοκληρώνεται και με πράξη της Διεύθυνσης Σημάτων τίθεται στο αρχείο.
Άρθρο 22
Λοιπές τυπικές προϋποθέσεις της δήλωσης κατάθεσης
1. Εκτός από τα στοιχεία της παραγράφου 1 του άρθρου 21, η δήλωση κατάθεσης σήματος πρέπει να περιέχει:
α) την υπογραφή του καταθέτη ή κατά περίπτωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου,
β) αν διεκδικείται προτεραιότητα, την ημερομηνία της προγενέστερης κατάθεσης, καθώς και τη χώρα όπου αυτή ισχύει,
γ) αν ο καταθέτης εκπροσωπείται από πληρεξούσιο δικηγόρο, το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και το τηλέφωνο αυτού, καθώς και τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Επί περισσοτέρων καταθετών διορίζεται κοινός πληρεξούσιος δικηγόρος,
δ) διορισμό αντικλήτου, διεύθυνση, τηλέφωνο επικοινωνίας και ηλεκτρονική διεύθυνση αυτού. Επί περισσοτέρων καταθετών διορίζεται κοινός αντίκλητος. Ο καταθέτης υποχρεούται να γνωστοποιεί στη Διεύθυνση Σημάτων κάθε αλλαγή των ως άνω στοιχείων. Η εκάστοτε ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση του αντικλήτου που δηλώθηκε τελευταία θεωρείται νόμιμη διεύθυνση αυτού, στην οποία νόμιμα κοινοποιούνται έγγραφα ή αποστέλλονται μηνύματα που αφορούν τη σχετική δήλωση σήματος,
στ) μνεία για το είδος του σήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2, ή την παράγραφο 1 του άρθρου 56, ή την παράγραφο 1 του άρθρου 64,
ζ) αν το σήμα είναι γραμμένο με χαρακτήρες άλλους από αυτούς του ελληνικού και λατινικού αλφαβήτου, την απόδοση των χαρακτήρων αυτών στο ελληνικό ή λατινικό αλφάβητο.
2. Αν η δήλωση δεν πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, η Διεύθυνση Σημάτων καλεί τον καταθέτη να διορθώσει ή συμπληρώσει τις διαπιστωθείσες παρατυπίες ή ελλείψεις μέσα σε ένα (1) μήνα από την πρόσκληση. Αν ο καταθέτης συμμορφωθεί προς την πρόσκληση της
Διεύθυνσης, μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, ισχύει η αρχική ημερομηνία κατάθεσης. Διαφορετικά η Διεύθυνση απορρίπτει τη δήλωση και κοινοποιεί τη σχετική απόφαση στον καταθέτη.
3. Η δήλωση, καθώς και η αποτύπωση του σήματος, κατατίθενται υποχρεωτικά και σε ηλεκτρονική μορφή με την προσκόμιση στην αρμόδια Διεύθυνση ψηφιακού δίσκου ή άλλου πρόσφορου ηλεκτρονικού αποθηκευτικού μέσου.
4. Η δήλωση κατάθεσης συνοδευόμενη από την αποτύπωση του σήματος μπορεί να υποβάλλεται και εξ αποστάσεως με ηλεκτρονικά μέσα. Η δήλωση κατάθεσης και η αποτύπωση του σήματος που έχουν κατατεθεί ηλεκτρονικά θεωρείται ότι κατατέθηκαν, εφόσον επιστραφεί στον αποστολέα από τη Διεύθυνση Σημάτων ηλεκτρονική απόδειξη που περιέχει τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 21.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και Οικονομίας και Ανάπτυξης, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, καθώς και οι τεχνικές προδιαγραφές, η τεχνική διαχείριση και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παραγράφου 3.
Άρθρο 23
(Άρθρο 39 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Προσδιορισμός και ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών
Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται καταχώριση σήματος ταξινομούνται σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης το οποίο καθιερώθηκε με τη συμφωνία της Νίκαιας που αφορά τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957 («ταξινόμηση της Νίκαιας», που κυρώθηκε με τον Ν. 2505/1997 Α’118). Για διευκόλυνση, στο διαδικτυακό χώρο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή αναρτάται στην ελληνική γλώσσα η εκάστοτε ισχύουσα διεθνής ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών.
Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία ταυτοποιούνται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, αποκλειστικά σε αυτή τη βάση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας.
Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι γενικές ενδείξεις που περιλαμβάνονται στους τίτλους των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας ή άλλοι γενικοί όροι, εφόσον ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
Η χρήση γενικών όρων, όπου συμπεριλαμβάνονται οι γενικές ενδείξεις των τίτλων των κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας, θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια της ένδειξης ή του όρου. Η χρήση αυτών των όρων ή ενδείξεων δεν θεωρείται ότι περιλαμβάνει προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν μπορούν να νοηθούν κατά την ανωτέρω έννοια.
Όταν ο καταθέτης ζητεί καταχώριση για περισσότερες από μία κλάσεις, ομαδοποιεί τα προϊόντα και τις υπηρεσίες σύμφωνα με τις κλάσεις της ταξινόμησης της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών και κάθε ομάδα παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων.
Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται παρόμοια μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται στην ίδια κλάση στην ταξινόμηση της Νίκαιας. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται διαφορετικά μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται σε διαφορετικές κλάσεις στην ταξινόμηση της Νίκαιας.
Η Διεύθυνση Σημάτων απορρίπτει τη δήλωση κατάθεσης λόγω ενδείξεων ή όρων που είναι ασαφείς ή ανακριβείς ή ταξινομημένοι σε λανθασμένη κλάση, όταν ο καταθέτης δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση ή ταξινόμηση μέσα σε προθεσμία ενός (1) μήνα από την πρόσκληση της Διεύθυνσης. Αν ο καταθέτης προτείνει αποδεκτή διατύπωση ή ταξινόμηση μέσα στην ταχθείσα προθεσμία ισχύει η ημερομηνία κατάθεσης της αρχικής δήλωσης. Αν ο καταθέτης δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση ή ταξινόμηση η Διεύθυνση απορρίπτει τη δήλωση κατάθεσης σήματος και κοινοποιεί τη σχετική απόφαση στον καταθέτη.
Άρθρο 24
Εξέταση των λόγων απαραδέκτου
1. Εάν δεν συντρέχει κάποιος λόγος απαραδέκτου κατά το άρθρο 4 ή τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 5, η δήλωση γίνεται δεκτή, κοινοποιείται η σχετική απόφαση στον καταθέτη ή τον αντίκλητο αυτού κατά περίπτωση, με μέριμνα της Διεύθυνσης Σημάτων, με κάθε πρόσφορο μέσο, κατά προτίμηση δε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με τηλεομοιοτυπία, ενώ παράλληλα δημοσιεύεται η σχετική απόφαση στον διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, μέσα σε προθεσμία πενήντα (50) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης.
2. Εάν από την έρευνα που πραγματοποιεί η Διεύθυνση Σημάτων, προκύπτει ότι η καταχώριση του σήματος είναι απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 4 ή τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 5, για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών της δήλωσης κατάθεσης, ο καταθέτης καλείται μέσα σε ένα (1) μήνα από την επομένη της πρόσκλησης, είτε να ανακαλέσει τη δήλωση, είτε να περιορίσει την έκταση προστασίας του σήματος σε βαθμό που να καθίσταται αυτό παραδεκτό, ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.
3. Εάν ο καταθέτης περιορίσει την έκταση προστασίας του σήματος σε βαθμό που να καθίσταται αυτό παραδεκτό, ή εάν οι παρατηρήσεις του κριθούν βάσιμες, η δήλωση γίνεται δεκτή με απόφαση που δημοσιεύεται στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή μέσα σε ένα (1) μήνα από την υποβολή του περιορισμού ή των παρατηρήσεων του καταθέτη.
4. Εάν ο καταθέτης δεν απαντήσει μέσα στην ταχθείσα προθεσμία ή εάν δεν ανακαλέσει τη δήλωσή του ή εάν δεν περιορίσει την έκταση προστασίας του σήματός του σε βαθμό που να καθίσταται αυτό παραδεκτό ή, τέλος, εάν οι παρατηρήσεις του δεν κριθούν παραδεκτές και βάσιμες, η Διεύθυνση Σημάτων απορρίπτει τη δήλωση, είτε στο σύνολό της, είτε κατά το μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για το οποίο προβλήθηκαν αντιρρήσεις από τη Διεύθυνση. Η απόφαση απόρριψης κοινοποιείται στον καταθέτη ή τον αντίκλητο αυτού, κατά περίπτωση, με μέριμνα της Διεύθυνσης Σημάτων, με κάθε πρόσφορο μέσο, κατά προτίμηση δε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με τηλεομοιοτυπία, ενώ παράλληλα δημοσιεύεται στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.
5. Αρμόδιος για τη διαδικασία της εξέτασης των λόγων απαραδέκτου και τη λήψη απόφασης σχετικά με την παραδοχή ή απόρριψη της δήλωσης είναι ο εξεταστής, υπάλληλος της Διεύθυνσης Σημάτων.
Άρθρο 25
(Άρθρο 43 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Ανακοπή
1. Κατά της απόφασης του εξεταστή που έκανε δεκτή τη δήλωση κατάθεσης μπορεί να ασκηθεί ανακοπή μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών αρχομένης από την επομένη της δημοσίευσής της στον διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή, για το λόγο ότι η καταχώριση προσκρούει σε έναν ή περισσότερους λόγους του άρθρου 4 ή των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 5.
2. Προκειμένου για τους λόγους του άρθρου 4, η ανακοπή ασκείται από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο καθώς και κάθε ένωση, ομάδα ή φορέα εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, εξηγώντας για ποιους λόγους η δήλωση θα πρέπει να απορριφθεί.
3. Προκειμένου για τους λόγους των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 5, η ανακοπή ασκείται από τους δικαιούχους των προγενέστερων σημάτων ή δικαιωμάτων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 και 3 του άρθρου 5, καθώς και από τους εξουσιοδοτημένους προς τούτο κατόχους αδειών χρήσης των σημάτων αυτών, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 17 που εφαρμόζεται αναλογικά.
4. Η ανακοπή ασκείται με έγγραφο που κατατίθεται ενώπιον της Διεύθυνσης Σημάτων και εξετάζεται από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων.
Άρθρο 26
Στοιχεία της ανακοπής
Η ανακοπή συνοδεύεται από απόδειξη καταβολής τέλους και πρέπει να περιέχει:
α) τον αριθμό της δήλωσης κατά της οποίας στρέφεται και τα στοιχεία του δικαιούχου της,
β) τους λόγους στους οποίους στηρίζεται, με ειδική μνεία ενός ή περισσοτέρων προγενεστέρων κατατεθειμένων ή καταχωρισμένων σημάτων ή δικαιωμάτων, που πρέπει να ανήκουν στον ίδιο δικαιούχο, ως και μέρους ή του συνόλου των προϊόντων ή/και υπηρεσιών, στα οποία τυχόν βασίζεται η ανακοπή,
γ) σαφή προσδιορισμό των προϊόντων ή υπηρεσιών της δήλωσης κατά των οποίων στρέφεται η ανακοπή.
Άρθρο 27
(Άρθρο 43 παρ. 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Εξέταση της ανακοπής
1. Η Διεύθυνση Σημάτων χορηγεί άμεσα στον ανακόπτοντα αριθμό πρωτοκόλλου και ημερομηνία συνεδρίασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων που θα εξετάσει την ανακοπή. Επικυρωμένο αντίγραφο της ανακοπής, με πράξη ορισμού συζήτησης και κλήση σε αυτή, κοινοποιείται κατά περίπτωση στον καταθέτη ή τον αντίκλητο αυτού, με δικαστικό επιμελητή, τριάντα (30) πλήρεις ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, με επιμέλεια του ανακόπτοντος.
2. Πρόσθετοι λόγοι επί της ανακοπής μπορούν να κατατεθούν είκοσι (20) πλήρεις ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων που θα την εξετάσει. Με επιμέλεια του ανακόπτοντος, επικυρωμένο αντίγραφο των πρόσθετων λόγων κοινοποιείται κατά περίπτωση στον καταθέτη ή τον αντίκλητο αυτού, με δικαστικό επιμελητή, δεκαπέντε (15) πλήρεις ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων.
3. Στην περίπτωση που ο καθού είναι κάτοικος ή έχει έδρα στην αλλοδαπή, οι προθεσμίες των παραγράφων 1 και 2 παρατείνονται κατά τριάντα (30) πλήρεις ημέρες.
4. Για την εξέταση της ανακοπής εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 30. Στους διαδίκους παραχωρείται, κατόπιν κοινού αιτήματος, διάστημα τουλάχιστον δύο (2) μηνών, στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακοπής, προκειμένου να επιτραπεί η δυνατότητα φιλικού διακανονισμού μεταξύ του ανακόπτοντος και του καταθέτη.
5. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων αποφασίζει επί της ανακοπής με βάση το αποδεικτικό υλικό που έχει στη διάθεσή της.
6. Εάν, από την εξέταση της ανακοπής, προκύψει ότι η καταχώριση του σήματος δεν μπορεί να γίνει δεκτή για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτό διακρίνει, η δήλωση απορρίπτεται είτε στο σύνολό της ή εν μέρει για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες. Σε αντίθετη περίπτωση η ανακοπή απορρίπτεται και η δήλωση κατάθεσης γίνεται δεκτή.
Άρθρο 28
(Άρθρο 44 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Απόδειξη χρήσης
1. Μετά από αίτηση του καταθέτη της ανακοπτόμενης δήλωσης, ο ανακόπτων, δικαιούχος προγενέστερου σήματος κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 5, οφείλει να αποδείξει, είτε ότι κατά τη διάρκεια των πέντε (5) ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατάθεσης της ανακοπτόμενης δήλωσης ή της ημερομηνίας της προτεραιότητάς της, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκε και στα οποία βασίζεται η ανακοπή, είτε ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία αυτή, δηλαδή την ημερομηνία κατάθεσης της ανακοπτόμενης δήλωσης ή την ημερομηνία της προτεραιότητάς της, το προγενέστερο σήμα ήταν καταχωρισμένο τουλάχιστον για πέντε (5) έτη. Όταν η ανακοπή βασίζεται σε προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ουσιαστική του χρήση προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001.
2. Η αίτηση για απόδειξη ουσιαστικής χρήσης υποβάλλεται, επί ποινή απαραδέκτου, κατά την εξέταση της ανακοπής ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων. Στην περίπτωση αυτή, ο πρόεδρος της Επιτροπής χορηγεί προθεσμία τουλάχιστον τριάντα (30) πλήρων ημερών από την ημέρα συζήτησης στον ανακόπτοντα, προκειμένου αυτός να παράσχει αποδεικτικό υλικό για την αιτούμενη χρήση και τους ισχυρισμούς του επί της ανακοπής, υποβάλλοντας το υπόμνημά του. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, ο καταθέτης του σήματος ενημερώνεται για το αποδεικτικό υλικό προκειμένου να υποβάλει το υπόμνημά του και τυχόν αποδεικτικό υλικό, εντός προθεσμίας εικοσιπέντε (25) πλήρων ημερών. Εντός τριών (3) πλήρων ημερών μετά την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, οι διάδικοι υποβάλλουν προσθήκη-αντίκρουση. Η Επιτροπή εξετάζει την υπόθεση βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν και των ισχυρισμών που προβλήθηκαν από τους διαδίκους.
3. Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή υπηρεσιών.
4. Εάν ο ανακόπτων δεν αποδείξει την ουσιαστική χρήση του σήματός του ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση αυτού, η ανακοπή απορρίπτεται χωρίς να εξετάζεται η ουσία της υπόθεσης.
Άρθρο 29
Προσφυγή ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων
1. Οι αποφάσεις της Διεύθυνσης Σημάτων που απορρίπτουν ολικά ή εν μέρει τη δήλωση κατάθεσης σήματος υπόκεινται σε προσφυγή μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) πλήρων ημερών αρχομένης από την επομένη της κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης.
2. Η προσφυγή ασκείται με έγγραφο που κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων και εξετάζεται από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων.
3. Η Διεύθυνση Σημάτων ενημερώνει άμεσα τον προσφεύγοντα για την εμπρόθεσμη λήψη της προσφυγής, τον αριθμό πρωτοκόλλου που δόθηκε σε αυτήν και την ημερομηνία συνεδρίασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων που θα την εξετάσει.
4. Πρόσθετοι λόγοι επί της προσφυγής μπορούν να υποβληθούν δεκαπέντε (15) πλήρεις ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων που θα την εξετάσει.
5. Για την εξέταση της προσφυγής εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 30.
Άρθρο 30
Διοικητική Επιτροπή Σημάτων
1. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων εδρεύει στην Αθήνα και συνεδριάζει στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, σε γραφείο που ορίζεται με πράξη του αρμόδιου Προϊστάμενου της Διεύθυνσης Σημάτων.
2. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων είναι αρμόδια για την αποδοχή ή απόρριψη της ανακοπής, της προσφυγής κατά το άρθρο 29, της αίτησης διαγραφής λόγω έκπτωσης ή ακυρότητας, της παρέμβασης, καθώς και για κάθε διαφορά που ανακύπτει μεταξύ της Διεύθυνσης Σημάτων και των καταθετών ή δικαιούχων σήματος ή τρίτων κατά την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
3. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και λειτουργεί σε τριμελή τμήματα, ως εξής:
α) έναν πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του,
β) έναν υπάλληλο του δημόσιου τομέα κατά την έννοια του άρθρου 14 του ν.2190/1994, κατηγορίας ΠΕ πτυχιούχο νομικής της Διεύθυνσης Σημάτων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του και
γ) έναν υπάλληλο του δημόσιου τομέα κατά την έννοια του άρθρου 14 του ν.2190/1994, κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ της ίδιας Διεύθυνσης με αποδεδειγμένη εμπειρία στο αντικείμενο, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του.
4. Οι εισηγητές στις υποθέσεις της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων καθορίζονται με πράξη του προέδρου του τμήματος στο οποίο εισάγονται προς εξέταση. Η κατανομή των υποθέσεων στα τμήματα της Επιτροπής καθορίζεται σύμφωνα με τη χρονική σειρά κατάθεσης του σχετικού ενδίκου βοηθήματος.
5. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων συνεδριάζει σε ημέρες και ώρες οι οποίες ορίζονται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Σημάτων στην αρχή κάθε έτους και γνωστοποιούνται με τοιχοκόλληση στο γραφείο της αρμόδιας Διεύθυνσης, καθώς και με ανάρτηση στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή. Η συζήτηση σε κάθε τμήμα της Επιτροπής γίνεται με βάση το έκθεμα που καταρτίζει ο πρόεδρος αυτού. Το έκθεμα τοιχοκολλάται στη Διεύθυνση Σημάτων και αναρτάται στον ως άνω διαδικτυακό τόπο οκτώ (8) πλήρεις ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης της Επιτροπής.
6. Οι συνεδριάσεις της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων είναι δημόσιες και τηρούνται πρακτικά από τον οριζόμενο, με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Σημάτων, γραμματέα εκάστου τμήματος αυτής. Η γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων παρέχεται από υπαλλήλους κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ της Διεύθυνσης Σημάτων της Γενικής Γραμματείς Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.
7. Τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων δεν επιτρέπεται να έχουν συμμετάσχει στη λήψη αποφάσεων της Διεύθυνσης Σημάτων σχετικά με την παραδοχή ή απόρριψη δήλωσης σήματος.
8. Η θητεία των μελών της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων είναι τριετής, με δυνατότητα ανανέωσης για ίσο χρόνο. Ο πρόεδρος και τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων είναι ανεξάρτητοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και μπορούν να παυθούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, για σοβαρούς λόγους που άπτονται της εκτέλεσης των καθηκόντων τους και ιδίως για παράβαση της αρχής της αμεροληψίας, αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των καθηκόντων τους και άρνηση ή παρέλκυση εκτέλεσης υπηρεσίας. Τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, πλην του προέδρου, είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
9. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων στελεχώνεται με υπαλλήλους που υπηρετούν στη Διεύθυνση Σημάτων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, αλλά και με αποσπάσεις ή μετατάξεις στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, προσωπικού που υπηρετεί σε φορείς του δημοσίου τομέα, όπως αυτός κάθε φορά ορίζεται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Η ως άνω απόσπαση είναι τριετής και είναι δυνατό να παραταθεί μια ή περισσότερες φορές για το ίδιο χρονικό διάστημα. Η απόσπαση ή μετάταξη πραγματοποιείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του αρμόδιου Υπουργού του φορέα προέλευσης του υπαλλήλου, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη και χωρίς να απαιτείται η γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Ο χρόνος υπηρεσίας των αποσπασμένων του δημόσιου τομέα θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τα θέματα βαθμολογικής και μισθολογικής εξέλιξης και κάθε άλλη συνέπεια στην οργανική θέση του φορέα προέλευσής τους. Το αποσπασμένο προσωπικό έχει το δικαίωμα να μετέχει στις προβλεπόμενες διαδικασίες επιλογής σε θέσεις προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης ή Τμήματος ή άλλης οργανικής μονάδας άλλης υπηρεσίας ή του φορέα προέλευσης και, σε περίπτωση εκλογής, εκδίδεται υποχρεωτικώς πράξη διακοπής της απόσπασης. Το προσωπικό που μετατάσσεται με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, μετατάσσεται με ταυτόχρονη μεταφορά της οργανικής του θέσης και την ίδια σχέση εργασίας και υποχρεούται να παρέχει τις υπηρεσίες του τουλάχιστον για μία δεκαετία.
10. Παράλληλα, για τις ανάγκες σε προσωπικό της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης τέσσερις (4) νέες οργανικές θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού -κατηγορίας ΠΕ πτυχιούχου νομικής.
11. Οι διάδικοι παρίστανται με δικηγόρο, μπορούν δε να αναπτύξουν τους ισχυρισμούς τους εγγράφως ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής
Σημάτων και να υποβάλουν κάθε χρήσιμο για την υποστήριξη της υποθέσεώς τους στοιχείο ή έγγραφο. Από την απουσία των διαδίκων δεν τεκμαίρεται ομολογία και η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων λαμβάνει απόφαση ως να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Ενώπιον της Επιτροπής γίνονται δεκτά τα αποδεικτικά μέσα που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Γίνονται δεκτές ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου με κλήτευση του αντιδίκου προ σαράντα οκτώ (48) ωρών. Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει την εξέταση μαρτύρων ενώπιον της.
12. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες. Περιλήψεις των αποφάσεων της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων και των διοικητικών δικαστηρίων που δέχονται το σήμα δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή. Οι απορριπτικές αποφάσεις της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων κοινοποιούνται με επιμέλεια της Διεύθυνσης Σημάτων προς τους διαδίκους ή τους αντικλήτους αυτών με κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με τηλεομοιοτυπία.
13. Όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να παρέμβει ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων. Η παρέμβαση ασκείται με έγγραφο που κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων και κοινοποιείται με επιμέλεια του παρεμβαίνοντος στους διαδίκους, με δικαστικό επιμελητή, πέντε (5) πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση.
Άρθρο 31
(Άρθρο 43 παρ. 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Διαμεσολάβηση
1. Σε περίπτωση διαφορών μεταξύ ιδιωτών, που αποτελούν αντικείμενο διαδικασιών που εκκρεμούν ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, μπορεί να υποβληθεί από τα μέρη κοινή αίτηση διαμεσολάβησης ανά πάσα στιγμή μετά την κατάθεση ανακοπής, αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας και παρέμβασης. Η αίτηση κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων, διαβιβάζεται στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων και η διαδικασία ενώπιον αυτής αναστέλλεται.
2. Από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης διαμεσολάβησης οι προθεσμίες αναστέλλονται και συνεχίζουν να τρέχουν από την ημέρα επανάληψης της διαδικασίας. Η διαμεσολάβηση ολοκληρώνεται εντός εξαμήνου που αρχίζει από την επομένη της υποβολής του αιτήματος. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της ως άνω προθεσμίας για χρονικό διάστημα έως τριών μηνών. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων αναβάλλει υποχρεωτικά τη συζήτηση της υπόθεσης ορίζοντας νέα συζήτηση μετά την πάροδο του εξαμήνου.
3. Οι διάδικοι ορίζουν από κοινού διαμεσολαβητή νόμιμα διαπιστευμένο στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Οι διάδικοι συμφωνούν από κοινού με τον διαμεσολαβητή τις ειδικές λεπτομέρειες για τη διαμεσολάβηση.
5. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης οι διάδικοι παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους. Η πληρεξουσιότητα για την παράσταση των διαδίκων δια πληρεξουσίου δικηγόρου ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων καλύπτει και τη συμφωνία περί υπαγωγής στη διαμεσολάβηση.
6. Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία των διαδίκων και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η διαμεσολάβηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης στο οποίο έχουν πρόσβαση οι διάδικοι.
7. Μετά το πέρας της διαδικασίας της διαμεσολάβησης υπογράφεται πρακτικό διαμεσολάβησης, το οποίο συντάσσεται από τον διαμεσολαβητή και υπογράφεται από τον ίδιο, τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους. Το πρακτικό περιλαμβάνει τα στοιχεία του διαμεσολαβητή, των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, καθώς και τυχόν άλλων προσώπων που συμμετείχαν στη διαμεσολάβηση, τον τόπο και χρόνο της διαμεσολάβησης και τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι διάδικοι ή τη διαπίστωση της αποτυχίας της διαμεσολάβησης. Σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνον από τον διαμεσολαβητή, ο οποίος οφείλει να μνημονεύσει ότι οι διάδικοι δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Το πρακτικό υποβάλλεται στη Διεύθυνση Σημάτων από τον διαμεσολαβητή ή οιονδήποτε των διαδίκων και διαβιβάζεται στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων.
8. Οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, ο οποίος δεσμεύει όλα τα συμμετέχοντα πρόσωπα, ιδίως τον διαμεσολαβητή, τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους.
9. Οι διαμεσολαβητές πρέπει να απολαμβάνουν ανεξαρτησίας και ουδετερότητας και να είναι αμερόληπτοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
10. Η Διεύθυνση Σημάτων μπορεί να συνεργάζεται με άλλους αναγνωρισμένους εθνικούς, ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς που ασκούν δραστηριότητες διαμεσολάβησης.
Άρθρο 32
Προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων
1. Οι αποφάσεις της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών αρχομένης από την επομένη της κοινοποίησης των εν λόγω αποφάσεων .
2. Η προσφυγή έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
3. Κατά τη συζήτηση ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων καλούνται κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας για άσκηση παρέμβασης αυτοί που έχουν καταστεί διάδικοι ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων. Οι νομίμως κλητευθέντες κατά τα ανωτέρω για άσκηση παρέμβασης στερούνται του δικαιώματος ανακοπής, εκτός αν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας.
Άρθρο 33
Καταχώριση – Μητρώο Σημάτων
1. Η Διεύθυνση Σημάτων τηρεί μητρώο σημάτων και το ενημερώνει.
2. Το μητρώο περιέχει τις ακόλουθες εγγραφές:
α) τα στοιχεία των δηλώσεων κατάθεσης σήματος,
β) τις αποφάσεις του εξεταστή, της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας,
γ) τα στοιχεία των αιτήσεων και ενδίκων βοηθημάτων ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων κατά το εδάφιο β’ της παρ. 1 του άρθρου 30,
δ) τα στοιχεία των ενδίκων βοηθημάτων και μέσων ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας, ε) τις μεταβολές και πράξεις επί δηλώσεων ή καταχωρίσεων σήματος.
3. Όταν το σήμα γίνει δεκτό με απρόσβλητη απόφαση του εξεταστή και της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, ή με τελεσίδικη απόφαση των διοικητικών δικαστηρίων, σημειώνεται στο μητρώο σημάτων η λέξη «καταχωρίσθηκε» με τις τυχόν μεταβολές ως προς τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται το σήμα. Δικόγραφα που αφορούν πάσης φύσεως αμφισβήτηση καταχωρισμένου σήματος εγγράφονται στο μητρώο σημάτων με επιμέλεια των διαδίκων.
4. Το σήμα που έγινε δεκτό θεωρείται ότι καταχωρίσθηκε από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης.
5. Το μητρώο σημάτων είναι δημόσιο. Αντίγραφα ή αποσπάσματα των εγγραφών παρέχονται σε κάθε αιτούντα.
6. Το μητρώο σημάτων μπορεί να έχει ηλεκτρονική μορφή. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία καταχώρισης, οι τεχνικές προδιαγραφές, η τεχνική διαχείριση και κάθε θέμα σχετικό με τη δημιουργία και την τήρηση του ηλεκτρονικού μητρώου σημάτων. Με την ίδια απόφαση ορίζεται η έναρξη λειτουργίας του ηλεκτρονικού μητρώου σημάτων και η τυχόν κατάργηση του έγχαρτου μητρώου.
Άρθρο 34
(Άρθρο 53 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Βάση Δεδομένων – Προστασία Δεδομένων
Πέραν της υποχρέωσης τήρησης μητρώου κατά την έννοια του άρθρου 33, η Διεύθυνση Σημάτων συλλέγει και αποθηκεύει σε φυσική και / ή ηλεκτρονική βάση δεδομένων όλα τα στοιχεία που παρέχουν οι καταθέτες ή άλλα μέρη της διαδικασίας, δυνάμει του παρόντος νόμου ή κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
Η φυσική ή/και ηλεκτρονική βάση δεδομένων μπορεί να περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, πέραν των όσων περιέχονται στο μητρώο δυνάμει του άρθρου 33, στο βαθμό που τα εν λόγω στοιχεία απαιτούνται από τον παρόντα νόμο ή τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη Διεύθυνση Σημάτων υπόκειται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
Η επεξεργασία των δεδομένων διενεργείται για τους ακόλουθους σκοπούς:
α) επεξεργασία των δηλώσεων ή/και των καταχωρίσεων σημάτων, όπως περιγράφονται στον παρόντα νόμο και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού,
β) τήρηση δημόσιου μητρώου προς επιθεώρηση από τις δημόσιες αρχές και τους ιδιώτες και προς πληροφόρησή τους, ώστε να είναι σε θέση να ασκούν τα δικαιώματα που τους παρέχει ο παρών νόμος και να ενημερώνονται για την ύπαρξη προγενέστερων δικαιωμάτων τρίτων,
γ) πρόσβαση στην απαιτούμενη πληροφόρηση για την ευκολότερη και αποτελεσματικότερη διεξαγωγή των σχετικών διαδικασιών,
δ) επικοινωνία με τους καταθέτες και άλλα μέρη της διαδικασίας και ε) εκπόνηση εκθέσεων και στατιστικών που αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση του έργου της Διεύθυνσης Σημάτων και τη βελτίωση της λειτουργίας του συστήματος.
Η Διεύθυνση Σημάτων συλλέγει, οργανώνει, δημοσιεύει και αποθηκεύει τα δεδομένα που αναφέρονται στον παρόντα νόμο, για τους σκοπούς της παραγράφου 4.
Όλα τα δεδομένα, σχετικά με τις εγγραφές που αναφέρονται στον παρόντα νόμο, θεωρούνται ότι εξυπηρετούν σκοπούς δημόσιου συμφέροντος και είναι προσιτά σε οποιονδήποτε τρίτο. Οι εγγραφές στο μητρώο διατηρούνται επ’ αόριστον, για λόγους ασφάλειας δικαίου.
Όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που δεν σχετίζονται με τις εγγραφές στο μητρώο, φυλάσσονται επίσης στη Διεύθυνση Σημάτων επ’ αόριστον. Ωστόσο, το ενδιαφερόμενο μέρος – υποκείμενο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να ζητήσει τη διαγραφή των ως άνω προσωπικών δεδομένων του από τη βάση δεδομένων μετά την πάροδο δεκαοκτώ (18) μηνών από τη λήξη ισχύος του σήματος ή την έκδοση τελεσιδίκου αποφάσεως διαγραφής αυτού.
Οι αποφάσεις των εξεταστών, της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων και των διοικητικών δικαστηρίων μπορούν να διατίθενται ηλεκτρονικά, ώστε να έχει το ευρύ κοινό δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές και ενημέρωσης για λόγους διαφάνειας και προβλεψιμότητας. Κάθε μέρος της διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε η απόφαση μπορεί να ζητήσει τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυχόν περιλαμβάνονται στην απόφαση.
Άρθρο 35
Τήρηση φακέλων
1. Η Διεύθυνση Σημάτων τηρεί τους φακέλους κάθε διαδικασίας που αφορά δήλωση ή καταχώριση σήματος.
2. Σε περίπτωση τήρησης των φακέλων υπό ηλεκτρονική μορφή, οι εν λόγω ηλεκτρονικοί φάκελοι ή τα εφεδρικά αντίγραφά τους τηρούνται επ’ αόριστον. Τα πρωτότυπα έγγραφα που κατατίθενται από τα μέρη της διαδικασίας και αποτελούν τη βάση των ηλεκτρονικών φακέλων παύουν να τηρούνται, αφού παρέλθει συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μετά την παραλαβή τους από τη Διεύθυνση Σημάτων, όπως αυτό εκάστοτε καθορίζεται με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Σημάτων και πολτοποιούνται.
3. Όταν και στο βαθμό που οι φάκελοι ή τμήματα των φακέλων τηρούνται υπό μη ηλεκτρονική μορφή, τα έγγραφα ή τα αποδεικτικά στοιχεία που συνιστούν τμήμα αυτών των φακέλων τηρούνται για μία πενταετία τουλάχιστον από τη λήξη του έτους κατά το οποίο η αίτηση απορρίφθηκε με απρόσβλητη απόφαση ή αποσύρθηκε, η καταχώριση του σήματος έληξε οριστικά, η ολική παραίτηση από το σήμα εγγράφηκε ή το σήμα διεγράφη πλήρως από το μητρώο σημάτων. Μετά την παρέλευση του ως άνω χρονικού διαστήματος, διατάσσεται με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Σημάτων , η πολτοποίηση αυτών. 4. Με την απόφαση του Προϊσταμένου, κατά τις παραγράφους 2 και 3, καθορίζονται και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ως άνω διαδικασίας.
Άρθρο 36
(Άρθρο 48 και 49 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Διάρκεια της καταχώρισης- Ανανέωση
1. Η καταχώριση του σήματος διαρκεί για μια δεκαετία που αρχίζει από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης και λήγει την αντίστοιχη ημερομηνία μετά την πάροδο των δέκα (10) ετών.
2. Η προστασία του σήματος μπορεί να παρατείνεται ανά δεκαετία με αίτηση του δικαιούχου και με την εμπρόθεσμη καταβολή του τέλους ανανέωσης. Η Διεύθυνση Σημάτων ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος σχετικά με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν από την επέλευσή της. Η Διεύθυνση δεν ευθύνεται εάν παραλείψει να προβεί σε αυτή την ενημέρωση.
3. Η καταβολή του τέλους ανανέωσης γίνεται μέσα στο τελευταίο εξάμηνο της προστασίας. Μπορεί να γίνει μέσα σε πρόσθετη προθεσμία έξι (6) μηνών μετά τη λήξη της καταχώρισης, υπό τον όρο της καταβολής του τέλους ανανέωσης αυξημένου κατά το ήμισυ. Εάν η αίτηση υποβληθεί ή τα τέλη καταβληθούν για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, η καταχώριση ανανεώνεται μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή τις συγκεκριμένες υπηρεσίες.
4. Η ανανέωση ισχύει από την επομένη της ημερομηνίας λήξης ισχύος της καταχώρισης και η ημερομηνία λήξης αυτής συμπίπτει με την ημερομηνία λήξης της καταχώρισης κατά την παράγραφο 1. Η ανανέωση εγγράφεται στο μητρώο.
5. Σε περίπτωση μη ανανέωσης, η ισχύς του σήματος παύει αυτοδικαίως.
6. Κάθε αμφισβήτηση σχετικά με την παράταση της προστασίας λύεται από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων με αίτηση του ενδιαφερόμενου.
Άρθρο 37
Επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση
1. Ο καταθέτης ή ο δικαιούχος σήματος ή οποιοσδήποτε διάδικος σε διαδικασία ενώπιον της Διεύθυνσης Σημάτων ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, ο οποίος, παρότι επέδειξε όλη την επιμέλεια που επιβάλλουν οι περιστάσεις, δεν μπόρεσε να τηρήσει μια προθεσμία έναντι της Διεύθυνσης Σημάτων ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων λόγω ανωτέρας βίας, τυχηρού ή άλλου σπουδαίου λόγου που εκφεύγει της ευθύνης του, μπορεί να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και την αποκατάσταση στα δικαιώματά του, εάν το κώλυμα είχε ως άμεση συνέπεια την απώλεια δικαιώματος ή ενδίκου βοηθήματος.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις προθεσμίες άσκησης ανακοπής, καθώς και στην προθεσμία διεκδίκησης προτεραιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 85.
3. Η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση υποβάλλεται κατά περίπτωση ενώπιον της Διεύθυνσης Σημάτων ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την παύση του κωλύματος και σε κάθε περίπτωση το αργότερο μέσα σε ένα (1) έτος από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε.
4. Η αίτηση υπόκειται στην καταβολή τέλους.
5. Ο αιτών που πέτυχε την αποκατάσταση των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, δεν μπορεί να τα επικαλεσθεί έναντι τρίτων που τυχόν απέκτησαν καλόπιστα δικαίωμα κατά το διάστημα που μεσολάβησε από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε μέχρι την έκδοση απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων για την επαναφορά.
6. Σε περίπτωση απώλειας της προθεσμίας ανανέωσης σήματος, η εξάμηνη περίοδος χάριτος, κατά τις διατάξεις της παράγραφος 3 του άρθρου 36, δεν προσμετράται στην προθεσμία του έτους κατά την παράγραφο 3.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 38
(Άρθρο 10 και 13 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Αξιώσεις επί προσβολής
1. Όποιος κατά παράβαση των άρθρων 7, 8 ή 10 χρησιμοποιεί, ή κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο προσβάλλει σήμα που ανήκει σε άλλον, μπορεί να εναχθεί για άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, καθώς και να υποχρεωθεί σε αποζημίωση.
2. Με την αξίωση για την άρση της προσβολής ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει μεταξύ άλλων: α) την απόσυρση από το εμπόριο ή την κατάσχεση των εμπορευμάτων που κρίθηκε ότι προσβάλλουν το δικαίωμα επί του σήματος και, εφόσον απαιτείται, των υλικών που κυρίως χρησίμευσαν στη δημιουργία ή κατασκευή των εν λόγω εμπορευμάτων, β) την αφαίρεση του προσβάλλοντος σημείου ή, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατόν, την οριστική απομάκρυνση των εμπορευμάτων που φέρουν το προσβάλλον σημείο από το εμπόριο και γ) την καταστροφή αυτών. Το δικαστήριο διατάσσει εκτέλεση των μέτρων αυτών με έξοδα του προσβάλλοντος το σήμα, εκτός αν συνηγορούν ειδικοί λόγοι για το αντίθετο.
3. Εφόσον το δικαστήριο καταδικάσει σε παράλειψη πράξης, απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) έως δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ υπέρ του δικαιούχου, καθώς και προσωπική κράτηση μέχρι ένα έτος. Το ίδιο ισχύει και όταν η καταδίκη γίνεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Κατά τα λοιπά ισχύει το άρθρο 947 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
4. Τα δικαιώματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 έχει ο δικαιούχος και κατά ενδιάμεσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτο για την προσβολή δικαιωμάτων.
5. Όποιος υπαιτίως προσβάλλει ξένο σήμα, υποχρεούται σε αποζημίωση και σε ικανοποίηση της ηθικής βλάβης.
6. Η αποζημίωση μπορεί να υπολογισθεί και με βάση το ποσό το οποίο θα είχε καταβάλει ο προσβάλλων για δικαιώματα ή λοιπές αμοιβές, αν είχε ζητήσει την άδεια χρήσης από τον δικαιούχο.
7. Το δικαστήριο κατά τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνει υπόψη του, μεταξύ άλλων, τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις, καθώς και την απώλεια κερδών που υφίσταται ο δικαιούχος και τα τυχόν οφέλη που αποκόμισε ο προσβάλλων το σήμα.
8. Αν δεν υπάρχει υπαιτιότητα του υπόχρεου, ο δικαιούχος μπορεί να αξιώσει είτε το ποσό, κατά το οποίο ο υπόχρεος ωφελήθηκε από την εκμετάλλευση του σήματος χωρίς τη συγκατάθεσή του, είτε την απόδοση του κέρδους που ο υπόχρεος αποκόμισε από την εκμετάλλευση αυτή.
9. Η αγωγή εγείρεται ενώπιον του αρμόδιου μονομελούς πρωτοδικείου, ανεξαρτήτως ποσού και δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία. Η αξίωση για αποζημίωση παραγράφεται μετά πενταετία από το τέλος του έτους κατά το οποίο έγινε το πρώτον η προσβολή. Επί διακοπής της παραγραφής, νέα παραγραφή αρχίζει από τη λήξη του έτους στο οποίο συνέπεσε το πέρας της διακοπής.
10. Οι αξιώσεις της παραγράφου 1 μπορεί να εισαχθούν και στο αρμόδιο πολυμελές πρωτοδικείο, εφόσον ασκούνται και άλλες αξιώσεις.
11. Προκειμένου για ταυτόσημο σήμα για ταυτόσημα προϊόντα ή υπηρεσίες, καθώς και για σήμα που διαφέρει ως προς τα στοιχεία που δεν μεταβάλλουν το διακριτικό του χαρακτήρα, για την πλήρη απόδειξη προσβολής αρκεί η προσκόμιση του πιστοποιητικού καταχώρισης του προσβαλλόμενου σήματος.
Άρθρο 39
(Άρθρο 6 και 8 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Αποδεικτικά στοιχεία – Δικαίωμα ενημέρωσης
1. Όταν κάποιος διάδικος έχει προσκομίσει ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και επαρκή προς στήριξη των ισχυρισμών του περί
προσβολής του σήματος, παράλληλα δε επικαλείται αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου, ο δικαστής, ύστερα από αίτηση του διαδίκου, μπορεί να διατάξει την προσκόμιση των αποδεικτικών αυτών στοιχείων από τον αντίδικο. Η ύπαρξη ικανής ποσότητας προϊόντων με το προσβάλλον σημείο θεωρείται βάσιμο αποδεικτικό στοιχείο.
2. Αν συντρέχει προσβολή του σήματος σε εμπορική κλίμακα, το δικαστήριο μπορεί επίσης, ύστερα από αίτηση διαδίκου, να διατάξει την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου.
3. Το δικαστήριο, σε κάθε περίπτωση κατ’ αίτηση του υπόχρεου προς παροχή πληροφοριών, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να διασφαλίσει την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.
4. Επί προσβολής σήματος, το δικαστήριο ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα του διαδίκου που υποβάλλεται με την αγωγή ή και αυτοτελώς στο πλαίσιο δίκης ασφαλιστικών μέτρων, μπορεί και πριν από την ορισμένη δικάσιμο, να διατάσσει την παροχή από τον αντίδικο πληροφοριών για την προέλευση και τα δίκτυα διανομής των εμπορευμάτων ή της παροχής των υπηρεσιών που προσβάλλουν το σήμα. Το ίδιο μπορεί να διατάσσεται και κατά οποιουδήποτε άλλου προσώπου, το οποίο: α) βρέθηκε να κατέχει παράνομα τα εμπορεύματα σε εμπορική κλίμακα, β) βρέθηκε να χρησιμοποιεί τις παράνομες υπηρεσίες σε εμπορική κλίμακα, γ) διαπιστώθηκε ότι παρείχε, σε εμπορική κλίμακα, υπηρεσίες χρησιμοποιούμενες για την προσβολή σήματος ή δ) ευλόγως υποδείχθηκε από πρόσωπο των τριών προηγούμενων περιπτώσεων ως ενεργά εμπλεκόμενο στην παραγωγή, κατασκευή, ή διανομή των εμπορευμάτων, ή στην παροχή των υπηρεσιών που παράγονται ή προσφέρονται σε εμπορική κλίμακα.
5. Οι πληροφορίες της παραγράφου 4 περιλαμβάνουν, εφόσον ενδείκνυται: α) τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις των παραγωγών, κατασκευαστών, διανομέων, προμηθευτών και λοιπών προηγούμενων κατόχων του προϊόντος ή της υπηρεσίας, καθώς και των παραληπτών χονδρεμπόρων και των εμπόρων λιανικής, β) πληροφορίες για τις ποσότητες που παρήχθησαν, κατασκευάστηκαν, παραδόθηκαν, παραλήφθηκαν ή παραγγέλθηκαν, καθώς και για το τίμημα που αφορά στα εν λόγω εμπορεύματα ή υπηρεσίες.
6. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρθρα 401 και 402 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δικαιούνται να αρνηθούν να παράσχουν τις αιτούμενες ως άνω πληροφορίες.
7. Οι παράγραφοι 4 και 5 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων, οι οποίες: α) παρέχουν στον δικαιούχο δικαιώματα πληρέστερης ενημέρωσης, β) διέπουν τη χρήση, στο πλαίσιο αστικής ή ποινικής διαδικασίας, των πληροφοριών που γνωστοποιούνται βάσει των παραγράφων 4 και 5, γ) διέπουν την ευθύνη για καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος ενημέρωσης ή δ) διέπουν την προστασία της εμπιστευτικότητας των πηγών πληροφοριών ή την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
8. Αν ο διάδικος κληθεί και αδικαιολόγητα δεν προσκομίσει τα αποδεικτικά στοιχεία κατά τις παραγράφους 1 και 2, οι αντίστοιχοι προς απόδειξη ισχυρισμοί του διαδίκου που ζήτησε την προσκόμιση ή την κοινοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων θεωρούνται ομολογημένοι. Όποιος αδικαιολόγητα παραβεί διαταγή του δικαστηρίου κατά τις παραγράφους 1 έως 3, καταδικάζεται, εκτός από τα δικαστικά έξοδα και σε χρηματική ποινή ύψους πενήντα χιλιάδων (50.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
9. Εφόσον ο υπόχρεος προς πληροφόρηση παράσχει ανακριβείς πληροφορίες από δόλο ή από βαρεία αμέλεια, ευθύνεται για τη ζημία που εκ του λόγου τούτου προξένησε.
10. Οι πληροφορίες που ελήφθησαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για την ποινική δίωξη του υπόχρεου προς πληροφόρηση.
Άρθρο 40
(Άρθρο 17 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία προσβολής σήματος
1. Ο δικαιούχος ενός σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση σημείου, παρά μόνον στον βαθμό που δεν είναι δυνατόν να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του, σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παρ. 1 και την παρ. 4 του άρθρου 50, κατά τον χρόνο που κατατίθεται η αγωγή για προσβολή. Μετά από αίτημα του εναγομένου, ο ενάγων, δικαιούχος του προγενέστερου σήματος, οφείλει να αποδείξει ότι κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που προηγήθηκε της ημερομηνίας κατάθεσης της αγωγής είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 7 για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκε και στα οποία βασίζεται η αγωγή, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής, το προγενέστερο σήμα ήταν καταχωρισμένο τουλάχιστον για πέντε (5) έτη.
2. Το αίτημα για απόδειξη ουσιαστικής χρήσης υποβάλλεται από τον εναγόμενο εγγράφως στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την κατάθεση της αγωγής. Στο αίτημα πρέπει να αναφέρονται με σαφήνεια τα σήματα και τα προϊόντα ή υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η απόδειξη χρήσης.
3. Εφόσον υποβληθεί αίτημα απόδειξης χρήσης, ο ενάγων προσκομίζει αποδεικτικό υλικό για την αιτούμενη χρήση με τις προτάσεις του. Οι διάδικοι με τις προσθήκες τους υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους.
4. Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε και επί των οποίων βασίσθηκε η αγωγή, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αγωγής, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή υπηρεσιών.
Άρθρο 41
(Άρθρο 14 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Δικαστικά έξοδα
Στις υποθέσεις του παρόντος νόμου τα εν γένει δικαστικά έξοδα και τέλη περιλαμβάνουν υποχρεωτικά και κάθε άλλη συναφή δαπάνη, όπως τα
έξοδα των μαρτύρων, τις αμοιβές των πληρεξούσιων δικηγόρων, τις αμοιβές των πραγματογνωμόνων και τεχνικών συμβούλων των διαδίκων και τις δαπάνες για την ανακάλυψη των προσβολέων, στις οποίες ευλόγως υποβλήθηκε ο νικήσας διάδικος. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 173 έως 193 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 42
(Άρθρο 9 και 11 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Ασφαλιστικά μέτρα
1. Όποιος έχει αξίωση για άρση και παράλειψη λόγω προσβολής του σήματος μπορεί να ζητήσει και τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων.
2. Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ζητήσει τη συντηρητική κατάσχεση ή την προσωρινή απόδοση των εμπορευμάτων με το προσβάλλον σημείο, προκειμένου να εμποδιστεί η είσοδος ή η κυκλοφορία τους στο δίκτυο εμπορικής διανομής.
3. Σε περίπτωση προσβολών που διαπράττονται σε εμπορική κλίμακα και εφόσον ο ζημιωθείς επικαλείται την ύπαρξη περιστάσεων που είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο την καταβολή της αποζημίωσης και προσκομίζει ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, ότι το σήμα του προσβάλλεται ή επίκειται προσβολή του, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να διατάσσει τη συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του καθού, καθώς και τη δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του. Για τον σκοπό αυτό ζητεί από τον προσβολέα την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων ή την προσήκουσα πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες με τον όρο ότι διασφαλίζεται η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.
4. Τα ασφαλιστικά μέτρα των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να διαταχθούν και χωρίς προηγούμενη ακρόαση του καθού, ιδίως όταν τυχόν καθυστέρηση θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο του σήματος.
5. Προκειμένου το αρμόδιο δικαστήριο να λάβει τα ανωτέρω μέτρα μπορεί να ζητήσει από τον αιτούντα να προσκομίσει κάθε ευλόγως διαθέσιμο αποδεικτικό στοιχείο για να σχηματίσει την πεποίθηση ότι το δικαίωμά του προσβάλλεται ή ότι επίκειται προσβολή του. Σε κάθε περίπτωση εφαρμόζονται εν προκειμένω οι παράγραφοι 4 έως 7 του άρθρου 43.
6. Η δήλωση καταθέσεως σήματος από το πρόσωπο, κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, δεν κωλύει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατ’ αυτού.
7. Αρμόδιο για τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων είναι το μονομελές πρωτοδικείο τόσο της περιφέρειας, στην οποία ευρίσκονται τα προϊόντα ή παρέχονται οι υπηρεσίες, όσο και της περιφέρειας που εδρεύει η επιχείρηση, της οποίας τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες φέρουν το προσβαλλόμενο σήμα.
8. Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ζητήσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά των ενδιαμέσων, οι υπηρεσίες των οποίων χρησιμοποιούνται από τρίτο για την προσβολή του σήματός του.
Άρθρο 43
(Άρθρο 7 και 9 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων
1. Εφόσον επαρκώς πιθανολογείται με ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία προσβολή ή επικείμενη προσβολή του σήματος και κάθε καθυστέρηση μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στο δικαιούχο του σήματος ή υπάρχει αποδεδειγμένος κίνδυνος καταστροφής των αποδεικτικών στοιχείων, το δικαστήριο μπορεί να διατάσσει ως ασφαλιστικό μέτρο τη συντηρητική κατάσχεση των παράνομων προϊόντων που κατέχονται από τον καθού και, εφόσον ενδείκνυται, των υλικών και των εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή ή/και τη διανομή των εμπορευμάτων αυτών καθώς και των σχετικών εγγράφων. Αντί για συντηρητική κατάσχεση το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναλυτική απογραφή των αντικειμένων αυτών, καθώς και τη φωτογράφισή τους, τη λήψη δειγμάτων των ανωτέρω προϊόντων, καθώς και σχετικών εγγράφων. Στις παραπάνω περιπτώσεις το δικαστήριο μπορεί να συζητήσει την αίτηση χωρίς να κλητεύσει εκείνον κατά του οποίου απευθύνεται προσωρινή διαταγή κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 691Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
2. Εφόσον τα μέτρα αυτά είναι πρόσφορα για να θεμελιώσει ο αιτών τις αξιώσεις, λόγω προσβολής του σήματος, το δικαστήριο διατάσσει τα ως άνω μέτρα διασφαλίζοντας την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.
3. Η αίτηση του δικαιούχου του σήματος δεν απαιτεί λεπτομερή προσδιορισμό των αποδεικτικών στοιχείων, αλλά αρκεί ο προσδιορισμός τους κατά κατηγορία.
4. Σε περίπτωση που ληφθούν τα ανωτέρω μέτρα χωρίς να ακουστεί ο καθού, τούτος λαμβάνει γνώση με κοινοποίηση το αργότερο μέχρι και την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την εκτέλεση της προσωρινής διαταγής, διαφορετικά οι διαδικαστικές πράξεις που συνιστούν αυτή καθίστανται άκυρες.
5. Το δικαστήριο μπορεί να διατάσσει τα ανωτέρω μέτρα υπό τον όρο να δοθεί εγγύηση από τον αιτούντα που καθορίζεται με την απόφασή του ή με την προσωρινή διαταγή, προκειμένου να διασφαλισθεί η αποκατάσταση της ζημίας που ενδέχεται να υποστεί ο καθού εξ αυτών των μέτρων.
6. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 το δικαστήριο τάσσει υποχρεωτικώς προθεσμία για την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες. Αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο.
7. Αν τα ανωτέρω ασφαλιστικά μέτρα ανακληθούν ή παύσουν να ισχύουν εξαιτίας οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων, ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος, το δικαστήριο μπορεί να καταδικάσει τον αιτούντα, ύστερα από αίτηση του καθού, να καταβάλει σε αυτόν πλήρη αποζημίωση για κάθε ζημία.
Άρθρο 44
(Άρθρο 3 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Αναλογικότητα
Οι ρυθμίσεις, οι κυρώσεις και τα μέτρα των άρθρων 38 έως 43 τελούν υπό την αρχή της αναλογικότητας.
Άρθρο 45
Ποινικές διατάξεις
1. Διώκεται κατ’ έγκληση και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων ευρώ: α) όποιος εν γνώσει χρησιμοποιεί σήμα κατά παράβαση των περιπτώσεων α’ ή β’ της παρ. 3 του άρθρου 7, β) όποιος χρησιμοποιεί σήμα φήμης, κατά παράβαση της περίπτωσης γ’ της παρ. 3 του άρθρου 7 με πρόθεση να εκμεταλλευτεί ή να βλάψει τη φήμη του, γ) όποιος εν γνώσει θέτει σε κυκλοφορία, κατέχει, εισάγει ή εξάγει προϊόντα που φέρουν αλλότριο σήμα ή προσφέρει υπηρεσίες με αλλότριο σήμα και δ) όποιος εν γνώσει τελεί μία από τις πράξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 7.
2. Αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημία που απειλήθηκε από της πράξεις της παραγράφου 1 είναι ιδιαίτερα μεγάλη και συντρέχει εκμετάλλευση σε εμπορική κλίμακα ή ο υπόχρεος τελεί της πράξεις αυτές κατ’ επάγγελμα, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή έξι χιλιάδων (6.000) έως τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνον επί προσβολής σήματος με ίδιο διακριτικό γνώρισμα και ταυτότητα ή ομοιότητα προϊόντων ή υπηρεσιών.
3. Όποιος χρησιμοποιεί τα σύμβολα και σημεία που αναφέρονται στην περίπτωση η’, θ’ και ιδ’ της παρ. 1 του άρθρου 4 διώκεται αυτεπαγγέλτως και τιμωρείται με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ.
Άρθρο 46
(Άρθρο 15 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Δημοσίευση αποφάσεων
1. Αποφάσεις αστικών δικαστηρίων ή τελεσίδικες αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων που αφορούν προσβολή σήματος μπορεί, ύστερα από αίτηση του ενάγοντος και με δαπάνες του προσβάλλοντος το σήμα, να διατάσσουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα για τη διάδοση των πληροφοριών σχετικά με την απόφαση, καθώς και την ανάρτηση της απόφασης, την πλήρη ή μερική δημοσίευσή της στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή στο διαδίκτυο ή σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το δικαστήριο αποφασίζει τον προσήκοντα τρόπο πληροφόρησης, τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας.
2. Η αξίωση αυτή αποσβέννυται αν τα μέτρα δημοσιοποίησης της απόφασης δεν εκτελεσθούν μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση της απόφασης.
Άρθρο 47
Δικαιοδοσία
Η Διεύθυνση Σημάτων, η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων και τα Διοικητικά Δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία για την αποδοχή ή μη των δηλώσεων σημάτων, για την ακυρότητα και την έκπτωση από καταχωρισμένο σήμα, καθώς και για κάθε διαφορά που ανακύπτει μεταξύ της Διεύθυνσης Σημάτων και των καταθετών ή δικαιούχων σήματος ή τρίτων κατά την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
Τα πολιτικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία για διαφορές σχετικές με την προσβολή σήματος.
Άρθρο 48
(Άρθρο 18 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Προστασία του δικαιούχου μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος σε διαδικασίες προσβολής
1. Στο πλαίσιο διαδικασίας προσβολής, ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, εφόσον το μεταγενέστερο καταχωρισμένο σήμα δεν θα κηρύσσετο άκυρο, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 53, ή 12, ή 54.
2. Στο πλαίσιο διαδικασίας προσβολής, ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ, εφόσον το εν λόγω μεταγενέστερο σήμα δεν θα κηρύσσετο άκυρο, κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1, 3 ή 4 του άρθρου 60, ή των παραγράφων 1 ή 2 του άρθρου 61, ή της παραγράφου 2 του άρθρου 66 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2017/1001. 3. Όταν ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος βάσει της παραγράφου 1 ή 2, ο δικαιούχος αυτού του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 στο πλαίσιο διαδικασίας προσβολής, μολονότι δεν είναι πλέον δυνατόν να γίνει επίκληση αυτού του προγενέστερου δικαιώματος κατά του μεταγενέστερου σήματος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ, ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ, ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ
Άρθρο 49
Παραίτηση από το δικαίωμα στο σήμα
1. Το δικαίωμα στο σήμα αποσβέννυται με δήλωση παραίτησης του δικαιούχου για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί.
2. Η παραίτηση δηλώνεται εγγράφως στη Διεύθυνση Σημάτων από τον δικαιούχο του σήματος. Παράγει αποτελέσματα μόνο μετά την εγγραφή της στο μητρώο σημάτων.
3. Σε περίπτωση παραχώρησης άδειας χρήσης του σήματος, η παραίτηση εγγράφεται στο μητρώο μόνον εάν ο δικαιούχος του σήματος αποδείξει ότι έχει γνωστοποιήσει στον αδειούχο την πρόθεσή του να παραιτηθεί από το σήμα.
Άρθρο 50
(Άρθρο 16 παρ. 1, 19, 20, 21, 45 και 47 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Έκπτωση από το δικαίωμα στο σήμα
1. Ο δικαιούχος εκπίπτει του δικαιώματός του ολικά ή μερικά:
α. εάν, μέσα σε χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών από την καταχώριση του σήματος, ο δικαιούχος δεν κάνει ουσιαστική χρήση αυτού για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, ή αν διακόψει τη χρήση του σήματος για πέντε (5) συνεχή έτη, ή β. εάν, συνεπεία της συμπεριφοράς ή αδράνειας του δικαιούχου, το σήμα έχει καταστεί κοινόχρηστο ή συνήθης εμπορική ονομασία του προϊόντος ή της υπηρεσίας για το οποίο έχει καταχωρισθεί, ή γ. εάν, λόγω της χρήσης του σήματος από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεση αυτού για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία τούτο έχει καταχωρισθεί, ενδέχεται να παραπλανηθεί το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών.
2. Αν ο λόγος έκπτωσης αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωρισθεί το εν λόγω σήμα, ο δικαιούχος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.
3. Σε περίπτωση αίτησης έκπτωσης για μη χρήση σήματος, το βάρος απόδειξης αντιστρέφεται και ο δικαιούχος αυτού πρέπει να αποδείξει χρήση του σήματός του.
4. Δεν επέρχεται έκπτωση του δικαιώματος:
α. εάν ο δικαιούχος του σήματος αποδείξει ότι η μη χρήση αυτού οφείλεται σε εύλογη αιτία, ή
β. εάν ο δικαιούχος του σήματος, στο διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της λήξης της πενταετίας μη χρήσης του και της υποβολής της αίτησης έκπτωσης, προέβη σε έναρξη ή επανάληψη της ουσιαστικής χρήσης του. Πάντως, η έναρξη ή επανάληψη της χρήσης μέσα σε περίοδο τριών (3) μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης έκπτωσης, η οποία δεν αρχίζει να τρέχει νωρίτερα από τη συμπλήρωση της συνεχούς πενταετίας μη χρήσης, δεν λαμβάνεται υπόψη, εάν οι προπαρασκευαστικές ενέργειες για την έναρξη ή την επανάληψη της χρήσης έλαβαν χώρα, αφού ο δικαιούχος έλαβε γνώση του γεγονότος ότι είναι πιθανή η υποβολή αίτησης έκπτωσης.
5. Η έκπτωση από το δικαίωμα στο σήμα επέρχεται όταν η σχετική απόφαση καταστεί τελεσίδικη. Το καταχωρισμένο σήμα θεωρείται ότι έχει παύσει να παράγει τα αποτελέσματα που προβλέπονται στον παρόντα νόμο, από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης έκπτωσης. Κατ’ αίτηση ενός διαδίκου, μπορεί να καθορισθεί στην ως άνω απόφαση προγενέστερη ημερομηνία, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή συνέτρεχε ένας από τους λόγους έκπτωσης.
6. Η τελεσίδικη απόφαση για την έκπτωση από το δικαίωμα στο σήμα, καθώς και η ημερομηνία έναρξης των αποτελεσμάτων αυτής, εγγράφεται στο μητρώο σημάτων και το σήμα διαγράφεται από αυτό.
Άρθρο 51
(Άρθρο 45 παρ. 4 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Κατάθεση και εξέταση της αίτησης έκπτωσης
1. Η αίτηση έκπτωσης κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων και εξετάζεται από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων. Η αίτηση μπορεί να αφορά μέρος ή το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τις οποίες έχει καταχωρισθεί το αμφισβητούμενο σήμα. Η Διεύθυνση Σημάτων χορηγεί άμεσα στον αιτούντα αριθμό πρωτοκόλλου της κατατεθείσας αίτησης και ημερομηνία συνεδρίασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων που θα την εξετάσει. Για την κοινοποίηση της αίτησης έκπτωσης στον δικαιούχο και για την άσκηση προσθέτων λόγων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του εδαφίου β’ της παρ. 1, καθώς και της παρ. 2 του άρθρου 27.
2. Αίτηση για έκπτωση μπορεί να υποβληθεί από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέα εκπροσώπησης των συμφερόντων κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, εφόσον μπορεί να ενάγει και να ενάγεται.
Άρθρο 52
(Άρθρο 7, 45 και 47 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Ακυρότητα σήματος
1. Το σήμα κηρύσσεται άκυρο και διαγράφεται εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 και 5.
2. Αν ο λόγος ακυρότητας αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, το σήμα κηρύσσεται άκυρο μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.
3. Το σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο εάν ο λόγος απαραδέκτου που προβλέπεται στα εδάφια β’, γ’ και δ’ της παρ. 1 του άρθρου 4 δεν υφίσταται κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ακυρότητας λόγω του ότι το σήμα απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσης του.
4. Την ακυρότητα σήματος για λόγους που ανάγονται στο άρθρο 4 μπορεί να ζητήσει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης των συμφερόντων κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, εφόσον μπορεί να ενάγει και να ενάγεται.
5. Την ακυρότητα σήματος για λόγους που ανάγονται στο άρθρο 5 μπορεί να ζητήσει ο δικαιούχος οποιουδήποτε προγενέστερου δικαιώματος περιλαμβάνεται στο άρθρο αυτό.
6. Μια αίτηση ακυρότητας μπορεί να στηρίζεται σε περισσότερα από ένα προγενέστερα δικαιώματα, αρκεί να ανήκουν όλα στον ίδιο δικαιούχο.
7. Η ακυρότητα του σήματος επέρχεται όταν η σχετική απόφαση καταστεί τελεσίδικη. Το σήμα που κηρύχθηκε άκυρο θεωρείται ότι ουδέποτε παρήγε αποτελέσματα.
8. Η τελεσίδικη απόφαση για την ακυρότητα σήματος εγγράφεται στο μητρώο σημάτων και το σήμα διαγράφεται από αυτό.
9. Για την υποβολή αίτησης ακυρότητας, την κοινοποίησή της, την εξέτασή της από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 51.
10. Δεν δικαιούται να ζητήσει την κήρυξη ακυρότητας σήματος για τους λόγους του άρθρου 5 εκείνος, ο οποίος τους είχε προβάλει κατά τη διαδικασία καταχώρισης αυτού, εφόσον αυτοί κρίθηκαν κατ’ αντιδικία με τον δικαιούχο του σήματος από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων ή τα διοικητικά δικαστήρια.
Άρθρο 53
(Άρθρο 8 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα ή φήμης προγενέστερου σήματος που εμποδίζει την κήρυξη ακυρότητας καταχωρισμένου σήματος
Η αίτηση για την κήρυξη ακυρότητας βάσει προγενέστερου εμπορικού σήματος δεν γίνεται δεκτή κατά την ημερομηνία της αίτησης ακυρότητας, εάν δεν θα γινόταν δεκτή κατά την ημερομηνία κατάθεσης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:
α) το προγενέστερο σήμα, που είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο σύμφωνα με τα εδάφια β’, γ’, ή δ’ της παρ. 1 του άρθρου 4, δεν είχε ακόμα αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4, ή
β) η αίτηση για την κήρυξη ακυρότητας βασίζεται στο εδάφιο β’ της παρ. 1 του άρθρου 5 και το προγενέστερο σήμα δεν είχε ακόμα αποκτήσει επαρκώς διακριτικό χαρακτήρα ώστε να υποστηριχθεί η περίπτωση πιθανότητας σύγχυσης, κατά την έννοια του β’ της παρ. 1 του άρθρου 5, ή
γ) η αίτηση για την κήρυξη ακυρότητας βασίζεται στο εδάφιο γ’ της παρ. 1 του άρθρου 5 και το προγενέστερο σήμα δεν είχε ακόμα αποκτήσει φήμη κατά την έννοια του εδαφίου γ’ της παρ. 1 του άρθρου 5.
Άρθρο 54
(Άρθρο 46 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία κήρυξης ακυρότητας
1. Μετά από αίτημα του δικαιούχου του σήματος του οποίου ζητείται η διαγραφή λόγω ακυρότητας, ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος που αιτείται τη διαγραφή οφείλει να αποδείξει ότι κατά τη διάρκεια των πέντε (5) ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης διαγραφής λόγω ακυρότητας, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία είχε καταχωρισθεί και τα οποία επικαλείται προς δικαιολόγηση της αίτησης διαγραφής, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση αυτού, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή το προγενέστερο σήμα ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο.
2. Εάν, κατά την ημερομηνία που κατατέθηκε η μεταγενέστερη δήλωση σήματος, ή κατά την ημερομηνία προτεραιότητας αυτής, το προγενέστερο σήμα, στο οποίο στηρίζεται η αίτηση ακυρότητας, ήταν καταχωρισμένο πέντε (5) έτη, ο δικαιούχος αυτού, επιπλέον της απόδειξης χρήσης βάσει της παραγράφου 1, οφείλει να αποδείξει ότι είχε γίνει ουσιαστική χρήση του σήματός του κατά τη διάρκεια των πέντε (5) ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατάθεσης της μεταγενέστερης δήλωσης, ή ότι υπήρχε εύλογη αιτία για τη μη χρήση.
3. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η αίτηση ακυρότητας απορρίπτεται.
4. Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αίτησης ακυρότητας, θεωρείται καταχωρισμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή των υπηρεσιών.
5. Όταν η αίτηση ακυρότητας βασίζεται σε προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ουσιαστική χρήση αυτού προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001.
6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 28 εφαρμόζεται αναλογικά.
Άρθρο 55
(Άρθρο 6 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Εκ των υστέρων διαπίστωση της ακυρότητα σήματος ή της έκπτωσης του δικαιούχου του σήματος από τα δικαιώματά του
Όταν, σε σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γίνεται επίκληση της αρχαιότητας εθνικού σήματος ή διεθνούς σήματος με ισχύ στην Ελλάδα, από το οποίο έχει προηγηθεί παραίτηση, ή το οποίο δεν έχει ανανεωθεί, η διαπίστωση της ακυρότητας ή της έκπτωσης από τα δικαιώματα επί του σήματος, το οποίο αποτελεί τη βάση για την επίκληση της αρχαιότητας, μπορεί να γίνει εκ των υστέρων, υπό τον όρο ότι η ακυρότητα ή η έκπτωση από τα δικαιώματα θα μπορούσε να είχε κηρυχθεί κατά τον χρόνο της παραίτησης από το σήμα ή της μη ανανέωσής του. Στην περίπτωση αυτή, η αρχαιότητα παύει να παράγει τα αποτελέσματά της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’
ΣΗΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ
Άρθρο 56
(Άρθρο 27, 28 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Σήματα Πιστοποίησης
1. Ως σήματα πιστοποίησης νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως σήματα πιστοποίησης κατά την κατάθεσή τους και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος, όσον αφορά το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, εξαιρέσει της γεωγραφικής προέλευσης, από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν έχουν την ανωτέρω πιστοποίηση.
2. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών, αρχών και φορέων δημοσίου δικαίου, μπορεί να υποβάλει αίτηση για σήματα πιστοποίησης υπό την προϋπόθεση ότι δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που περιλαμβάνει την παροχή του είδους των προϊόντων ή υπηρεσιών που πιστοποιούνται.
Άρθρο 57
Κανονισμός χρήσης του σήματος πιστοποίησης
1. Η δήλωση κατάθεσης σημάτων πιστοποίησης συνοδεύεται από κανονισμό χρήσης.
2. Ο κανονισμός χρήσης πρέπει να αναφέρει τα πρόσωπα που επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το σήμα, τα χαρακτηριστικά που πρέπει να πιστοποιεί το σήμα, τον τρόπο με τον οποίο ο φορέας πιστοποίησης εξετάζει τα χαρακτηριστικά αυτά και εποπτεύει τη χρήση του σήματος. Ο εν λόγω κανονισμός αναφέρει επίσης τους όρους χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων.
3. Τροποποιήσεις του ως άνω κανονισμού υποβάλλονται στη Διεύθυνση Σημάτων και εγγράφονται στο μητρώο, υπό την προϋπόθεση τήρησης των όρων της παραγράφου 2 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 58.
4. Η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης αρχίζει να ισχύει μόνον από την ημερομηνία εγγραφής της στο μητρώο.
Άρθρο 58
(Άρθρο 28 παρ. 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Απόρριψη της δήλωσης κατάθεσης
1. Εκτός από τους λόγους απόρριψης δήλωσης σήματος που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, η δήλωση κατάθεσης σήματος πιστοποίησης απορρίπτεται, όταν δεν πληρούνται οι όροι των άρθρων 56 και 57 ή όταν ο κανονισμός χρήσης αντιβαίνει στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.
2. Η δήλωση σήματος πιστοποίησης απορρίπτεται επίσης, εάν υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού όσον αφορά τον χαρακτήρα ή τη σημασία του σήματος, ιδίως εάν το σήμα μπορεί να εκληφθεί ως κάτι άλλο και όχι ως σήμα πιστοποίησης.
3. Η δήλωση σήματος πιστοποίησης δεν απορρίπτεται, αν ο καταθέτης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2.
Άρθρο 59
Το σήμα πιστοποίησης μεταβιβάζεται μόνο σε πρόσωπο που πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 56.
Άρθρο 60
Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκούν αγωγή για προσβολή
Μόνο ο δικαιούχος του σήματος πιστοποίησης δικαιούται να ασκεί τις αξιώσεις προσβολής σύμφωνα με τα άρθρα 38 επ.
Ο δικαιούχος σήματος πιστοποίησης νομιμοποιείται να ζητεί αποζημίωση και για λογαριασμό των προσώπων που δικαιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα.
Άρθρο 61
(Άρθρο 28 παρ. 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Λόγοι έκπτωσης
Εκτός από τους λόγους έκπτωσης του άρθρου 50, ο δικαιούχος σήματος πιστοποίησης κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, εφόσον συντρέχει μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) ο δικαιούχος δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθ. 56 παρ. 2,
β) ο δικαιούχος δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει τη χρήση του σήματος πιστοποίησης κατά τρόπο ασύμβατο με τους όρους του κανονισμού χρήσης, συμπεριλαμβανομένης οιασδήποτε τροποποίησής του που εγγράφηκε στο μητρώο,
γ) το σήμα πιστοποίησης χρησιμοποιήθηκε από τον δικαιούχο κατά τρόπο που είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα παραπλάνησης του κοινού κατά την έννοια της παραγράφου 2 άρθρου 58,
δ) η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος πιστοποίησης σημειώθηκε στο μητρώο κατά παράβαση της παραγράφου 3 του άρθρου
57, εκτός αν ο δικαιούχος του σήματος πιστοποίησης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 58.
Άρθρο 62
(Άρθρο 28 παρ. 3 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Λόγοι ακυρότητας
Εκτός από τους λόγους ακυρότητας που προβλέπει το άρθρο 52, ένα σήμα πιστοποίησης που έχει καταχωρισθεί κατά παράβαση του άρθρου
58, κηρύσσεται άκυρο, κατόπιν αίτησης προς τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων, εκτός αν ο δικαιούχος του σήματος πιστοποίησης, μετά από
τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 58.
Άρθρο 63
1. Για τα σήματα πιστοποίησης τηρείται ειδικό μητρώο, τα δε τέλη κατάθεσης και παράτασης της διάρκειας αυτών ορίζονται στο πενταπλάσιο των τελών που ισχύουν κάθε φορά για τα υπόλοιπα σήματα.
2. Η χρήση του σήματος πιστοποίησης γίνεται απαραίτητα με την ένδειξη «σήμα πιστοποίησης».
3. Στα σήματα πιστοποίησης ισχύουνε όλες οι διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον δεν αντίκεινται στο παρόν κεφάλαιο.
Άρθρο 64
(Άρθρο 27 και 28 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Συλλογικά Σήματα
1. Ως «συλλογικά σήματα» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεσή τους και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών του νομικού προσώπου που είναι δικαιούχος του σήματος από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων.
2. Δύνανται να καταθέτουν συλλογικά σήματα οι συνεταιρισμοί, οι οργανώσεις κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών ή εμπόρων, με νομική προσωπικότητα καθώς και φορείς δημοσίου δικαίου.
3. Κατά παρέκκλιση από την περίπτωση γ’ της παρ. 1 του άρθρου 4, συλλογικά σήματα μπορούν να συνίστανται από σημεία ή ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Αυτό το συλλογικό σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει σε τρίτους τη χρήση τέτοιων σημείων ή ενδείξεων στις εμπορικές συναλλαγές, εφόσον οι εν λόγω τρίτοι τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Το σήμα
αυτό δεν μπορεί ιδίως να αντιταχθεί έναντι τρίτου ο οποίος δικαιούται να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.
Άρθρο 65
(Άρθρο 30 και 33 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Κανονισμός χρήσης του συλλογικού σήματος
1. Ο καταθέτης συλλογικού σήματος υποβάλλει στη Διεύθυνση Σημάτων τον κανονισμό χρήσης του σήματος.
2. Ο κανονισμός χρήσης αναφέρει τουλάχιστον τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, τους όρους συμμετοχής στο νομικό πρόσωπο που είναι δικαιούχος, καθώς και τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων. Εφόσον το συλλογικό σήμα αποτελείται από γεωγραφική ένδειξη, ο εν λόγω κανονισμός επιτρέπει σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από τη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή να καθίσταται μέλος του νομικού προσώπου που είναι δικαιούχος του σήματος, εφόσον πληροί όλους τους άλλους όρους του κανονισμού.
3. Τροποποιήσεις του ως άνω κανονισμού υποβάλλονται στη Διεύθυνση Σημάτων και εγγράφονται στο μητρώο, υπό την προϋπόθεση τήρησης της παραγράφου 2 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 66.
4. Η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης αρχίζει να ισχύει μόνον από την ημερομηνία εγγραφής της στο μητρώο.
Άρθρο 66
(Άρθρο 31 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Απόρριψη της δήλωσης κατάθεσης
1. Εκτός από τους λόγους απόρριψης της δήλωσης κατάθεσης σήματος που προβλέπονται στο άρθρο 4, με εξαίρεση την παράγραφο 3 του άρθρου 64 σύμφωνα με την οποία συλλογικά σήματα μπορούν να συνίστανται σε σημεία ή ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο, για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών, και στο άρθρο 5, η δήλωση κατάθεσης συλλογικού σήματος απορρίπτεται όταν δεν συνάδει με τις διατάξεις των άρθρων 64 και 65, ή όταν ο κανονισμός χρήσης του εν λόγω συλλογικού σήματος αντίκειται στη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη.
2. Η δήλωση κατάθεσης συλλογικού σήματος απορρίπτεται επίσης όταν υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού, όσον αφορά τον χαρακτήρα ή τη σημασία του σήματος, ιδίως όταν το σήμα πιθανόν να εκληφθεί ως κάτι άλλο και όχι ως συλλογικό σήμα.
3. Η δήλωση δεν απορρίπτεται, εάν ο καταθέτης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του συλλογικού σήματος, πληροί τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2.
Άρθρο 67
(Άρθρο 34 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκούν αγωγή για προσβολή
1. Η άσκηση των αξιώσεων που απορρέουν από την καταχώριση του συλλογικού σήματος ανήκει, αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό ή στον κανονισμό χρήσης, στο δικαιούχο νομικό πρόσωπο.
2. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 17 ισχύουν για κάθε πρόσωπο που δικαιούται να χρησιμοποιεί συλλογικό σήμα.
3. Ο δικαιούχος συλλογικού σήματος δύναται να αξιώνει, για λογαριασμό των προσώπων που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν τα πρόσωπα αυτά λόγω της χρήσης του σήματος χωρίς σχετική άδεια.
Άρθρο 68
(Άρθρο 35 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Λόγοι έκπτωσης
Εκτός από τους λόγους έκπτωσης που προβλέπονται στο άρθρο 50, ο δικαιούχος συλλογικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, εάν:
α) δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει χρήση του σήματος η οποία δεν συμβιβάζεται με τους όρους χρήσης που προβλέπονται στον κανονισμό χρήσης, συμπεριλαμβανομένης οιασδήποτε τροποποίησής του που εγγράφηκε στο μητρώο,
β) ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε το σήμα από τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα παραπλάνησης του κοινού, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 66,
γ) η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος σημειώθηκε στο μητρώο κατά παράβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 65, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από νέα τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου.
Άρθρο 69
(Άρθρο 36 της Οδηγίας 2015/2436/ΕΕ) Λόγοι ακυρότητας
Εκτός από τους λόγους ακυρότητας που προβλέπονται στο άρθρο 52, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 , με εξαίρεση την περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 64, σύμφωνα με την οποία συλλογικά σήματα μπορούν να συνίστανται σε σημεία ή ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών, καθώς και σε συνδυασμό με το άρθρο 5, το συλλογικό σήμα κηρύσσεται άκυρο, εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση του άρθρου 64, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου αυτού.
Άρθρο 70
1. Για τα συλλογικά σήματα τηρείται ειδικό μητρώο, τα δε τέλη κατάθεσης και παράτασης της διάρκειας προστασίας αυτών ορίζονται στο πενταπλάσιο των τελών που ισχύουν κάθε φορά για τα υπόλοιπα σήματα.
2. Η χρήση του συλλογικού σήματος γίνεται αποκλειστικά με την ένδειξη «συλλογικό σήμα».
3. Στα συλλογικά σήματα ισχύουν όλες οι διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον δεν αντίκεινται στο παρόν κεφάλαιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’
ΔΙΕΘΝΗ ΣΗΜΑΤΑ
Άρθρο 71
Εφαρμοστέες διατάξεις
Εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν κεφάλαιο, ο παρών νόμος εφαρμόζεται και στις αιτήσεις διεθνούς καταχώρισης («διεθνείς αιτήσεις»), που έχουν κατατεθεί δυνάμει του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης που έχει κυρωθεί με τον ν. 2783/2000 (Α’ 1/7.1.2000) και οι οποίες βασίζονται σε δήλωση κατάθεσης εθνικού σήματος ή σε καταχωρισμένο εθνικό σήμα, καθώς και στην καταχώριση σημάτων στο Διεθνές Μητρώο που τηρείται από το Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας («διεθνής καταχώριση» και «Διεθνές Γραφείο» αντίστοιχα), η προστασία των οποίων επεκτείνεται και στην Ελληνική Επικράτεια.
ΜΕΡΟΣ Α’
Διεθνής καταχώριση βάσει δήλωσης κατάθεσης εθνικού σήματος ή βάσει καταχωρισμένου εθνικού σήματος
Άρθρο 72
Κατάθεση διεθνούς αιτήσεως
1. Για την κατάθεση διεθνούς αίτησης, δυνάμει του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, που βασίζεται σε δήλωση κατάθεσης εθνικού σήματος ή σε καταχωρισμένο εθνικό σήμα, πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:
α. ο καταθέτης έχει πραγματική και μόνιμη βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση ή κατοικία στην Ελλάδα ή είναι Έλληνας υπήκοος και
β. έχει κατατεθειμένο ή καταχωρισμένο σήμα στην Ελλάδα.
2. Η διεθνής αίτηση κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων.
Άρθρο 73
Τύπος και περιεχόμενο της διεθνούς αίτησης
1. Η διεθνής αίτηση κατατίθεται στη γαλλική ή αγγλική γλώσσα σε έντυπο που είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του Διεθνούς Γραφείου, υπογράφεται από τον καταθέτη ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και περιέχει τα απαραίτητα στοιχεία που αναφέρονται στον Κανόνα 9 του Εκτελεστικού Κανονισμού, ο οποίος υιοθετήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 10 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης .
2. Η διεθνής αίτηση κατατίθεται υποχρεωτικά και σε ηλεκτρονική μορφή και υπόκειται στην καταβολή του τέλους που προβλέπεται στην περίπτωση ιβ’ της παρ. 1 του άρθρου 87. Η αίτηση θεωρείται ότι δεν κατατέθηκε εφόσον δεν έχει καταβληθεί το τέλος.
3. Η διεθνής αίτηση λαμβάνει αριθμό πρωτοκόλλου και ημερομηνία παραλαβής και ελέγχεται από τη Διεύθυνση Σημάτων για την πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 72 .
4. Εφόσον οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 72 πληρούνται , η διεθνής αίτηση διαβιβάζεται στο Διεθνές Γραφείο μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την παραλαβή της και ως ημερομηνία διεθνούς καταχώρισης θεωρείται η ημερομηνία παραλαβής της από τη Διεύθυνση Σημάτων.
Άρθρο 74
Αίτηση εδαφικής επέκτασης μεταγενέστερη της διεθνούς καταχώρισης
Κάθε αίτηση εδαφικής επέκτασης που υποβάλλεται μετά τη διεθνή καταχώριση, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 τρις του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, κατατίθεται απευθείας στο Διεθνές Γραφείο.
Άρθρο 75
Πληρωμή τελών
Τα τέλη που οφείλονται στο Διεθνές Γραφείο, δυνάμει του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, καταβάλλονται απευθείας σε αυτό.
ΜΕΡΟΣ Β’
Επέκταση της προστασίας διεθνούς καταχώρισης στην Ελληνική Επικράτεια
Άρθρο 76
Αποτελέσματα της επέκτασης της προστασίας διεθνούς καταχώρισης στην Ελληνική Επικράτεια
Κάθε επέκταση της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως στην Ελληνική Επικράτεια παράγει, από της ημερομηνίας καταχωρίσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, ή της ημερομηνίας επέκτασης της προστασίας στην Ελληνική Επικράτεια, σύμφωνα με την παρ’αγραφο 2 του άρθρου 3 τρις του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, τα ίδια αποτελέσματα με μια δήλωση κατάθεσης εθνικού σήματος.
Εάν ουδεμία απόρριψη έχει κοινοποιηθεί δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 5 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης ή εάν η απόρριψη έχει ανακληθεί, η διεθνής καταχώριση ενός σήματος του οποίου η προστασία έχει επεκταθεί στην Ελληνική Επικράτεια , παράγει από την ημερομηνία που προβλέπεται στην παράγραφο 1, τα ίδια αποτελέσματα που παράγει η καταχώριση ενός εθνικού σήματος.
Άρθρο 77
Χρήση διεθνούς καταχώρισης
Για τους σκοπούς των άρθρων 28, 40, 50 και 54, η περίοδος των πέντε (5) ετών που αναφέρεται σε αυτά και αφορά την καταχώριση υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία η διεθνής καταχώριση δεν δύναται πλέον να αποτελέσει αντικείμενο απόρριψης ή ανακοπής.
Άρθρο 78
Διαδικασία προστασίας διεθνούς καταχώρισης στην Ελληνική Επικράτεια
1. Για την παροχή προστασίας διεθνούς καταχώρισης στην Ελληνική Επικράτεια, αρμόδια να αποφασίσει είναι η Διεύθυνση Σημάτων. Στην περίπτωση διεθνών καταχωρίσεων που αφορούν σήματα πιστοποίησης ή συλλογικά, ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποβάλλει κανονισμό χρήσης του σήματος σύμφωνα με τα άρθρα 57 ή 65 αντίστοιχα, απευθείας στη Διεύθυνση Σημάτων, εντός διμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία το Διεθνές Γραφείο κοινοποιεί τη διεθνή καταχώριση.
2. Η διεθνής καταχώριση εγγράφεται στο μητρώο διεθνών σημάτων, έντυπο ή ηλεκτρονικό, που τηρεί η Διεύθυνση Σημάτων. Στο μητρώο αυτό εγγράφονται κατά περίπτωση οι αποφάσεις του εξεταστή, της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι αποφάσεις που κάνουν δεκτό ή απορρίπτουν το σήμα αναρτώνται στον διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή. Πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία των διεθνών καταχωρίσεων τηρούνται αποκλειστικά στο Διεθνές Μητρώο. Σε περίπτωση αντίθεσης αυτού με το μητρώο διεθνών σημάτων της Διεύθυνσης Σημάτων, υπερισχύει το Διεθνές Μητρώο.
3. Εάν η ανωτέρω αίτηση διεθνούς καταχώρισης γίνει δεκτή από τον εξεταστή και δεν έχει ασκηθεί ανακοπή κατ’ αυτής, η Διεύθυνση Σημάτων κοινοποιεί στο Διεθνές Γραφείο, πριν τη λήξη της προθεσμίας των δεκαοκτώ (18) μηνών που προβλέπεται στην περίπτωση β’_και γ’ της παρ. 2 του άρθρου 5 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, στοιχεία της απόφασης που κάνει δεκτή την αίτηση, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Κανόνα 18 τρις του Εκτελεστικού Κανονισμού του Πρωτοκόλλου.
4. Εάν κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης που δέχεται τη διεθνή καταχώριση, η ως άνω προθεσμία των δεκαοκτώ (18) μηνών επίκειται να λήξει, χωρίς να έχει παρέλθει η προθεσμία της ανακοπής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου, η Διεύθυνση Σημάτων κοινοποιεί στο Διεθνές Γραφείο στοιχεία της απόφασης που κάνει δεκτή την αίτηση, ενημερώνοντας συγχρόνως αυτό για την έναρξη και λήξη της προθεσμίας ανακοπής, σύμφωνα με τον Κανόνα 16 του Εκτελεστικού Κανονισμού του Πρωτοκόλλου.
5. Αν ασκηθεί ανακοπή κατά της απόφασης του εξεταστή που δέχεται τη διεθνή καταχώριση, η Διεύθυνση Σημάτων κοινοποιεί στοιχεία της ανακοπής ως προσωρινή άρνηση στο Διεθνές Γραφείο, σύμφωνα με τις περιπτώσεις β’ και γ’ της παρ. 2 του άρθρου 5 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης και τον Κανόνα 17 του Εκτελεστικού Κανονισμού του Πρωτοκόλλου. Στην περίπτωση αυτή, δεν εφαρμόζεται το εδάφιο β’ της παρ. 1 του άρθρου 27 του παρόντος νόμου.
6. Αν η διεθνής καταχώριση δεν μπορεί να γίνει δεκτή στην Ελληνική Επικράτεια για έναν ή περισσότερους λόγους των άρθρων 4 και 5 του παρόντος νόμου, εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του άρθρου 24 και η Διεύθυνση Σημάτων κοινοποιεί, εντός της ως άνω προθεσμίας των δεκαοκτώ (18) μηνών, προσωρινή άρνηση στο Διεθνές Γραφείο, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του Κανόνα 17 του Εκτελεστικού Κανονισμού του Πρωτοκόλλου. Στην περίπτωση αυτή, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 προθεσμία ορίζεται σε τρεις (3) μήνες και αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της προσωρινής άρνησης στο Διεθνές Γραφείο.
7. Κάθε άλλη κοινοποίηση προς το Διεθνές Γραφείο που αφορά την περαιτέρω εξέλιξη των ως άνω διαδικασιών, μπορεί να γίνει και μετά την παρέλευση της προθεσμίας των δεκαοκτώ (18) μηνών, σύμφωνα με τη διάταξη του Κανόνα 18 τρις του Εκτελεστικού Κανονισμού του Πρωτοκόλλου.
Άρθρο 79
Προσφυγή- Ανακοπή – Κοινοποιήσεις
1. Στις διαδικασίες προσφυγής και ανακοπής ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, ο δικαιούχος διεθνούς καταχώρισης, πρέπει να ορίσει πληρεξούσιο και αντίκλητο δικηγόρο εγκατεστημένο στην Ελληνική Επικράτεια, στον οποίο γίνονται και όλες οι κοινοποιήσεις. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο εξεταστής καλέσει τον καταθέτη να υποβάλει τις παρατηρήσεις του κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του παρόντος.
Αν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης δεν εκπροσωπηθεί στις διαδικασίες της παραγράφου 1 από πληρεξούσιο δικηγόρο, δεν τεκμαίρεται ομολογία και η υπόθεση εξετάζεται ως να ήταν παρών.
2. Η προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης του εξεταστή ασκείται ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων μέσα σε προθεσμία ενενήντα (90) ημερών που αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της οριστικής άρνησης στο Διεθνές Γραφείο από τη Διεύθυνση Σημάτων. Η προσφυγή κατά της ως άνω απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων ασκείται ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων από τον δικαιούχο της διεθνούς καταχώρισης μέσα σε προθεσμία ενενήντα (90) ημερών που αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της απόφασης σε αυτόν.
3. Η προσφυγή κατά της απόφασης επί ανακοπής που απορρίπτει τη διεθνή καταχώριση ασκείται εντός ενενήντα (90) ημερών. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης έχει ορίσει πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο στην Ελλάδα, η προθεσμία αυτή αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της απόφασης σε αυτόν από τη Διεύθυνση Σημάτων με κάθε πρόσφορο μέσον, ιδίως με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με τηλεομοιοτυπία. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης δεν έχει ορίσει πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο στην Ελλάδα, η προθεσμία αυτή αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της απόφασης αυτής στο Διεθνές Γραφείο.
Άρθρο 80
Αντικατάσταση εθνικού σήματος από διεθνή καταχώριση
Σε περίπτωση αντικατάστασης εθνικού σήματος από διεθνή καταχώριση με ισχύ στην Ελλάδα, τα ουσιαστικά δικαιώματα που απορρέουν από αυτή ανατρέχουν στο χρόνο καταχώρισης του εθνικού σήματος.
Άρθρο 81
Διαδικασία διαγραφής διεθνούς καταχώρισης
1. Το δικαίωμα που παρέχει η διεθνής καταχώριση αποσβέννυται με απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων ή των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων για τους λόγους που προβλέπονται στα άρθρα 50 και 52 του παρόντος. Όταν η απόφαση καταστεί τελεσίδικη, η Διεύθυνση Σημάτων ενημερώνει το Διεθνές Γραφείο με κοινοποίηση, στην οποία αναφέρεται το όνομα του δικαιούχου, ο αριθμός της διεθνούς καταχώρισης, η δικαστική αρχή και η διαδικασία απώλειας του δικαιώματος, η τελεσιδικία της απόφασης, η έναρξη ισχύος της και τα καλυπτόμενα προϊόντα ή υπηρεσίες κατά τον Κανόνα 19 του Εκτελεστικού Κανονισμού.
2. Το δικόγραφο της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας κατά διεθνούς σήματος κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος στον διεθνή καταθέτη ή τον αντιπρόσωπό του, όπως εμφαίνεται στο Διεθνές Μητρώο, με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένης της τηλεομοιοτυπίας και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εξήντα (60) ημέρες πριν από τη συζήτηση, μεταφρασμένο από το Υπουργείο Εξωτερικών ή από δικηγόρο στην αγγλική ή γαλλική γλώσσα. Εάν έχει ορισθεί πληρεξούσιος δικηγόρος ή αντίκλητος στη Ελλάδα, η κοινοποίηση γίνεται υποχρεωτικά μόνο σε αυτόν, με δικαστικό επιμελητή, χωρίς να απαιτείται μετάφραση. Το αυτό ισχύει και για κοινοποίηση κλήτευσης ένορκης βεβαίωσης ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου, σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 30. Αν δεν έχει οριστεί πληρεξούσιος δικηγόρος ή αντίκλητος, η κοινοποίηση της κλήσης γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο συνοδευόμενη από μετάφραση στην αγγλική ή γαλλική γλώσσα εντός της ίδιας προθεσμίας. Πρόσθετοι λόγοι κοινοποιούνται σαράντα πέντε (45) ημέρες πριν από την συζήτηση με τον ίδιο τρόπο που ασκείται η αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας κατά διεθνούς καταχώρισης.
Άρθρο 82
Διαδικασία μετατροπής διεθνούς καταχώρισης σε εθνικό σήμα
1. Αν είτε η βασική αίτηση είτε η βασική καταχώριση, στην οποία στηρίζεται διεθνής καταχώριση με επέκταση προστασίας στην Ελλάδα, παύσει να ισχύει στη χώρα προέλευσης μέσα σε μία πενταετία από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης, ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης δικαιούται, μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που ενεγράφη η παύση ισχύος της στο Διεθνές Μητρώο, να ζητήσει τη μετατροπή της σε εθνικό σήμα.
2. Η διάταξη της παραγράφου 1 εφαρμόζεται και εάν η παύση ισχύος επέλθει μετά την πάροδο της ως άνω πενταετούς προθεσμίας, με την προϋπόθεση ότι το ένδικο βοήθημα υποβλήθηκε στη χώρα προέλευσης μέσα στην πενταετία.
3. Σε περίπτωση μετατροπής διεθνούς καταχώρισης σε εθνικό σήμα, ο καταθέτης υποβάλλει δήλωση μετατροπής στη Διεύθυνση Σημάτων που συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά της παραγράφου 1 των άρθρων 21 και 22 του παρόντος, καθώς και από βεβαίωση του Διεθνούς Γραφείου, από την οποία να προκύπτουν η ημερομηνία διαγραφής του από το διεθνές μητρώο. Η δήλωση αυτή καταχωρείται στο οικείο μητρώο σημάτων εφαρμοζομένων αναλογικά των άρθρων 21 και 22. Η μορφή και το περιεχόμενο της δήλωσης μετατροπής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.
4. Το σήμα εκ μετατροπής καταχωρίζεται χωρίς προέλεγχο, εφόσον έχει παρέλθει η προθεσμία των περιπτώσεων β’ και γ’ της παρ. 2 του άρθρου 5 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης και δεν έχει ασκηθεί ένδικο βοήθημα. Εάν η εν λόγω προθεσμία δεν έχει παρέλθει ή εάν έχει ήδη κοινοποιηθεί προσωρινή απόρριψη, η δήλωση μετατροπής εξετάζεται από τη Διεύθυνση Σημάτων, εφαρμοζομένων αναλογικά των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 21, των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 22 και του άρθρου 24 του παρόντος. Οι λοιπές διατάξεις του παρόντος νόμου για τα εθνικά σήματα εφαρμόζονται και στις εκ μετατροπής διεθνείς καταχωρίσεις. Αν η αίτηση για αρχική ή επιγενόμενη επέκταση προστασίας της διεθνούς καταχώρισης στην Ελλάδα εκκρεμεί ενώπιον της Διεύθυνσης Σημάτων ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, η σχετική διαδικασία παύει με απόφαση αυτών αντίστοιχα.
5. Μετά την υποβολή της αίτησης μετατροπής η διεθνής καταχώριση διαγράφεται με πράξη της Διεύθυνσης Σημάτων από το μητρώο διεθνών σημάτων.
6. Η προστασία του εθνικού σήματος που προέρχεται από μετατροπή διεθνούς καταχώρισης διαρκεί για μια δεκαετία, που αρχίζει είτε από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης είτε, σε περίπτωση επιγενόμενης επέκτασης διεθνούς καταχώρισης στην Ελλάδα, από την ημερομηνία εγγραφής στο Διεθνές Μητρώο της αίτησης επέκτασης για την προστασία της διεθνούς καταχώρισης στην Ελλάδα. Για την ανανέωση του ως άνω σήματος κρίσιμη είναι η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης μετατροπής στη Διεύθυνση Σημάτων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’
ΣΗΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Άρθρο 83
Προστασία
1. Η προστασία που παρέχεται στο σήμα της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης δεν μπορεί να υστερεί από την προστασία που παρέχεται στο εθνικό σήμα εφόσον δεν ορίζεται άλλως στον Κανονισμό για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Σε περίπτωση που στηρίχθηκε η αρχαιότητα σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε προγενέστερο καταχωρισμένο εθνικό σήμα και ο δικαιούχος του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραιτηθεί του προγενέστερου αυτού δικαιώματος ή το αφήσει να αποσβεσθεί, θεωρείται ότι εξακολουθεί να απολαύει των ιδίων εκείνων δικαιωμάτων που θα είχε αν το προγενέστερο εθνικό σήμα είχε εξακολουθήσει να είναι καταχωρισμένο.
Άρθρο 84
Μετατροπή σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε εθνικό
1. Σε περίπτωση μετατροπής αίτησης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε δήλωση εθνικού σήματος, ο καταθέτης υποβάλλει δήλωση μετατροπής στη Διεύθυνση Σημάτων που συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά της παραγράφου 1 του άρθρου 21 και των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 22, καθώς και από μετάφραση της αίτησης μετατροπής προς το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) στην ελληνική γλώσσα, από πρόσωπο ή Αρχή που έχει το δικαίωμα μετάφρασης σύμφωνα με το νόμο.
2. Η προθεσμία υποβολής των ανωτέρω δικαιολογητικών είναι δύο (2) μήνες και αρχίζει από την ειδοποίηση του καταθέτη ή του δικαιούχου του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του πληρεξουσίου του δικηγόρου στην Ελλάδα που τυχόν αναφέρεται στην αίτηση μετατροπής, από τη Διεύθυνση Σημάτων με έγγραφο επί αποδείξει παραλαβής.
3. Η μορφή και το περιεχόμενο της δήλωσης μετατροπής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης. Η δήλωση αυτή καταχωρείται στο οικείο μητρώο σημάτων, εφαρμοζομένων αναλογικά των άρθρων 21 και 22 και εξετάζεται από τη Διεύθυνση Σημάτων εφαρμοζομένων αναλογικά των διατάξεων περί εθνικών σημάτων.
4. Η προστασία σήματος που προέρχεται από μετατροπή δήλωσης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από μετατροπή σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε δήλωση εθνικού σήματος ανατρέχει στην ημερομηνία κατάθεσης του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στην ημερομηνία προτεραιότητας της δήλωσης ή του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενδεχομένως στην ημερομηνία αρχαιότητας εθνικού σήματος που μπορεί να έχει διεκδικηθεί.
5. Για την ανανέωση του ως άνω σήματος κρίσιμη είναι η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης μετατροπής στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι’
ΣΗΜΑΤΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΤΑΘΕΤΩΝ
Άρθρο 85
Προστασία
1. Οι δικαιούχοι σημάτων που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση εκτός της Ελλάδας, προστατεύονται κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Σε περίπτωση που διεκδικείται προτεραιότητα σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση των Παρισίων (1883) (ν. 213/1975), αντίγραφο της δήλωσης σήματος στην αλλοδαπή στην οποία στηρίζεται η διεκδίκηση προτεραιότητας κατατίθεται εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης σήματος στην ημεδαπή.
3. Για την προστασία στην Ελλάδα απαιτείται, επιπλέον, κατάθεση σύμφωνη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Η προθεσμία προσφυγής των αλλοδαπών καταθετών ή δικαιούχων σημάτων κατά των αποφάσεων της Διεύθυνσης Σημάτων ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων παρατείνεται κατά τριάντα (30) ημέρες. Η παράταση αυτή ισχύει και για τις προθεσμίες που τίθενται σε αυτούς, σύμφωνα με τα άρθρα 21 παρ. 3, 22 παρ. 2, 23 παρ. 7, 24 παρ. 2, 28 παρ. 2 και 54 παρ. 6.
5. Τα ξενόγλωσσα έγγραφα που προσκομίζονται κατά την κατάθεση σήματος πρέπει να συνοδεύονται και με ελληνική μετάφραση που έχει γίνει από πρόσωπο ή Αρχή που έχει το δικαίωμα μετάφρασης σύμφωνα με το νόμο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IA’
ΕΙΔΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 86
Δημοσιεύσεις
Οι δημοσιεύσεις, που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο, γίνονται στον διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Άρθρο 87
Τέλη
1. Τα υπέρ του Δημοσίου τέλη για τα σήματα καθορίζονται ως ακολούθως:
α. Κατάθεση σήματος 150€
β. Κατάθεση σήματος που υποβάλλεται ηλεκτρονικά 120€
γ. Για κάθε επιπλέον κλάση 20 €
δ. Κατάθεση σήματος από μετατροπή σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνούς καταχώρισης ή από διαίρεση 150€
ε. Για κάθε επιπλέον κλάση 20 € στ. Παράταση προστασίας σήματος 130€
ζ. Παράταση προστασίας σήματος που υποβάλλεται ηλεκτρονικά 100€
η. Για κάθε επιπλέον κλάση 20 €
θ. Μεταβίβαση σήματος 90€
ι. Παραχώρηση άδειας χρήσης 90€
ια. Εγγραφή εμπραγμάτων δικαιωμάτων 40 €
ιβ. Έλεγχος και διαβίβαση διεθνούς αίτησης 15€
ιγ. Αντικατάσταση εθνικού σήματος από διεθνή καταχώριση 110 €
ιδ. Κατάθεση ενδίκων μέσων, παρεμβάσεων και αιτήσεων ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων 70 €
ιε. Παράβολο συζήτησης ένδικων μέσων, παρεμβάσεων και αιτήσεων, ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων 40 €
ιστ. Επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση 110 €
ιζ. Έκδοση αντιγράφου σήματος 1 €
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας και Ανάπτυξης, μπορεί να αναπροσαρμόζονται εκάστοτε τα υπέρ του Δημοσίου τέλη, που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο.
Άρθρο 88
Εξουσιοδοτική διάταξη
1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης καθορίζονται: α) ο αριθμός των τμημάτων της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, β) τα κριτήρια επιλογής και τα προσόντα των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Σημάτων που εκτελούν χρέη εξεταστή, γ) ο ορισμός των μελών των τμημάτων της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, καθώς και των αναπληρωτών της, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρο 30.
2. Με όμοια απόφαση καθορίζονται: α) οι όροι τήρησης του ηλεκτρονικού μητρώου σημάτων, το οποίο μετά την ολοκλήρωσή του θα αντικαταστήσει το έντυπο μητρώο σημάτων,β) ο τρόπος κατάθεσης των νέων μορφών σημάτων και γ) κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
Άρθρο 89
Καταργούμενες και μεταβατικές διατάξεις
1. Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πλην του άρθρου 30 η ισχύς του οποίου αρχίζει ένα (1) χρόνο μετά τη δημοσίευση του νόμου.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 121 έως 183 του ν. 4072/2012, των άρθρων 14 έως 33 του ν. 4155/2013, πλην του άρθρου 145 του ν.4072/2012 και του άρθρου 23 του ν. 4155/2013, τα οποία παραμένουν σε ισχύ μέχρι την έναρξη ισχύος του άρθρου 30 κατά τα οριζόμενα στην ως άνω παράγραφο, οπότε και καταργούνται αυτοδικαίως.
3. Σήματα που δεν έχουν γίνει τελεσιδίκως δεκτά κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κρίνονται ως προς τις προϋποθέσεις παραδεκτού, σύμφωνα με το δίκαιο που ίσχυε κατά τον χρόνο κατάθεσής τους.
4. Εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υποθέσεις ενώπιον της Διεύθυνσης Σημάτων, της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, των διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων διέπονται από τις διατάξεις του προϊσχύοντος νόμου.
5. Ως προς την αφετηρία και τη διάρκεια των προθεσμιών, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο κατά τον οποίο συντελέστηκε το γεγονός που τις κίνησε.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Ο παρών ιστοχώρος και όλα τα κείμενα και δεδομένα που εμπεριέχονται σε αυτόν, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά των νομοθετικών και διοικητικών κειμένων (Νόμοι, Διατάγματα, Υπουργικές Αποφάσεις, ΠΟΛ., Διοικητικές Πράξεις και Λύσεις κ.α.), των νομολογιακών κειμένων (Δικαστικές Αποφάσεις κ.α.), των περιλήψεων αυτών και της τήρησής τους σε βάση δεδομένων, των συσχετίσεων μεταξύ τους και των ειδικών εργαλείων αναζήτησης, αποτελούν αντικείμενο ειδικής επεξεργασίας και πνευματικής δημιουργίας και προστατεύονται από την νομοθεσία περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων και δη από τους νόμους 2121/1993, 2557/1997, 2819/2000, τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (ν. 100/1975), τη Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης (ν. 2054/1992) και τις Οδηγίες 91/100/ΕΟΚ, 92/100/ΕΟΚ, 93/83/ΕΟΚ, 93/98/ΕΟΚ ΚΑΙ 96/9/ΕΟΚ.
Η ιδιοκτησία επ’ αυτών αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ: Η αναδημοσίευση και η με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγή, εξ’ ολοκλήρου, τμηματικά ή περιληπτικά, των οιωνδήποτε κειμένων ή δεδομένων περιλαμβάνονται στον παρόντα ιστοχώρο, χωρίς την έγγραφη άδεια της δικαιούχου εταιρείας.