- Λεπτομέρειες
- Δημιουργήθηκε στις 20 Ιανουάριος 2023
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Ηρακλείου, ο οποίος έχει ως βασική του αποστολή, σύμφωνα με το άρθρο 90 του Κώδικα περί Δικηγόρων, την υπεράσπιση των αρχών και κανόνων του κράτους δικαίου σε μια δημοκρατική πολιτεία και την διασφάλιση της λειτουργίας μίας ανεξάρτητης δικαιοσύνης, η οποία απονέμεται πάντοτε στο όνομα του ελληνικού λαού, εκφράζει την βαθιά του ανησυχία σχετικά με την με αρ. 1/2023 Γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Η εν λόγω γνωμοδότηση έχει προκαλέσει έντονο προβληματισμό στον νομικό κόσμο της χώρας, αφενός λόγω της αμφιλεγόμενης γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του ΑΠ στην συγκεκριμένη περίπτωση, αφετέρου λόγω της αμφίβολης συνταγματικότητας περιεχομένου της.
Ειδικότερα, από την προσεκτική επισκόπηση του άρθρο 29 παρ. 2 του Ν. 4938/2022 αλλά και της πάγιας γνωμοδοτικής τακτικής της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, καταδεικνύεται ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δεν μπορεί, όπως εν προκειμένω, να γνωμοδοτεί σε μεμονωμένο ερώτημα ιδιώτη, πολλώ δε μάλλον τηλεπικοινωνιακού παρόχου, ο οποίος ελέγχεται ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή και ο οποίος δύναται να καταστεί αντίδικος αυτής στο μέλλον ενώπιον Δικαστηρίου. Η γνωμοδοτική αρμοδιότητά του περιορίζεται έτι περαιτέρω όταν το ερώτημα του ιδιώτη αφορά υπόθεση για τον επίμαχο Ν.5002/2022, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του ΣτΕ και όταν είναι εν εξελίξει η ποινική έρευνα για το ζήτημα των «υποκλοπών».
Το δε περιεχόμενο της γνωμοδότησης καθ’ αυτής, σχετικά με το εύρος των ελεγκτικών αρμοδιοτήτων της ΑΔΑΕ, οι οποίες κατά την άποψη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου περιορίζονται από το άρθρο 4 παρ.7 του Ν.5002/2022, αποτελεί αντικείμενο έντονης αμφισβήτησης ως προς τη συμβατότητά του με το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος αλλά και με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Άλλωστε, η αποστολή και ανεξαρτησία της συνταγματικά κατοχυρωμένης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), η οποία περιγράφεται με σαφήνεια στις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 2 του Συντάγματος δεν καταλείπει περιθώριο αμφιβολίας ως προς το ότι: α) καμία άλλη εξουσία δεν μπορεί να παρεμποδίσει την ΑΔΑΕ κατά την άσκηση των καθηκόντων της, πολλώ δε μάλλον κατά την άσκηση των ελεγκτικών της αρμοδιοτήτων, είναι δε ανάγκη να τονιστεί ότι η εν λόγω νεοπαγής διάταξη (άρθρο 4 παρ.7 Ν.5002/2022) δεν περιορίζει τις γενικές ελεγκτικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ (όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 6 παρ.1 του Ν.3115/2003). β) ο κοινός νομοθέτης δεν υπερισχύει των διατάξεων του Συντάγματος και κατά συνέπεια δεν μπορεί να περιορίσει τις συνταγματικά αναγνωρισμένες αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, και γ) κανένα κρατικό ή δικαστικό όργανο δεν μπορεί να ασκεί προληπτικό έλεγχο ή εποπτεία στην ΑΔΑΕ, καθώς οι αποφάσεις της τελευταίας υπόκεινται σε κοινοβουλευτικό και δικαστικό έλεγχο.
Όταν, επομένως η Γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του ΑΠ καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που ουσιαστικά περιστέλλει τις ελεγκτικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, που δεν απολαμβάνει επιστημονικής αποδοχής σχετικά με την εν προκειμένω τήρηση των συνταγματικών επιταγών, άγει δε περαιτέρω και σε ενδεχόμενη άσκηση ποινικών διώξεων, η οποία θίγει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία που απολαμβάνουν τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών, τότε ο νομικός κόσμος της χώρας καλείται με στεντόρεια μεν φωνή αλλά και με επιστημονική πληρότητα και θεσμική νηφαλιότητα να περιφρουρήσει και να προάγει την προστασία των συνταγματικά κατοχυρωμένων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ