Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος
Ορκωτός Ελεγκτής – Λογιστής
1) «Ορολογία» της Εποχής.
«Scrittura Doppia» (= Διπλογραφική μέθοδος), «Να Δόσει» (Χρέωση). «Να λάβει» (Πίστωση) [Σημ.: Η λέξη «νταραβέρι» είναι σύνθετη και προέρχεται από τις ιταλικές λέξεις «dare» που σημαίνει «δούναι» (πίστωση) και «avere» που σημαίνει «λαβείν» (χρέωση)], «μπιλάντς(ι)ο» (=Ισολογισμός ), «Τζορνάλε Ή Γορνάλε» (= ημερολόγιο), «μαέστρο» (=Καθολικό) και «fattura» (= τιμολόγιο ).
2) Οι Λογαριασμοί («Λογιστικό Σχέδιο») της Εποχής (6).
α) «Λογαριασμοί ίδιοι του Οσπιτίου (επιχείρησης)», μεταξύ άλλων «καπιτάλια» (Δηλ. λογ. 40.00), «μισθοί γραμματικών και δουλευτάδων» (Δηλ. λογ. 60.00 & 60.01) και «κάσα μετρητών» (Δηλ. λογ. 38.00).
β) «Πραγματειαις απούληταις» (Δηλ. λογ. Ομάδας 2)
γ) «Φίλοι με τους οποίους ανταποκρινόμαθε» (Δηλ. λογ. Ομάδας 3 και 5)
3) Τηρούμενα βιβλία [«Βιβλίο μαγαζιού», «Βιβλίο Ζυγόμετρον», «Βιβλίο Κόπια Φατούραις», «Βιβλίο Πρόχειρον», «Γιορνάλε» και «μαέστρο»]. (6)
4) Λογιστικές Εγγραφές (6).
α) «Χρέωση»
β) «Πίστωση»
5) Υπόδειγμα Τιμολογίου (φαττούρα) της Εποχής (6).
[μεταξύ των εξόδων που χρεώνονται: κουμέρκη (= έμμεσος φόρος που επιβαλλόταν στη διακίνηση των εμπορευμάτων (εισαγωγές, εξαγωγές και πωλήσεις)), και χαμαλιάτικα]
[«Ο συγγραφέας υπογράφει με τα αρχικά Ι.Τ. Υποθέτω ότι πρόκειται για τον μεγαλέμπορο Ιωάννη Ταμπίσκο, που ήταν διευθυντής και υπεύθυνος της αλληλογραφίας της εταιρείας «Ανδρουλάκης – Ταμπίσκος και Pontini», στην Τεργέστη αυτά τα χρόνια». (1)]
6) Αντιδράσεις κατά των βιβλίων που διδάσκουν την τήρηση των «Λογαριασμών».
α) «Είπε μοι, τέλος πάντως, και ένας αγελαδοβοσκός, νυν δε πραγματευτής χρηματίσας (όταν έκαμα το βιβλίον με τους λογαριασμούς, ήγουν το Χειραγωγός εις τας της πραγματείας) «με τα βιβλία όπου κάνεις εσύ μας προξενείς ζημίαν. διότι μανθανούσιν οι απλοί τους λογαριασμούς, και δεν ημπορώ εγώ να πωλήσω τας πραγματείας μου καθώς θέλω». Τούτο το βάρβαρον πρόβλημα του αγελαδοβοσκού, αφήνω να το κρίνουσιν οι νουνεχείς» (Θωμάς Δημητρίου τοϋ Σιατιστέως ) (1)
β) «Οι αντιστάσεις στις εκσυγχρονιστικές προσπάθειες στο εμπορικό επάγγελμα αναπτύσσονται σε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας, συμπλέκονται με αδράνειες και παραδοσιακές νοοτροπίες και εκφράζονται με αφελείς προκαταλήψεις κατά του εμπορίου και ηθικολογίες: «Το αλά μόδα αλισιβερήσι τέτοιον είναι, η δόπια – σκριττούρα εις αυτόν τον βαθμόν έφερε την πραγματείαν όπου ο άνθρωπος κάμνωντας ζημίαν να γίνεται πλούσιος» γράφει ανάμεσα σε άλλα παρόμοια το Απάνθισμα της Χριστιανικής πίστεως, Κωνσταντινούπολη, Πατριαρχικό τυπογραφείο, 1803 σ. 182 (1)
7) Τα πρώτα «εμπορικά εγχειρίδια» [ όλων των κατηγοριών ] διδασκαλίας στην Ελληνική Γλώσσα ( από 1568 έως 1821 ).
1494 μ.X.: Το έτος ορόσημο στην Ιστορία της Λογιστικής.
Η ιστορία της λογιστικής σχετίζεται άμεσα με τη ανάπτυξη του εμπορίου και την συσσώρευση κεφαλαίων, τα οποία χρειάζεται να παρακολουθούνται. Οι καινοτόμοι Ιταλοί της Αναγέννησης (14ος-16ος αιώνας) είναι ευρύτατα αναγνωρισμένοι ως οι πατέρες της σύγχρονης λογιστικής. «Επειδή δεν υπάρχει γραπτό κείμενο (πριν) θεωρείται ότι αρχίζει η ιστορία της διγραφίας και της λογιστικής οργανώσεως το 1494 μ.X., με τη δημοσίευση του πρώτου έργου από τον φραγκισκανό μοναχό Luka de Borgo Paciolo ( Σημ.: από πολλούς αποκαλείται «Ο πατέρας της Λογιστικής») και με τον τίτλο «Summa de arithmetica, Geometrica, Proportioni e Proportionalita» σε ιδιαίτερο κεφάλαιο «Particularis de Comptytis et Scripturis», αναλύει τον τρόπο λειτουργείας της διγραφίας, όπου επιχείρησε και διέκρινε τους λογαριασμούς σε τάξεις στο γενικό καθολικό. Mετά από αυτό το πρώτο γραπτό μνημειώδες έργο του Paciolo, (Σημ.: Ήταν ένα από τα πρώτα βιβλία που τυπώνονται , είχε μεγάλη επιτυχία και μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες) ακολούθησαν και πολλές άλλες δημοσιεύσεις από ειδήμονες (κυρίως από μαθηματικούς, γιατί αυτοί ασχολήθηκαν με το θέμα) εκείνης της εποχής, με θέμα τη διγραφία ή διγραφική ή διπλογραφική μέθοδο…..
Εμπορικά εγχειρίδια στην Ελληνική Γλώσσα
«Η απογραφή των εμπορικών εγχειριδίων, των βιβλίων που τυπώθηκαν για να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά από τους Έλληνες εμπόρους, δείχνει ότι όλα κυκλοφόρησαν από το τέλος του 18ου αιώνα και ύστερα. Βέβαια και νωρίτερα πραγματευτές και έμποροι υπήρχαν και αλληλογραφούσαν, λογάριαζαν, κρατούσαν τα κατάστιχα τους : έμποροι και γραμματικοί, που είχαν μαθητεύσει σε ειδικούς δασκάλους, όπως στον Χάνδακα (Ηράκλειο) της Κρήτης, στα μέσα του 16ου αιώνα, όπου βρίσκουμε δασκάλους του λογαριασμού και του λογιστικού βιβλίου να αναλαμβάνουν να διδάξουν ιδιωτικά σε μαθητές φράγκικα εμπορικά γράμματα τον άμπακο (αριθμητική) του εμπορίου, τη διπλογραφική μέθοδο των εμπορικών καταστίχων, τη συμπλήρωση των φορτωτικών και των άλλων εμπορικών βιβλίων (*). [ (*) Από τις συμβάσεις μαθητείας σταχυολογώ: Ο Ευδόκιμος Χορτάτζης, διδάσκαλος του λογαριασμού και του καδέρνου (= λογιστικού βιβλίου) στον Χάνδακα της Κρήτης, 3 Οκτωβρίου 1551, αναλαμβάνει να διδάξει σε μαθητή: «να γράφη φράγγικα γράμματα μαρκαντέζικα (= εμπορικά) και να διαβάζει και τα πιτάκια όπου επιάση και τον άμπακον της πραγματείας σοφιτζιέντε (= ικανοποιητικά) και το καδέρνο της σπετζηαλιτάς (= ειδικό) ντόπιο (=διπλογραφικά ) με το τζορνάλε (=ημερολόγιο) να τα μπαλαντζάδι (=ισοζυγεί ) και ρεπορτάδι (=μεταφέρει) εις λίμπρο καινούργιο », …]
Κι ακόμη υπήρχαν πραγματευτές και έμποροι, παραγιοί και γραμματικοί που κρατούσαν τα βιβλία τους με τα εφόδια της πρακτικής αριθμητικής του Γλυζούνη (1568) και μια «προφορική» παιδεία «αλληλοδιδακτική», βοηθούμενη από την εμπειρία της καθημερινής πράξης και τα ξενόγλωσσα εμπορικά εγχειρίδια….» (1)
Ο Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης (1) κατατάσσει τα βιβλία που τυπώθηκαν για τους εμπόρους ή και για τους εμπόρους στις εξής κατηγορίες:
α) Αριθμητική, λογαριαστική, άμπακος, εμπορική αριθμητική, β) Πίνακες ισοτιμιών, γ) Εμπορική Επιστολογραφία, δ) Καταστιχογραφία, ε) Εμπορική Νομοθεσία, στ) Γεωγραφία και ιστορία.» .
8) Τα πρώτα εγχειρίδια Καταστιχογραφίας / Λογιστικής.
Η εξέλιξη της Λογιστικής συμβαδίζει με την ανάπτυξη του Εμπορίου και το αυτό συνέβη και στο ευρύτερα Ελλαδικό χώρο. Σημειώνεται ότι η Λογιστική/Καταστιχογραφία την περίοδο εκείνη αποτελούσε ένα τμήμα αυτού που ονομάζαμε «Εμπορικές Σπουδές». «Καταστιχογραφία καλείτο η τέχνη της εγγραφής (καταχώρησης) των διαφόρων οικονομικών πράξεων του επιχειρηματία στα κατάστιχα ( εμπορικά βιβλία ) του και αποτελεί μεταφορά στα ελληνικά του γαλλικού όρου tenue des livres. Ο όρος αυτός άρχισε να αντικαθίσταται με τον όρο Λογιστική στις αρχές του αιώνα μας (σημ.: εννοεί τον 20ο αιώνα) …. », (2)
«Οι Έλληνες έμποροι κρατούσαν τα κατάστιχα τους απλογραφικά ή διπλογραφικά. Καταστιχογραφία είχαν μάθει κοντά σε ειδικούς δασκάλους—και αργότερα σε σχολεία— ή ήταν αυτοδίδακτοι και είχαν κερδίσει την εμπειρία τους χρησιμοποιώντας τα ξενόγλωσσα εγχειρίδια η μαθητεύοντας κοντά σε άλλους Έλληνες και ξένους εμπόρους. Ή εμπειρία αυτή κερδιζόταν κάτω από την πίεση της ανάγκης να τηρούνται τα εμπορικά βιβλία σύμφωνα με τους νόμους της πολιτείας στην οποία εμπορεύονταν, αφού έπρεπε να κρατούν κατάστιχα και αρχείο για να μπορούν να παρουσιάζονται στα αρμόδια δικαστήρια αν χρειαζόταν……… Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι όλες οι ελληνικές παροικίες, για παρόμοιους λόγους, μισθοσυντηρούσαν γραμματισμένους, – που πολλές φορές ήταν δάσκαλοι ή λόγιοι- για τις γραμματείες των κοινοτήτων τους. Αντίστοιχα επαρκείς ήταν οι επιδόσεις των κατζηλιέρηδων – γραμματικών των κοινοτήτων της Ανατολής με τις φορολογικές και άλλες οικονομικές δοσοληψίες όπως και των μοναστηριών, που παραδοσιακά κρατούσαν κατάστιχα και αλληλογραφία…..
Η ανάπτυξη του εμπορίου από τα μέσα τού 18ου αιώνα, ή εξέλιξη τού πραγματευτή ή μεσαίου έμπορου σε μεγαλέμπορο, με «διεθνείς» συνεργασίες και ανταποκρίσεις, επέβαλαν την οργάνωση των λογιστηρίων των εμπόρων και την εγκατάλειψη τού απλογραφικού συστήματος στην καταστιχογραφία.….
Ο Κωνσταντίνος Τζεχάνης, μοσχοπολίτης, εκδίδει στη Χάλη το 1769 «Εγχειρίδιον αριθμητικόν ήτοι σύντομος, εύκολος και ακριβής του ορθού λογαριασμού ερμηνεία, εις κοινήν ωφέλειαν των αρχαρίων και εξαιρέτως εκείνων οι οποίοι μέλλουσιν είς του Καίσαρος τον τόπον να πραγματευτούν». Στην αριθμητική του Τζεχάνη, το τελευταίο από τα τέσσερα κεφάλαια της, επιγράφεται: «Περί της λεγομένης Ιταλικής Πράξεως, και περί του πως χρειάζεται συντόμως τα χέρια των Παράδων, των Πιτακίων και μαργιασίων, να γένουν γρόσια και φλορίντζια» …..
Ή γενίκευση της χρήσης διπλογραφικού συστήματος (scrittura doppia) είχε έρθει και τα δύο εγχειρίδια πού τυπώνονται, στην Τεργέστη το 1793 και στη Βιέννη το 1794, έρχονται να διδάξουν στους νεότερους ή μαθητευόμενους έμπορους αυτό το σύστημα. Η πολλαπλότητα των εγγραφών έδινε στον έμπορο τη δυνατότητα να ελέγχει το κέρδος ή τη ζημιά τής επιχείρησης του, τις δοσοληψίες με τους ανταποκριτές του, την ποιότητα των συνεργατών του, την κίνηση των διαφόρων εμπορευμάτων.
Η καταστιχογραφία πού εκδόθηκε στην Τεργέστη το 1793 έχει τίτλο: « Εμπορική οδηγία ήτοι ακριβής και σαφεστάτη διδασκαλία να κράτη τινάς τα κατάστιχα εις παρτίδαις διπλαίς. Κοινώς τήν σκριτούρα ντόπια. Και να κάμνη με εύκολίαν κάθε μπιλάντζιο, κατά τήν μέθοδον των Ολλανδέζων». Στο εξώφυλλο Έχουν τυπωθεί οι στίχοι: «Αμαθής έμπορος πλουτών ανόρθωτα ολισθαίνει, / Η πείρα δε, και η προκοπή άσυλος πλούτος μένει». ….. Το βιβλίο με τη δοκιμασμένη, από τη διδασκαλία των Γραμματικών, μέθοδο των ερωταποκρίσεων, δίνει τους ορισμούς των καταστίχων, που πρέπει να κρατά ένας έμπορος, με παραδείγματα και αξιοποιώντας το μεγάλο σχήμα του βιβλίου καταστρώνει τα παραδείγματα έτσι, που οι σελίδες του να θυμίζουν πραγματικό εμπορικό κατάστιχο…..
Συγκροτημένη με περισσότερες φιλοδοξίες άλλα με τον ίδιο περίπου τρόπο διάταξης τής ύλης είναι «Η Σκριττούρα δόππια ήτοι ή τάξις των πραγματευτάδικων κατάστιχων » . Συντεθεϊσα εις την άπλην ημών διάλεκτον παρά τον Θωμά Δημητρίου τοϋ Σιατιστέως (*), πού τυπώθηκε στή Βιέννη το 1794……..
[(*) Έμπορος και λόγιος, από τη Σιάτιστα της δυτικής μακεδονίας έδρασε στη Βιέννη, όπου είχε ιδρύσει εμπορική επιχείρηση. Η παραμονή του στην αυστριακή πρωτεύουσα τοποθετείται στο χρονικό διάστημα από το 1779 έως το 1810 τουλάχιστον. H συγγραφική του παραγωγή απαρτίζεται από τρία έργα. Στα 1779 εξέδωσε στη Βιέννη την Ιταλική Γραμματική αποτελούμενη από δύο τμήματα, το ετυμολογικό και το συντακτικό. Το συγκεκριμένο σύγγραμμα θα γνωρίσει και δεύτερη έκδοση στα 1810. Θα ακολουθήσει το Χειραγωγός Έμπειρος εις τας Πραγματείας (1793), ένα βιβλίο αριθμητικού περιεχομένου προοριζόμενο ως χρήσιμο βοήθημα για τους Έλληνες εμπόρους εκείνης της περιόδου. Σε αυτό περιλαμβάνονταν πρακτικά προβλήματα λογαριασμών, καθώς και οι βασικές μονάδες μέτρησης που χρησιμοποιούνταν στις εμπορικές συναλλαγές σε ολόκληρο σχεδόν τον ευρωπαϊκό χώρο. Το επόμενο έργο του με τίτλο Σκριττούρα Δόππια (Scritura Doppia), κυκλοφόρησε στα 1794 και αναφερόταν στο διπλογραφικό λογιστικό σύστημα που εφαρμοζόταν στην τήρηση των εμπορικών βιβλίων. (5) ]
Ως το 1821 δεν θα κυκλοφορήσει άλλη καταστιχογραφία στα ελληνικά. Αλλά το 1803 ο Νικόλαος Αναστασίου, έμπορος από τα Γιάννενα και πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Βενετίας εκείνο το χρόνο, τυπώνει ιταλικά στο τυπογραφείο Γλυκή, με έξοδα του, τον πρώτο τόμο του βιβλίου « La scrittura doppia ridotta scienza»….
Στο διδακτικό εγχειρίδιο, «Διδασκαλία της εμπορικής επιστήμης» (Ιάσι 1817), υπάρχει και παράρτημα «περί των εμπορικών καταστίχων». Επίσης στην «Εμπορική εγκυκλοπαίδεια» του Ν. Παπαδόπουλου (Βενετία 1815-1817), προβλεπόταν και κεφάλαια «περί καταστιχογραφίας», στους τόμους που δεν εκδόθηκαν…..
Ο Αθανάσιος Ψαλίδας το 1815 αναγράφει ανάμεσα στα διδασκόμενα εγκύκλια μαθήματα της Καπλανείου Σχολής στα Γιάννενα: « αρχή και πρόοδος του εμπορίου και άπαν το εμπορικόν σύστημα». Υπάρχουν χειρόγραφα τα απλά μαθήματα του Ψαλίδα με τίτλο «Θεωρίαι γενικαί του εμπορίου» διαρθρωμένα σε 39 παραγράφους και συμπληρωμένα με παραδείγματα εγγραφών στα βιβλία και συμπλήρωσης διαφόρων εγγράφων…..» (1)
«Από τα μελετημένα εμπορικά αρχεία του 18ου αιώνα δεν προκύπτει ότι οι Έλληνες έμποροι χρησιμοποιούσαν συστηματικά το διπλογραφικό σύστημα: δεν είναι βέβαιο, όπως έδειξε ο Β. Κρεμμυδάς, ότι θα βρίσκουμε πάντοτε το μαέστρο (Καθολικό) σε αρχεία αυτής της εποχής, και άλλωστε το μαέστρο δεν αποτελεί από μόνο του ασφαλή ένδειξη ότι χρησιμοποιείται το διπλογραφικό σύστημα. Στο αρχείο ενός σημαντικού εμπόρου των αρχών του 19ου αιώνα, του μιχαήλ Ιατρού (βρίσκεται στο ΚΝΕ/ΕΙΕ), βρίσκουμε συστηματικά αυτό που αποτελούσε το κυριότερο στοιχείο του απλογραφικού λογιστικού συστήματος, τους προσωπικούς δηλαδή λογαριασμούς όλων των συναλλασσομένων με τον έμπορο, και φυσικά τα βιβλία αντιγράφων των επιστολών. Ας τονιστεί με την ευκαιρία αυτή ότι, ανεξαρτήτως λογιστικού συστήματος, δεν υπάρχει εμπορική επιχείρηση χωρίς κάποιας μορφής βιβλία και “χαρτιά”, έστω κι αν είναι μόνον απλά, πρόχειρα τεφτέρια. Εμπορική επιχείρηση σημαίνει πιστωτικές σχέσεις, έστω και αν αυτές βασίζονται στον προσωπικό λόγο, και κανένας έμπορος δεν μπορεί να θυμάται απέξω σε ποιους χρωστά και ποιοι του χρωστούν. Οι ατομικοί λογαριασμοί και τα βιβλία αντιγράφων επιστολών είναι τα παλαιότερα και πιο συνηθισμένα στοιχεία κάθε εμπορικού αρχείου. …..Η πρακτική του ετήσιου ισολογισμού δεν συνηθιζόταν στις παλαιότερες επιχειρήσεις. Από αρκετά παραδείγματα, και από τη μελέτη της μαρίας Χριστίνας Χατζηιωάννου για τον οίκο Γερούση, ξέρουμε ότι ο ισολογισμός (“μπιλάντσο”) γινόταν μόνον όταν συνέβαιναν μείζονες αλλαγές, όταν π.χ. αποχωρούσε ή πέθαινε κάποιος εταίρος. Οι ισολογισμοί αυτοί είχαν περισσότερο χαρακτήρα απογραφής της συνολικής περιουσιακής κατάστασης της επιχείρησης· συχνά συμπεριλάμβαναν μάλιστα ολόκληρη την οικογενειακή περιουσία, χωρίς διάκριση ανάμεσα στα κεφάλαια της επιχείρησης και την ατομική περιουσία των εμπόρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα εμπορικά εγχειρίδια της εποχής εκείνης (τέλος 18ου-αρχές 19ου αιώνα) δεν προβάλλουν πάντοτε ως αναγκαία τη σύνταξη ετήσιου ισολογισμού. ….» (3)
9) Εμπορική αριθμητική : Το « Γλυζούνι ή Γλυτζούνι» ( Ελληνισμός της Διασποράς, 1568 μ.Χ.)
«Το 1568 τυπώθηκε στη Βενετία ένα λαϊκό βιβλίο πρακτικής αριθμητικής με τίτλο: «Βιβλίον πρόχειρον τοις πάσι περιέχον την τε πρακτικήν αριθμητικήν ή μάλλον ειπείν την λογαριαστικήν και περί του πώς να ευρίσκει έκαστος το Άγιον Πάσχα και τέλειον Πασχάλιον και περί ευρέσεως σελήνης εν ποία ημέρα γίνεται η γέννα αυτής». Συγγραφέας του βιβλίου αυτού είναι ο Εμμανουήλ Γλυζώνιος. Είναι το δεύτερο ελληνικό βιβλίο αριθμητικής που τυπώθηκε μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας και για 250 χρόνια ήταν το πιο γνωστό και το πιο διαδεδομένο λαϊκό βιβλίο αριθμητικής. Η πλατιά διάδοσή του και η μεγάλη ζήτησή του στο διάστημα αυτό είχαν σαν αποτέλεσμα να επανεκδοθεί 10 φορές! Οι επανεκδόσεις του, που έγιναν τα έτη 1724, 1750, 1765 (2 εκδόσεις), 1779, 1783 (2 εκδόσεις), 1804, 1805, και 1818, πραγματοποιήθηκαν όλες σε διάφορα τυπογραφεία της Βενετίας.
Ο λαός του έδωσε τον τίτλο Γλυζούνι ή Γλυτζούνι από το όνομα του συγγραφέα και με τον τίτλο αυτό καθιερώθηκε και έγινε ευρύτερα γνωστό. Ο Εμμανουήλ Γλυζώνιος ή Γλυτζούνης γεννήθηκε στη Χίο το 1540. Εκεί διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα και αργότερα πήγε στην Ιταλία, όπου συμπλήρωσε τις σπουδές του. Πολύ νέος εγκαταστάθηκε στη Βενετία, στην πόλη με τη μεγάλη τυπογραφική δραστηριότητα. Αρχικά εργάστηκε ως διορθωτής στα εκεί ελληνικά τυπογραφεία και αργότερα ασχολήθηκε με τις εκδόσεις και το εμπόριο. Η αγάπη του για τα γράμματα και τα βιβλία και η σχέση του με το εμπόριο βοήθησαν σʼ αυτό και τον ώθησαν να γράψει και να εκδώσει τη λογαριαστική του. Το βιβλίο γραμμένο σε απλή γλώσσα της εποχής του απευθυνόταν σʼ αυτούς που ασχολούνταν ή ήθελαν να ασχοληθούν με το εμπόριο (οι περισσότεροι Έλληνες της διασποράς είχαν εμπορικές δραστηριότητες)» (4)
10) Εμπορικό Δίκαιο
«Οι Έλληνες έμποροι, ανάλογα με το κρατικό πλαίσιο στο οποίο ασκούσαν το επάγγελμα τους, ήταν υποχρεωμένοι να γνωρίζουν μια ή περισσότερες νομοθεσίες για το εμπόριο. Η απόκτηση των γνώσεων αυτών γινόταν, όπως και για άλλους τομείς του επαγγέλματος του, κυρίως εμπειρικά…… «Επειδή οι οθωμανικοί κώδικες δεν εκτείνονταν εις την εμπορικήν νομοθεσίαν, συμβαίνει το παράλογον εκείνο, να γίνηται ο αυτός και κριτής και νομοθέτης […] καταντά την απόδειξιν εις δυο μάρτυρας και αποφασίζει ό,τι θέλει…..Οι Έλληνες υπήκοοι των ευρωπαϊκών κρατών ακολουθούσαν το εμπορικό δίκαιο εκείνων. …» (1)
11) Οι « Πίνακες ισοτιμιών»
«Οι ανάγκες οι γενικότερες των συναλλαγών, αλλά και οι ειδικές ανάγκες των εμπόρων να βρίσκουν πρόχειρες τις λύσεις στους λογαριασμούς τους, οδήγησαν στην έκδοση των μικρών βιβλίων-πινάκων, τα οποία με δυο κυρίως μορφές («Ταρίφα με ταις πόσταις» και «Ζυγόμετρον»), κυκλοφόρησαν από το 17ο ως το τέλος του 19ου αιώνα σε πολλές εκδόσεις…. » (1)
12) Η « Επιστολογραφία»
«Ενώ για τους άλλους τύπους των επιστολών υπήρχαν χειρόγραφα και έντυπα υποδείγματα, για τις εμπορικές επιστολές μόνο το 1757 ο Σπυρίδων μίλιας, στο Επιστολάριόν του που τύπωσε στη Βενετία, περιέλαβε υποδείγματα επιστολών (και τύπους πόλιτζας, συναλλαγματικής) αλλά και θεωρητικούς κανόνες για τη γραφή τους. …. » (1)
13) Γεωγραφία και ιστορία
«Περισσότερο οι γεωγραφικές και λιγότερο οι ιστορικές γνώσεις είναι απαραίτητες για την άσκηση του εμπορίου: πορτολάνοι, γεωγραφικά εγχειρίδια και χάρτες, γεωγραφικά λεξικά και δρομοδείκτες, που τυπώθηκαν από τους Έλληνες, εξυπηρέτησαν τους εμπόρους. Στην «Εμπορική εγκυκλοπαίδεια», του Ν. Παπαδόπουλου υπάρχει γεωγραφικό λεξικό με πολλές πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση κάθε τόπου, οι οποίες θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες στους εμπορευόμενους.….» (1)
14) «Ορολογία» και Ελληνική Γλώσσα
«Εξετάζοντας συνολικά τα βιβλία που τυπώθηκαν για τους εμπόρους στην περίοδο της Βενετοκρατίας – Τουρκοκρατίας, αλλά και τους τρόπους και τις διαδικασίες που οι Έλληνες αποκτούν τις εμπορικές γνώσεις, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η διαφοροποίηση, που πραγματοποιείται στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, χαρακτηρίζεται από τη συνειδητοποίηση της ανάγκης να αποκτήσει η ελληνική εμπορική τάξη βιβλία στη γλώσσα της, που είναι απαραίτητα για την άσκηση του εμπορίου. Η προσπάθεια κινείται και από πρακτικές αλλά και από ιδεολογικές ανάγκες. Συναντά τις αντιστάσεις που προβάλλουν όσοι, με την αντίληψη του παραδοσιακού πραγματευτή, επιμένουν σε μια αυτοσχεδιαστική άσκηση του εμπορίου και αρνούνται κάθε ουσιαστική προσπάθεια εκσυγχρονισμού και προσαρμογής στον ευρωπαϊκό ορθολογισμό.» (1)
«Σχετικό είναι και το θέμα που συζητιέται, όλα αυτά τα χρόνια: η γλώσσα και η εμπορική ορολογία. Η πρακτική που ακολουθήθηκε στο θέμα αυτό, ως τα μέσα του 18ου αιώνα, περιγράφεται και δικαιολογείται από τον Σπ. μίλια στο «Επιστολάριο» του (1757): «Περιπλέον εις τας επιστολάς της πραγματείας δεν πρέπει τινάς να δισχεραίνη, όταν βλέπη τον γράφοντα όπου μεταχειρίζεται λέξεις άλλης διαλέκτου και μάλιστα ιταλικαίς, ωσάν ορδινείαν, μάρκαν, νόταν, κομπιάλε, τζίρο λέτερας, κομμέρτζιο και άλλα όμοια, διότι ο πραγματευτής έχει χρέος να γράφη με εκείνους τους όρους όπου είναι πλέον κοινοί και όπου καταλαμβάνονται από όλους. Όταν είς ημάς ήτον η βασιλεία, όλα τα άλλα έθνη έζησαν να ομιλούν εις τας υποθέσεις της πραγματείας με εκείναις ταις λέξες όπου ήτον διωρισμέναις δια να φανερώσουν τα πράγματα […]». Παρόμοια «ρεαλιστική» θέση υποστηρίζεται και στην «Εμπορική οδηγία» (Τεργέστη 1973) : «όσοι εκ του ημετέρου Γένους πραγματεύονται με Αλλογενείς καταλαμβάνουν από συνήθειαν ευκολότερα την λέξιν storno, cambiale, direzione, και τα εξής, παρά την ισοδύναμον ελληνικήν λέξιν : περιτροπήν, κολλυβιστικόν σχεδάριον, διανομή ή επιστασία. Το πταίσιμον δεν είναι ούτε της Ελληνικής γλώσσης, ούτε των πραγματεύτών, Είναι μόνον έργο της συνήθειας». (1)
«Η «Σκριττούρα δόππια» (Βιέννη 1794), κρατά την ξένη ορολογία, αλλά στο τέλος του βιβλίου τυπώνει «Λεξικόν δια τας παρά της πραγματείας συνηθισμένας ετερογλώσσους λέξεις». Η «Διδασκαλία της εμπορικής επιστήμης» (Ιάσι 1817) υποστήριξε στο θέμα της εμπορικής ορολογίας την κατεύθυνση του εξελληνισμού: «Διευκολυνθείς δε παρά τίνων φιλελλήνων εμπόρων, οίτινες ήδη πρό ολίγων χρόνων εξελλήνισαν πολλάς τοιαύτας λέξεις και δια της βοήθειας των ενταύθα πεπαιδευμένων ανδρών εξεγραίκισα τινάς […]. Επειδή τωόντι αισχύνη ήθελεν είναι να έχη χρείαν ή πλουσιωτάτη ελληνική διάλεκτος να δανείζηται λέξεις από τιαύτας αλλοτρίους διαλέκτους, αι οποίαι επλουτίσθησαν εκ της ελληνικής […]»
Αυτές οι συζητήσεις και οι προσπάθειες είναι σύγχρονες με ανάλογες προσπάθειες άλλων λόγιων, σε άλλους τομείς του επιστητού. Η ανερχόμενη συνειδητοποίηση της εθνότητας και η διεκδίκηση άμεσης σχέσης της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας με την αρχαία, οδηγούν στην επιλογή του καθαρισμού. Έτσι ο Ν. Παπαδόπουλος (1815) είναι κατηγορηματικός για την ανάγκη καθαρισμού της γλώσσας και πιστεύει ότι η «Εμπορική εγκυκλοπαίδεια» του θα βοηθήσει καθιερώνοντας εμπορική ορολογία στην οποία θα μπορεί να καταφεύγει εύκολα ο έμπορος. ……………. » (1)
Πηγές:
1) Τριαντάφυλλος Ε. Σκλαβενίτης, Τα Εμπορικά Εγχειρίδια της Βενετοκρατίας και Τουρκοκρατίας και η Εμπορική Εγκυκλοπαίδεια του Νικολάου Παπαδόπουλου, Εταιρεία μελέτης Νέου Ελληνισμού , παράρτημα του Περιοδικού μνήμων Αρ. 5, Αθήνα 1991.
2) Βασίλειος Φ. Φίλιος, « Ιστορία της Νεότερης Ελληνικής Λογιστικής », Σύγχρονη Εκδοτική, Αθήνα 1998.
3) Χριστίνα Αγριαντώνη, «Παλαιά και νεότερα λογιστικά συστήματα», Τετράδια Εργασίας, 21, σ. 41-47, EIE – Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, 1998.
4) Ηλέκτρα Καμπουράκη-Πατεράκη, μαθηματικός, Εμμανουήλ Γλυζώνιος και η Λογαριαστική του, πιο γνωστή ως Γλυτζούνι) www.patris.gr.
5) Ε. Αμυγδαλάκη – Α. Παρασκευοπούλου, Δημητρίου Θωμάς [μέσα 18ου – αρχές 19ου αιώνα]
http://dlab.phs.uoa.gr/index.php/hellinomnhmon/details/6/17
6) « Εμπορική οδηγία ήτοι ακριβής και σαφεστάτη διδασκαλία να κράτη τινάς τα κατάστιχα εις παρτίδαις διπλαίς. Κοινώς τήν σκριτούρα ντόπια. Και να κάμνη με εύκολίαν κάθε μπιλάντζιο, κατά τήν μέθοδον των Ολλανδέζων»