Του Γιώργου Λαμπίρη
Δεν επηρεάζεται ο τρόπος υπολογισμού του αφορολόγητου ορίου με τις χωριστές δηλώσεις, δεδομένου ότι και όταν υποβαλλεται η κοινή δήλωση των ζευγαριών, ο φόρος και επομένως και το αφορολόγητο υπολογίζονταν χωριστά από το σύζυγο ή τη σύζυγο.
Ωστόσο, αυτό που μεταβάλλεται στο εξής είναι το γεγονός ότι εάν κάποιος σύζυγος από τους δύο εμφάνιζε έλλειμμα στο εισόδημα που απαιτείτο για τη συμπλήρωση του αφορολόγητου ορίου, αυτό καλυπτόταν απο τα εισοδήματα του άλλου μέλους του ζευγαριού, όπως επισημαίνει στα Φορολογικά Νέα ο φοροτεχνικός, Αντώνης Μουζάκης. Πλέον, με τη μεταβολή και το δικαίωμα υποβολής χωριστής δήλωσης για τα έγγαμα ζευγάρια, δεν υφίσταται αυτή η δυνατότητα για όσους επιλέξουν το φορολογικό… διαζύγιο.
Ανάλογη αντιμετώπιση και στα τεκμήρια
Το ίδιο όμως ισχύει και για τις περιπτώσεις των τεκμηρίων, στα οποία ενώ υφίσταται η δυνατότητα αλληλοκάλυψης, πλέον για τα ζευγάρια που προβαίνουν σε χωριστές δηλώσεις, κάτι τέτοιο δεν θα ισχύει, καθότι ο κάθε ένας από τα μέλη του ζευγαριού, θα υποβάλλει τη δική του φορολογική δήλωση.
Τι θα συμβεί με επιδόματα;
Αδιευκρίνιστο παραμένει τι θα συμβεί με τα πιθανά επιδόματα, τα οποία λαμβάνουν κάποια ζευγάρια, όπου ένα από τα βασικά κριτήρια αποτελεί το οικογενειακό εισόδημα. Μία τέτοια περίπτωση επιδόματος είναι το επίδομα τέκνων, το οποίο καταβάλλεται λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων και το λεγόμενο ονομαζόμενο ως ισοδύναμο οικογενειακό εισόδημα κατά τα πρότυπα του Ενιαίου Επιδόματος Στήριξης Τέκνων.
Το ισοδύναμο οικογενειακό εισόδημα ορίζεται ως το συνολικό, πραγματικό ή τεκμαρτό, εισόδημα από κάθε πηγή προέλευσης προ φόρων, μετά την αφαίρεση των εισφορών για κοινωνική ασφάλιση, εξαιρουμένων των επιδομάτων που δεν προσμετρώνται στο φορολογητέο εισόδημα, όλων των μελών της οικογένειας, διαιρούμενο με την λεγόμενη κλίμακα ισοδυναμίας.